Ρεαλιστικές ή κατευναστικές οι πολιτικές της ΕΕ έναντι της Τουρκίας; Πού οδηγούν;
Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.
Ο χαρακτηρισμός των γεγονότων στον Έβρο ως «πολέμου χωρίς σφαίρες» από τον πρώην ανώτατο στρατιωτικό και νυν υφυπουργό Άμυνας κ. Στεφανή, παρά την υπερβολή του, δεν απέχει –ως εικόνα– και πολύ από την πραγματικότητα.
Τα καπνογόνα, οι κροτίδες και τα δακρυγόνα που εκσφενδονίζονταν από την άλλη πλευρά των συνόρων, με την υπόθαλψη και προτροπή των τουρκικών αστυνομικών και άλλων δυνάμεων, προκειμένου να κάμψουν την αντίσταση των ελληνικών συνοριακών φυλάκων, δεν διέφεραν, όπως ανέφεραν και ξένοι παρατηρητές, από πολεμικές σκηνές. Η ενεργή συνεργασία των τουρκικών αρχών καταγράφηκε όχι μόνο από ελληνικής πλευράς αλλά και από ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία, τα οποία είχαν αποστείλει ειδικούς ανταποκριτές.
Η τουρκική κυβέρνηση και ο ίδιος ο τούρκος Πρόεδρος προσπάθησαν να ενοχοποιήσουν τις ελληνικές αρχές για δήθεν καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων προσφύγων και μεταναστών, για να λάβουν τη δέουσα απάντηση από τον έλληνα πρωθυπουργό, ο οποίος τόνισε ότι δεν δέχεται μαθήματα από τον κ. Ερντογάν.
Ο τούρκος Πρόεδρος θα έπρεπε, πράγματι, να είναι προσεκτικότερος, ιδίως αν συνέκρινε την ελληνική ανθρωπιστική παιδεία και ιστορία με εκείνη της πατρίδας του. Στη γειτονική Ιταλία, ακόμη και στις ημέρες μας, όταν θέλουν να αναφερθούν σε έναν επικείμενο κίνδυνο ή να τρομάξουν τα άτακτα παιδιά λένε «mama, li Turchi».
Ο Ερντογάν υπήρξε συνεπής στις απειλές του ότι θα πλημμυρίσει την Ευρώπη με πρόσφυγες και μετανάστες. Μόνο που επέλεξε την οδό της Ελλάδος, εξυπηρετώντας ειδικούς στόχους και επιδιώξεις. Προφανώς ήθελε να δοκιμάσει και τον βαθμό αλληλεγγύης της Ευρώπης προς την Ελλάδα, χώρα-μέλος της ΕΕ. Υποθέτω ότι το «crash test» του κ. Ερντογάν πέτυχε τον στόχο του. Επαλήθευσε ότι η κοινοτική αλληλεγγύη περιορίστηκε σε ευχολόγια, συστάσεις και εκκλήσεις για αποφυγή ακραίων συμπεριφορών.
Ούτε αναγγελία κυρωτικών μέτρων ούτε προειδοποιήσεις για το μέλλον της σχέσης με την ΕΕ, με τη μορφή τελεσιγράφου, σε περίπτωση μη ανταπόκρισης από τουρκικής πλευράς. Οι ίδιοι ευρωπαίοι αξιωματούχοι, με τους οποίους ο τούρκος Πρόεδρος συναντήθηκε στις Βρυξέλλες, είχαν πρόσφατα επισκεφθεί, συνοδευόμενοι από τον έλληνα πρωθυπουργό, την περιοχή του Έβρου, θέατρο των μεθοδευμένων από τις τουρκικές αρχές εισβολών προσφύγων και οικονομικών μεταναστών, προκειμένου να διαπιστώσουν ιδίοις όμμασι την επικρατούσα κατάσταση. Η κατόπτευση, διά ελικοπτέρου, της περιοχής είχε πολλές ομοιότητες με τουριστική περιοδεία. Κρίμα που ο βούλγαρος πρωθυπουργός δεν φρόντισε έγκαιρα να ανοίξει τα φράγματα που έχουν κατασκευαστεί επί βουλγαρικού εδάφους για να εισρεύσει περισσότερο νερό στον Έβρο, γεγονός που θα καθιστούσε τη θέα πολύ πιο απολαυστική!
Υποστηρίζεται ότι ο τούρκος Πρόεδρος επέστρεψε από τις Βρυξέλλες με άδεια χέρια. Αγνοείται η σύγκληση ομάδας εργασίας, αποτελούμενης από τους προέδρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, τον επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας κ. Ζοζέπ Μπορέλ και τον υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας Μεβλούτ Τσαβούσογλου, που θα εξετάσει τις διαφωνίες και τις διαφορετικές ερμηνείες που δίδονται από κάθε πλευρά στην εφαρμογή της συμφωνίας ΕΕ – Τουρκίας του 2016 για το Μεταναστευτικό.
Αγνοείται, επίσης, η δήλωση της προέδρου της Επιτροπής κ. φον ντερ Λάιεν, σύμφωνα με την οποία «η Ελλάδα χρειάζεται στήριξη αλλά και η Τουρκία χρειάζεται επίσης για το μεταναστευτικό», που εξισώνει τις δύο χώρες, παραβλέποντας την εκβιαστική συμπεριφορά της Άγκυρας. Εκείνο όμως που ενισχύει την εκτίμηση ότι ο Ερντογάν δεν επέστρεψε στη χώρα του με άδεια χέρια είναι το γεγονός ότι προσκάλεσε τη γερμανίδα καγκελάριο και τον γάλλο Πρόεδρο στην Κωνσταντινούπολη, οι οποίοι και ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση, σε μια συνάντηση με αντικείμενο το Προσφυγικό – Μεταναστευτικό.
Ως είθισται, ο προσκαλών και οικοδεσπότης μιας διμερούς ή πολυμερούς διεθνούς συνάντησης έχει ορισμένα πλεονεκτήματα πρωτοβουλιών, ενίοτε δε εκφράζει και το ισχυρό μέρος. Η Ελλάδα και η Ιταλία δεν φέρονται να έχουν προσκληθεί, αν και είναι οι χώρες που φέρουν το κύριο βάρος του Προσφυγικού, ενώ η χώρα μας υφίσταται και την πίεση των τελευταίων γεγονότων, με συνεχείς απειλές από την Άγκυρα, όπως μαρτυρούν τα τελευταία γεγονότα στον Έβρο και οι συνεχιζόμενες παραβιάσεις στο Αιγαίο.
Έμπρακτη συμπαράσταση εκφράσθηκε από τον αυστριακό καγκελάριο κ. Κουρτς, ο οποίος, για ιδεολογικούς, κυρίως, λόγους, τηρεί την πλέον σκληρή στάση έναντι της Άγκυρας. Ο απλός ευρωπαίος πολίτης που παρακολουθεί τα γεγονότα και τις διπλωματικές συναντήσεις νομιμοποιείται να διερωτηθεί με ποια ιδιότητα η γερμανίδα καγκελάριος κ. Μέρκελ και ο γάλλος Πρόεδρος κ. Μακρόν συνδιαλέχθηκαν με τον τούρκο Πρόεδρο. Προφανώς με την ιδιότητα του άτυπου γερμανογαλλικού Διευθυντηρίου της ΕΕ, όπως το είχε πρώτος ονομάσει ο Ανδρέας Παπανδρέου μετά τις εργασίες της Συνόδου Κορυφής στις Κάννες της Γαλλίας το 1995.
Είναι πλέον πανθομολογούμενο ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των πολιτών της και ασφαλώς στα οράματα των ιδρυτών της για μια πραγματική ένωση, πολιτική, αμυντική και οικονομική. Σπάνια λαμβάνονται αποφάσεις που καλύπτουν τις ανάγκες όλων των κρατών-μελών. Κυριαρχούν τα συμφέροντα των ολίγων και των ισχυρών, του Διευθυντηρίου. Σε σχέση με την πολιτική της ΕΕ –αν μπορεί να χρησιμοποιηθεί αυτός ο όρος– έναντι της Τουρκίας τίθεται το ερώτημα για το ποιο στοιχείο κυριαρχεί.
Ο πολιτικός ρεαλισμός, που υπαγορεύει ψυχραιμία –παρά τις παραδοξότητες του καθεστώτος Ερντογάν–, για τη διατήρηση της Τουρκίας στην τροχιά της Δύσης; Μήπως ακολουθείται μια πολιτική κατευνασμού προς την πλευρά της Τουρκίας, προς εξυπηρέτηση των οικονομικογεωπολιτικών συμφερόντων ορισμένων ισχυρών χωρών-μελών; Τα όρια μεταξύ των δύο εννοιών είναι δυσδιάκριτα. Αν όμως κρίνουμε από τη συμπεριφορά της Τουρκίας, φαίνεται να υπερισχύει η δεύτερη. Και αυτό είναι το ανησυχητικό στοιχείο.
Επιπλέον, εξηγεί την αλαζονεία του Ερντογάν, ο οποίος έχει πλήρως αντιληφθεί τις αδυναμίες της Ένωσης, που αποδεικνύεται και από την έλλειψη τήρησης σθεναρής στάσης έναντι της τουρκικής παραβατικότητας και επίδειξης της δέουσας αλληλεγγύης προς τα απειλούμενα μέλη της. Η φράση «τα σύνορα της Ελλάδας είναι και σύνορα της Ευρώπης» ήδη ακούγεται σαν φάρσα. Ελπίζουμε να αποδειχθεί το αντίθετο.