Η δαιμονοποίηση των ΜΚΟ – Η Ευρωπαϊκή Ένωση ευμενώς καθησυχάζει και καθεύδει

Η δαιμονοποίηση των ΜΚΟ – Η Ευρωπαϊκή Ένωση ευμενώς καθησυχάζει και καθεύδει


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Τα πραγματικά αίτια του Προσφυγικού – Μεταναστευτικού

Eσχάτως δαιμονοποιήθηκαν, σε μεγάλο βαθμό, οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) ως υπεύθυνες για την κατάσταση που επικρατεί στα κέντρα φιλοξενίας στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου αλλά και για τις ροές προσφύγων και οικονομικών μεταναστών προς την Ελλάδα. Μάλιστα ορισμένοι τις κατήγγειλαν ότι λειτουργούν ως το μακρύ χέρι ατόμων ή ομάδων συμφερόντων με στόχο… να αλλοιώσουν την εθνική, θρησκευτική και πολιτιστική υπόσταση του ελληνικού λαού!

Όσο και αμφιλεγόμενος μπορεί να χαρακτηρισθεί ο ρόλος των ΜΚΟ, ο θεσμός έχει καθιερωθεί διεθνώς και η νομιμότητα των δραστηριοτήτων τους επισημοποιήθηκε και νομικά με την απόφαση του Δικαστηρίου του Ακράγα­ντα στη Σικελία, που αθώωσε την ελβετίδα ακτιβίστρια Κόντε, ενώ, συγχρόνως, απαξίωσε πολιτικά και ιδεολογικά τον τότε ιταλό υπουργό Εσωτερικών Σαλβίνι, αρχηγό του ακροδεξιού και φυλετικού κόμματος της Λέγκας του Βορρά.

Είναι λυπηρό ότι τα πραγματικά αίτια του προβλήματος κατά κανόνα αποσιωπούνται ή παραγνωρίζονται, με συνέπεια λανθασμένες ενέργειες και επιλογές στην αντιμετώπισή του. Βασικά γενεσιουργά αίτια μπορεί να θεωρηθούν τα παρακάτω:

1) Τοπικοί και περιφερειακοί πόλεμοι για τους οποίους μεγάλη ευθύνη αποδίδεται στις ΗΠΑ και άλλες δυτικές δυνάμεις. Η επέμβαση των ΗΠΑ στο Ιράκ με πρόσχημα την πτώση του Σαντάμ Χουσεΐν, που δικαιολογήθηκε από τον τότε Πρόεδρο Τζορτζ Μπους τον νεότερο με το ευτράπελο ότι είχε προσβάλει τον… μπαμπά του! («He has offended my dad»). Ακολούθησαν τα γεγονότα στη Λιβύη με το άδοξο τέλος του Μουαμάρ Καντάφι, προς αποκατάσταση, δήθεν, της Δημοκρατίας, όπως και στη Συρία, όπου οι εσωτερικοί πόλεμοι με την εμπλοκή και ξένων δυνάμεων συνεχίζονται.

2) Οι καταπιέσεις που υφίστανται πολίτες και κοινωνικές ή θρησκευτικές ομάδες από απολυταρχικά καθεστώτα, όπως στο Πακιστάν, στο Αφγανιστάν, στο Μπαγκλαντές και άλλες ασιατικές και αφρικανικές χώρες, που τους αναγκάζουν σε φυγή κυρίως προς την Ευρώπη.

3) Η ένδεια, η αβάσταχτη φτώχεια και κοινωνική εξαθλίωση, που ωθεί μεγάλο μέρος του πληθυσμού να εγκαταλείψει τις προγονικές εστίες του, διακινδυνεύοντας τη ζωή του, προς αναζήτηση καλύτερης τύχης. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, ευθύνη για τις επιπτώσεις του Προσφυγικού – Μεταναστευτικού φέρουν και όσες κυβερνήσεις υπέγραψαν επαχθέστατες διεθνείς συμφωνίες, όπως οι Δουβλίνο Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, που χρονολογικά τοποθετούνται στο 1990, το 2003 και το 2011. Την τελευταία η Ελλάδα την καταψήφισε, αλλά τελικά υιοθετήθηκε, επειδή δεν ίσχυε η αρχή της συναίνεσης αλλά κατά πλειοψηφία.

Οι κοινοτικές χώρες δεν υφίστανται τις συνέπειες του προσφυγικού προβλήματος στον ίδιο βαθμό και την ίδια ένταση. Και τούτο όχι μόνο λόγω γεωγραφίας αλλά και των προβλέψεων των διατάξεων των Συμφωνιών του Δουβλίνου, που ουσιαστικά εγκλωβίζουν τους πρόσφυγες και οικονομικούς μετανάστες στις χώρες εισόδου, κυρίως Ελλάδα, Ιταλία και σε μικρότερο βαθμό Ισπανία, Μάλτα και Βουλγαρία.

Η δε προβλεπόμενη αναλογική ανακατανομή των προσφύγων στις χώρες-μέλη έπαψε ουσιαστικά να εφαρμόζεται από το 2015, όταν οι χώρες της ομάδας Visegrad (Ουγγαρία, Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία), με τις ακραίες κυβερνήσεις, συνεπικουρούμενες και από την Αυστρία, αρνήθηκαν επιδεικτικά να σεβαστούν τις υποχρεώσεις που είχαν αναλάβει.

Ειδικότερα για την Ελλάδα, που δέχεται και υφίσταται το μεγαλύτερο βάρος από την αθρόα εισροή προσφύγων και οικονομικών μεταναστών, η κατάσταση χειροτέρευσε με το πρωτόκολλο συνεργασίας ΕΕ – Τουρκίας και τη συμφωνία επανεισδοχής, που εγκλωβίζουν πρόσφυγες και μετανάστες στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου.

Αλήθεια, ποια λογική υπαγόρευσε τέτοιες περιοριστικές διατάξεις; Η πλέον πειστική είναι αυτή που αντιλαμβάνεται και ο κοινός νους. Να αποτρέψει τη δυνατότητα μετάβασής τους σε άλλη χώρα του ευρωπαϊκού βιομηχανικού Βορρά, σε βάρος ασφαλώς των χωρών του νότου και ιδιαίτερα της Ελλάδας. Άλλωστε η Τουρκία έπαψε να εφαρμόζει τη συμφωνία επανεισδοχής από ετών.

Τα τελευταία γεγονότα, με τις γνωστές απειλές και τις ύβρεις του Ερντογάν κατά της Ευρώπης και τη μεθοδευμένη καθοδήγηση προσφύγων και μεταναστών προς τα ελληνικά σύνορα, χερσαία και θαλάσσια, ανάγκασαν την ελληνική κυβέρνηση να ζητήσει κατεπειγόντως τη συνδρομή της ΕΕ, η οποία και ανταποκρίθηκε.

Την περασμένη Τρίτη 3 Μαρτίου πραγματοποίησαν, ως γνωστόν, επίσκεψη στον Έβρο οι πρόεδροι του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, συνοδευόμενοι από τον έλληνα πρωθυπουργό, και κατόπτευσαν από ελικοπτέρου την ευρύτερη συνοριακή περιοχή μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας. Το γεγονός ότι και οι τρεις θεσμικοί πρόεδροι στερούνται ουσιαστικά εκτελεστικών εξουσιών και στις δηλώσεις περιορίστηκαν μόνο στο να δώσουν εύσημα στην Ελλάδα ως «ακρίτα της ΕΕ», ενώ απέφυγαν να καταδικάσουν απερίφραστα την στάση της Άγκυρας, προκάλεσε αρκετά σκωπτικά σχόλια, με αποτέλεσμα να κατονομαστεί η αποστολή ως το «Τρίο Μπελ Κάντο στον Έβρο».

Ας ελπίσουμε ότι οι υψηλοί επισκέπτες προέβησαν στις δέουσες εισηγήσεις προς τους υπουργούς Εξωτερικών της Ένωσης, οι οποίοι συνήλθαν εκτάκτως την Παρασκευή για μια συνολική εξέταση της κατάστασης στη Μέση Ανατολή, το Προσφυγικό – Μεταναστευτικό και ασφαλώς τη συμπεριφορά της Τουρκίας. Ας προσέξουν και τις δηλώσεις του αυστριακού ΥΠΕΞ και του καγκελαρίου Κουρτς, οι οποίοι επισήμαναν ότι «η Ευρώπη δεν θα υποκύψει στους εκβιασμούς της Τουρκίας».

Η πλέον ενδεδειγμένη απάντηση και αντίδραση στους εκβιασμούς και τις απειλές του καθεστώτος Ερντογάν θα ήταν μια σαφής προειδοποίηση ότι αν συνεχισθεί η τουρκική παραβατικότητα θα ακυρωθεί η προενταξιακή διαδικασία, η οποία απλά έχει παγώσει.

Σε ό,τι μας αφορά, και επειδή οι λόγοι και τα αίτια που προκαλούν το Προσφυγικό – Μεταναστευτικό αντί να μειωθούν πιθανότατα θα ενταθούν, τουλάχιστον για την τρέχουσα δεκαετία, η ελληνική εξωτερική πολιτική, με την ευρύτερη δυνατή συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων της χώρας, οφείλει να αναπτύξει μεγαλύτερη κινητικότητα με συ­γκεκριμένες θέσεις και προτάσεις.

Αναγκαίο καθίσταται, επίσης, να αναπτυχθεί διάλογος μεταξύ ΕΕ –η οποία σε θέματα διεθνούς πολιτικής φαίνεται να καθεύδει– ΗΠΑ και Ρωσίας, οι οποίες, επαναλαμβάνω, φέρουν μεγάλες ευθύνες για την παραβατική συ­μπεριφορά της Τουρκίας σε μία από τις πλέον ευαίσθητες περιοχές του σημερινού κόσμου.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: dailypost.gr


Σχολιάστε εδώ