Η ηχώ του Παρισιού

Η ηχώ του Παρισιού

 

Συγγραφέας
Sebastian Faulks (Σεμπάστιαν Φωκς)
Μετάφραση
Κλαίρη Παπαμιχαήλ


Οι αντίλαλοι του παρελθόντος στο μέλλον

Ένας γαλλοαλγερινής καταγωγής νεαρός και μια Αμερικανίδα ερευνήτρια, εξερευνούν τα σκοτεινά σημεία της ιστορίας του Παρισιού.

Η ηχώ του Παρισιού είναι ένα ατμοσφαιρικό μυθιστόρημα για τις χαμένες ψυχές στη γαλλική πρωτεύουσα. Η ιστορία του διαδραματίζεται με φόντο το Παρίσι όπως δεν το έχετε ξαναδεί ποτέ –μια πόλη όπου σε κάθε σε κτίριο φαίνεται να αντηχεί ένα κρυφό παρελθόν, οι σκιές του Βισύ και της Αλγερίας.

Η Αμερικανίδα μεταδιδακτορική ερευνήτρια Χάνα κι ο νεαρός Μαροκινός Τάρεκ, που το ’χει σκάσει από το σπίτι του, μπορεί να μην έχουν πολλά κοινά μεταξύ τους, επηρεάζονται ωστόσο από τα φαντάσματα που κυκλοφορούν με το φως της μέρας στο Παρίσι. Η Χάνα ακούει τις απίστευτες μαρτυρίες των γυναικών που έζησαν στη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής· θέλοντας να κατανοήσει τις ζωές τους, και μέσα από αυτές και τη δική της, ανακαλύπτει μια πόλη γεμάτη στοιχεία και διασυνδέσεις.

Στα προάστια των μεταναστών, ο Τάρεκ ψάχνει τη μητέρα, που γνώρισε ελάχιστα. Αθώος όπως είναι, το κάθε βουλεβάρτο, ο κάθε σταθμός του μετρό και η κάθε γωνιά του δρόμου αποτελούν γι’ αυτόν πηγή έκπληξης. Σ’ αυτό το βαθιά συγκινητικό μυθιστόρημα, ο Faulks ασχολείται με τα ζητήματα της αποικιοκρατίας μετανάστευσης, της αδικίας και της ταυτότητας. Με μεγάλη πρωτοτυπία και σκοτεινό χιούμορ, η Ηχώ του Παρισιού μας κάνει να αναρωτηθούμε πόσα χρειάζεται πράγματι να ξέρουμε ώστε να ζήσουμε μια ζωή που να έχει αξία.

ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 13 ΜΑΡΤΙΟΥ 2020


Απόσπασμα βιβλίου

1

Μεζόν Μπλανς

Έριχνα ένα κατούρημα στο μπάνιο, όταν το μάτι μου έπιασε τον εαυτό μου στον καθρέφτη. Το πρόσωπό μου έδειχνε τόσο όμορφο, ώστε στράφηκα για να το δω από πιο κοντά, πιτσιλώντας πάνω στη βιασύνη μου τα πλακάκια γύρω από τη λεκάνη. Τίναξα το ζιμπ* μου και το ’χωσα μέσα στο μποξεράκι μου για να περιεργαστώ το πρόσωπό μου. Ήταν λες και κάποιος είχε τραβήξει μια αχνή σκιά κάτω από τα ζυγωματικά μου κι έπειτα έβαλε λίγη μάσκαρα στα βλέφαρά μου. Τα μάτια είχαν ένα βάθος που ποτέ μου δεν είχα ξαναδεί. Έγειρα το κεφάλι μου στο πλάι και χαμογέλασα, έπειτα έσμιξα τα φρύδια μου σαν να το ’παιζα σοβαρός, όμως το βλέμμα παρέμενε ίδιο –σπινθηροβόλο, με ένα κάποιο χιούμορ και πείρα. Ήταν το πρόσωπο ενός ανθρώπου πολύ μεγαλύτερού μου σε ηλικία. Πώς και δεν είχα προσέξει ποτέ άλλοτε πόσο ωραίος ήμουν; Όχι κανονικά ωραίος, σαν τους ηθοποιούς του παλιού καιρού, και όχι ανέκφραστος, σαν τους σύγχρονους εναλλακτικούς σταρ. Ψυχούλα και σέξι ταυτόχρονα. Με αριστοκρατικά ζυγωματικά.
Αναποδογύρισα τον καθρέφτη για να γίνει μεγεθυντικός κι έπειτα τον έστρεψα πάλι στη θέση του. Κράτησα ψηλά ένα καθρεφτάκι που να αντανακλά το είδωλό του, για να δω τον εαυτό μου από παντού. Κόλλησα την πλάτη μου στον τοίχο και μετά πήγα όσο πιο κοντά γινόταν. Δεν είχε διαφορά. Δεν λέω, είχα καπνίσει λίγο κιφ**, μα μονάχα λίγο, έτσι γούσταρα καλύτερα, κι είχα πιει και μια κόκα κόλα για να κρατήσω ψηλά τα επίπεδα του ζαχάρου μου (ένα κόλπο που μου έμαθε ένα παιδί από το έτος μου). Ένιωσα χαρούμενος στη σκέψη πως αυτό το άτομο ήμουν εγώ. Αποκλείεται να συνέβαινε κάτι κακό σε κάποιον με τέτοια εμφάνιση. Η ειρήνη και η αρετή μάς ανήκαν. Για να μην πω τα κορίτσια μ’ απαλό δέρμα και τα ταξίδια σε μέρη μακρινά. Κοιταχτήκαμε κατάματα για λίγα λεπτά ακόμα. Ύστερα μίλησε.
«Πρέπει να την κάνεις, δικέ μου», είπε. «Πρέπει να την κάνεις.»
Έπιασα τον εαυτό μου να γνέφει συμφωνώντας.
Επειδή, έτσι κι αλλιώς, το ’ξερα εδώ και κάμποσο καιρό. Δεν σοκαρίστηκα που το άκουσα, μάλλον ανακουφίστηκα.
«Φύγε τώρα αμέσως.»
«Θα φύγω. Όπου να ’ναι.»

Μέναμε έξω ακριβώς από τη μεντίνα***, την παλιά πόλη, σ’ ένα ασβεστωμένο σπίτι. Στο ισόγειο ζούσε μια άλλη οικογένεια, μα μια εξωτερική σκάλα οδηγούσε στην εξώπορτά μας. Είχαμε τους δυο τελευταίους ορόφους και μια ταράτσα που έβλεπε στη θάλασσα. Η μητριά μου συνήθιζε ν’ απλώνει εκεί την μπουγάδα κι ο πατέρας μου γινόταν έξαλλος. «Πώς μπορώ να φέρω κόσμο στο σπίτι, όταν αναγκάζονται να κάθονται δίπλα σε μια σειρά από βρεγμένα πουκάμισα;» Δεν είχα τίποτα εναντίον της μητριάς μου, παρά μόνο ότι δεν ήταν η μητέρα μου. Αυτό, και το γεγονός ότι επαναλαμβανόταν διαρκώς. Έτσι και της κολλούσε μια είδηση ή κάποια άποψη, δεν την άφηνε με τίποτα. «Όλα μας τα προβλήματα τα προκαλούν οι Άραβες του Κόλπου, ειδικά οι Σαουδάραβες», μας είπε κάποιον Ιανουάριο. Τον Σεπτέμβριο εξακολουθούσε να το λέει, λες κι ήταν κάτι που μόλις είχε ανακαλύψει.
Στη μέση της ταράτσας υπήρχε ένας σοφράς στρωμένος μ’ ένα κόκκινο και πορτοκαλί υφαντό και μικρούς αστραφτερούς δίσκους που αντανακλούσαν το φως του ήλιου. Πάνω του βρισκόταν μια ταμπακέρα με τσιγάρα και πολύχρωμα ποτήρια για τσάι. Ο πατέρας μου καλούσε άντρες που έλπιζε πως θα επένδυαν στην επιχείρησή του να ανέβουν και να θαυμάσουν τη θέα, ενώ ξεκλείδωνε το ντουλάπι με το ουίσκι του. Τους κερνούσε με ένα μοχθηρό βλέμμα που μου προκαλούσε ναυτία. Υπήρχαν ένα σωρό μέρη στην πόλη όπου μπορούσε κανείς να αγοράσει αλκοολούχα ποτά. Μερικά απ’ αυτά είχαν στη βιτρίνα μονάχα κουτιά με χαρτομάντιλα ή γατοτροφή, όλοι ήξεραν όμως πως το μαγαζί δεν πουλούσε αποκλειστικά και μόνο χαρτομάντιλα. Αρκούσε να κάνεις μερικά βήματα προς τα μέσα, να προσπεράσεις τα Kleenex, κι έβλεπες σειρές τα Johnnie Walker και τα Glenmorangie πάνω από την μπίρα και το μαροκινό κρασί…

* Σ.τ.Μ.: Πέος (Αραβικά).
** Σ.τ.Μ.: Μείγμα καπνού και μαριχουάνας που συνηθίζεται στο Μαρόκο.
*** Σ.τ.Μ.: Χαρακτηριστικό πολεοδομικό τμήμα πολλών πόλεων της Β. Αφρικής. Συνήθως περιβάλλεται από τείχη και έχει στενούς και λαβυρινθώδεις δρόμους.

Διαβάστε τη συνέχεια  ΕΔΩ


Είπαν για το βιβλίο

«Ένα βιβλίο το οποίο έχει πολλά να μας διδάξει για την περίπλοκη ταυτότητα της πόλης του Παρισιού και για τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε το παρελθόν.»
-Sunday Times-

«Ένα μυθιστόρημα που φιλοδοξεί να ανασυνθέσει τις κρυφές πτυχές τις Ιστορίας που παραμονεύουν πίσω από κάθε όμορφη γωνιά της.»
-Guardian-

«Σε αυτές τις σελίδες διαβάζουμε για το Παρίσι όπως δεν θα το παρουσιάσουν ποτέ οι ταξιδιωτικοί οδηγοί, για προφανείς λόγους, όπως οι κακόφημες περιοχές και τα προάστια στα οποία συνωστίζονται οι μετανάστες.»
-Herald-


Λίγα λόγια για τον συγγραφέα

Ο Σεμπάστιαν Φωκςείναι ένας από τους πιο γνωστούς και καταξιωμένους σύγχρονους Βρετανούς συγγραφείς. Πολλά βιβλία του έχουν μπει σε λίστες best seller.
Σπούδασε στο Κολέγιο Ουέλιγκτον και στο Κέμπριτζ. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος στην Independent.
Έχει γίνει γνωστός για τα βιβλία του που διαδραματίζονται στο Παρίσι.
Έχει εκδώσει τα βιβλία The girl at the Lion d’ Or και Birdsong, που μαζί με τη Σάρλοτ Γκρέι αποτελούν τη «γαλλική» τριλογία του, το The Fatal Englishman και τελευταία το On Green Dolphin Street.
Το 2008 έγραψε το Μυθιστόρημα με το διάβολο, μια αριστοτεχνική συνέχεια της παράδοσης του James Bond.


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΛΕΙΔΑΡΙΘΜΟΣ

Κατηγορία: Παγκόσμια λογοτεχνία, Κοινωνικό
ISBN: 978-960-645-041-9


Σχολιάστε εδώ