ΤΟ ΠΡΟΞΕΝΙΟ ΤΗΣ ΙΟΥΛΙΑΣ
Συγγραφέας
ΓΙΩΡΓΟΣ Σ. ΠΟΛΙΤΗΣ
Το προξενιό της Ιουλίας Βένιου με τον μεγαλοκτηματία Γιωργίκη Προβιό έμελλε να γίνει το σπουδαίο νέο ολάκερου του κάμπου της Λάρισας. Έπειτα από μερικά χρόνια, ο επίλογος του γάμου της σφραγίζεται με τη δολοφονία του συζύγου και της τρίχρονης κόρης της. Η ίδια, έχοντας καταδικαστεί σε θάνατο, παραμένει αμίλητη, αποδεχόμενη τη μοίρα και, συνεκδοχικά, την ενοχή της.
Έξι ημέρες πριν από την εκτέλεσή της, η νεαρή δημοσιογράφος Αλεξάνδρα Γκίκα προσπαθεί να της πάρει μια συνέντευξη μέσα στις Φυλακές Αβέρωφ, όπου και κρατείται· στο πλευρό της ο δικηγόρος Δημητρός Ατζαλίνας.
Οι αχνές μνήμες της καταδικασμένης, που δείχνει να ξυπνάει από τον λήθαργο, θα τους γυρίσουν πέντε χρόνια πίσω, στη μετεμφυλιακή εποχή τον Δεκέμβριο του 1949. Η αφήγησή της γεννά και στους δύο ζωηρές υποψίες πως υπάρχει μια «πλάγια ιστορία», μια δεύτερη εξήγηση των γεγονότων που η αποδοχή και απόδειξή της μπορεί να την αθωώσει. Αλλά ο χρόνος που τους απομένει είναι λιγοστός.
Υποθέσεις, συνδέσεις γεγονότων, συνειρμοί, αποφάσεις κι ένας αγώνας δρόμου για να αποδείξουν την αθωότητά της, ενώ οι δείκτες του ρολογιού έχουν ξεκινήσει ήδη να μετρούν αντίστροφα. Τα γεγονότα δικαιολογούν κάθε ψήγμα αισιοδοξίας.
Η αλήθεια, όμως, δεν έχει φανερώσει την τελική της όψη…
Απόσπασμα Βιβλίου
1
6 μέρες πριν από την εκτέλεση
Φυλακές Αβέρωφ
15 Οκτωβρίου 1954, πρωί
Το δωμάτιο του διευθυντηρίου των Φυλακών Αβέρωφ ήταν βαμμένο γκρι γαλάζιο μέχρι τη μέση του και, από κει και πάνω, λευκό. Στο κέντρο του υπήρχε ένα ξύλινο γραφείο με λεπτά πόδια ασπρισμένα στις γωνίες τους, τα οποία πατούσαν σ’ ένα ακαθόριστου χρώματος μωσαϊκό. Πίσω από αυτό το γραφείο υπήρχε μια καρέκλα με σαφώς μεγαλύτερη πλάτη από το κανονικό και εμπρός του δύο άλλες με ξύλινο κάθισμα, κάπως καλύτερες από κείνες που έβρισκε κανείς στα διάφορα καφενεία. Στον τοίχο ψηλά, μια εικόνα της Παναγίας με το Θείο Βρέφος στην αγκαλιά και, κάτω από αυτήν και ελαφρώς αριστερά της, η επιβλητική φωτογραφία του βασιλιά Παύλου μέσα στην εντυπωσιακή στολή του. Σε συμμετρία πλάι της, βρισκόταν μια δεύτερη φωτογραφία, εκείνη της Φρειδερίκης. Στο μεγάλο παράθυρο στα δεξιά του παραλληλόγραμμου χώρου, το τζάμι θόλωνε ψηλά σε δύο τοξωτά σημεία, όπου το χέρι που είχε φροντίσει για την καθαριότητα με νερό και εφημερίδα δεν μπορούσε να φτάσει. Ο χώρος γενικά έδειχνε παγωμένος, η όψη του ανέδιδε μια θλίψη και μια βεβαιότητα πως το σύνολο των νόμων του κράτους έπρεπε εξάπαντος να εφαρμοστεί.
Καμία επιείκεια σε κανέναν.
Η εφημερίδα που ήταν διπλωμένη πρόχειρα στη γωνία του γραφείου είχε τη φωτογραφία μιας γυναίκας με βλέμμα απλανές, άδειο, θαρρείς φτιαγμένο από μάρμαρο. Ήταν φανερό πως μέσα της είχαν πεθάνει όλα τα συναισθήματα. Η μετάνοια θα παρέμενε γι’ αυτή μια άγνωστη έννοια όσα χρόνια κι αν περνούσαν, καθώς έδειχνε να μην έχει ούτε συναίσθηση των πράξεών της αλλά ούτε και επαφή με το περιβάλλον.
Έτσι, τα συμπεράσματα που με βεβαιότητα αναφέρονταν στο τρίστηλο κάτω από την εικόνα της ήταν αυθαίρετα και αποτελούσαν αποκύημα της φαντασίας του συντάκτη, ο οποίος κι έφερε ακέραια όλη την ευθύνη:
«Η συζυγοκτόνος και παιδοκτόνος Ιουλία Προβιού, ήτις κατεδικάσθη ομοφώνως εις θάνατον διά τυφεκισμού υπό του Μεικτού Ορκωτού Κακουργιοδικείου Λαρίσης, παραμένει εισέτι αμετανόητος. Βέβαιον είναι, δε, πως, εάν είχε τη δυνατότητα, θα διέπραττε εκ νέου το φρικτόν, διπλούν έγκλημά της. Πρόκειται να εκτελεσθή την 21ην τρέχοντος μηνός. Η απόφασις αύτη εφιλοδώρησεν το Πανελλήνιον με ανάσες ευδαιμονίας».
Σε μια διπλανή, μικρότερη φωτογραφία υπήρχε ένα μαχαίρι που φερόταν ως το όπλο του εγκλήματος. Η λαβή του παρέμενε τυλιγμένη σ’ ένα ματωμένο πανί. Κάτω από τη δεύτερη εικόνα υπήρχε η απόλυτα κατατοπιστική λεζάντα:
«Το εγχειρίδιον του εγκλήματος, το οποίον ευρέθη παρακείμενον εγγύς της μακαρίως ισταμένης, στυγνής δολοφόνου».
Η Αλεξάνδρα Γκίκα, που βρισκόταν με ειδική άδεια στο διευθυντήριο, μόλις άκουσε την πόρτα να ανοίγει, σηκώθηκε. Κοίταξε στα μάτια τον κατά οχτώ χρόνια μεγαλύτερό της, γνωστό ποινικό δικηγόρο της πόλης των Αθηνών, Δημητρό Ατζαλίνα, ο οποίος έβγαζε το καπέλο του και συγχρόνως της έτεινε το χέρι.
«Καλημέρα. Τι κάνεις;»
«Καλημέρα, κύριε Δημητρό. Είμαι καλά».
«Δημητρό ή κύριε Ατζαλίνα, Αλεξάνδρα. Όχι “κύριε Δημητρό”. Ο διευθυντής Στεργίου δεν ήρθε;»
Ήταν προφανές ότι κανένας δεν αισθανόταν άνετα σ’ ένα ξένο γραφείο. Ο αξιωματικός υπηρεσίας, όμως, επέμεινε πως προτιμούσε το γραφείο του διευθυντή γεμάτο και τον διάδρομο αδειανό.
«Ο Στεργίου δε φάνηκε;» ξαναρώτησε ο Δημητρός.
«Όχι, δεν ήρθε».
Η Αλεξάνδρα στεκόταν ήδη αντίκρυ του. Τον κοίταξε ίσια στα μάτια, που τα θεωρούσε πολύ εκφραστικά και της άρεσαν, κι αν, τούτη τη στιγμή, τη ρωτούσε μια φίλη της τι άλλο τής άρεσε πάνω του έτσι όπως έστεκε απέναντί του, θα μιλούσε για το μυαλό του. Ναι, γι’ αυτό θα μιλούσε και για την εξυπνάδα του, τον τρόπο που είχε να επεξεργάζεται τα γεγονότα και την τέχνη με την οποία αξιοποιούσε τα στοιχεία που βαστούσε στα χέρια του, εξερευνώντας το απώτερο άκρο των δυνατοτήτων τους. Είχε παρακολουθήσει, άλλωστε, αρκετές δίκες του κάνοντας ρεπορτάζ και είχε εντυπωσιαστεί από το σύνολο της παρουσίας του στις αίθουσες των δικαστηρίων. Τι, ψέματα να έλεγε; Ο Δημητρός τής άρεσε, πάει και τέλειωσε. Τη γοήτευε και πολλές φορές, όταν επέστρεφε με το λεωφορείο στο σπίτι της, τον σκεφτόταν. Τι σκεφτόταν; Τις κινήσεις του σώματός του, τα λόγια του, τις εκφράσεις του προσώπου του όταν αγόρευε: «Κι εδώ οφείλω να σας ρωτήσω, κύριοι συνάδελφοι… Πώς ερμηνεύετε το γεγονός ότι…» Μάλιστα, κάποιες φορές, τον ονειρευόταν με τα μάτια κλειστά. Τι ονειρευόταν; Αυτά δε λέγονται…
Διαβάστε τη συνέχεια ΕΔΩ
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Σ. ΠΟΛΙΤΗΣ γεννήθηκε στην Αθήνα το 1960. Σπούδασε αρχιτεκτονική εσωτερικών χώρων και ζωγραφική, και αργότερα παρακολούθησε επί δύο χρόνια σειρά σεμιναρίων φιλοσοφίας, ψυχολογίας και πολιτικής οικονομίας στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Τα τελευταία χρόνια ασχολείται αποκλειστικά με τη συγγραφή μυθιστορηματικών και θεατρικών έργων, ενώ συγχρόνως αρθρογραφεί στον περιοδικό Τύπο και στο Διαδίκτυο. Παράλληλα διδάσκει δημιουργική γραφή (μυθιστορηματική και θεατρική) στο εργαστήρι θεατρικών σπουδών της AnasaArt.
Μυθιστορήματα του ιδίου: Ήφαες, Αδελαή; (2011), 24 στιγμές ακραίου πάθους (2017), Το γράμμα που δεν διαβάστηκε ποτέ (2018).
Θεατρικά έργα που ανέβηκαν σε θεατρικές σκηνές των Αθηνών: Κορίτσι Διαμάντι, Το Λαχείο.
Κατηγορία: Ελληνική λογοτεχνία, Κοινωνικό
ISBN: 978-618-01-3421-6
ISBN e-book: 978-618-01-3422-3