Αλ. Χαρίτσης: “Να απαντήσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη: Θα συμμετέχει η Ελλάδα στην επικείμενη Σύνοδο Μέρκελ – Μακρόν – Ερντογάν για το προσφυγικό; Δεν μπορεί να είναι απούσα για ακόμη μια φορά”
Σφοδρή κριτική στην κυβέρνηση Μητσοτάκη άσκησε ο βουλευτής Μεσσηνίας και εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Χαρίτσης, τόσο για τους χειρισμούς της στο προσφυγικό, όσο και στο θέμα της διαχείρισης του κορωνοϊού, αλλά και της απολιγνιτοποίησης στην περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας.
Στο δελτίο ειδήσεων του Flash TV Κοζάνης επέκρινε την κυβέρνηση ότι “πουλάει εύκολο πατριωτισμό στους Έλληνες πολίτες”, ενώ την ίδια στιγμή “δεν πράττει διεθνώς αυτά που πρέπει για να αναλάβει και η Ευρώπη τις ευθύνες της στο προσφυγικό”.
“Χορτάσαμε από λόγια υποστήριξης και αλληλεγγύης προς τη χώρα μας. Είναι προς το συμφέρον του λαού μας να έχουμε μια κυβέρνηση που διεκδικεί διεθνώς. Δυστυχώς, όμως, δεν ήταν αυτή η στάση του πρωθυπουργού στο Βερολίνο. Διεθνοποίηση του προσφυγικού σημαίνει διεκδίκηση και όχι απλά ενημέρωση”, δήλωσε ο Αλ. Χαρίτσης, θυμίζοντας ότι ως κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ το 2015, “κάναμε την Ευρώπη ‘άνω κάτω’ για να πετύχουμε μια ευρωπαϊκή πρωτοβουλία, όταν 860 χιλιάδες άνθρωποι πέρασαν από τα ελληνικά νησιά”. Αναφερόμενος στη Συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, κάλεσε την κυβέρνηση Μητσοτάκη “ακόμη και να συγκρουστεί αν χρειαστεί με τους εταίρους μας”, προκειμένου να αποτραπεί η καταστρατήγησή της, καθώς και να εφαρμοστεί ένα νέο πρόγραμμα άμεσης επαναγκατάστασης προσφύγων απευθείας από την Τουρκία σε ευρωπαϊκές χώρες, και ένα νέο πρόγραμμα μετεγκατάστασης από την Ελλάδα σε άλλα κράτη-μέλη.
Κληθείς να σχολιάσει τη δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου περί του ΣΥΡΙΖΑ που λειτουργεί ως Δούρειος Ίππος του Ερντογάν, όπως ισχυρίστηκε, ο Αλ. Χαρίτσης διεμήνυσε: “Πρόκειται για ξεκάθαρες αθλιότητες και χυδαιότητα που αγγίζει τον ίδιο τον πρωθυπουργό, αφού δεν τις καταδίκασε”. “Οι δηλώσεις αυτές μας γυρίζουν σε σκοτεινές εποχές”, τόνισε, και υπογράμμισε πως “ο ΣΥΡΙΖΑ θα επιμένει να καταγγέλλει την τουρκική προκλητικότητα και την εργαλειοποίηση των προσφύγων από τον Ερντογάν”.
“Στη μάχη για την εθνική ακεραιότητα και τη δημοκρατία εμείς δεν κάνουμε πίσω”, συμπλήρωσε ο Αλ. Χαρίτσης, υπογραμμίζοντας στο μεταξύ τους κινδύνους “για την κοινωνική συνοχή, τους πολίτες, αλλά και τις δυνάμεις ασφαλείας” από τη δράση ακροδεξιών ομάδων. Επανέλαβε, ακόμη, ότι “ η πρόταση της κυβέρνησης για κλειστά κέντρα προσφύγων σε ξερονήσια είναι ανατριχιαστική”, κατηγορώντας την πως “υπεκφεύγει και δεν προχωρά στην άμεση αποσυμφόρηση των νησιών, όπως έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ”.
Θίγοντας το ζήτημα της επικείμενης Συνόδου για το προσφυγικό στην Κωνσταντινούπολη την επόμενη εβδομάδα έκρουσε τον κώδωνα για τη σημασία της συμμετοχής της Ελλάδας: “Ας μας πει επιτέλους η κυβέρνηση αν θα συμμετέχει η Ελλάδα σε αυτή την κρίσιμη Σύνοδο σε αυτή τη φάση των τουρκικών εκβιασμών ή αν θα είναι απούσα όπως στη σύνοδο του Βερολίνου για το τουρκολιβυκό μνημόνιο”.
Όσον αφορά στη διαχείριση του κορωνοϊού, κάλεσε την κυβέρνηση να αντιμετωπίσει το θέμα με ετοιμότητα και υπευθυνότητα, να προχωρήσει “στη θωράκιση του δημόσιου συστήματος υγείας, το οποίο είναι σημαντικό να είναι ισχυρό ώστε να σχεδιάζει και να κατευθύνει την αντιμετώπιση του προβλήματος”, αλλά και να προχωρήσει “στην ενίσχυση όλων των δομών με προσλήψεις προσωπικού και με τον απαραίτητο εξοπλισμό” και “να μη σφυρίζει αδιάφορα σε αναχρονιστικές και επικίνδυνες λογικές μόνο και μόνο για να μην τα χαλάσει με την ηγεσία της Εκκλησίας”.
Υπογράμμισε, ακόμη, την ανάγκη “για βαθιά ριζοσπαστικά μέτρα στο δημοσιονομικό σκέλος αλλά και στο αναπτυξιακό κομμάτι, ώστε να στηριχθούν οι επιχειρήσεις και οι εργαζόμενοι”. “Απαιτούνται κανόνες και ρύθμιση από το κράτος ώστε να μην παρατηρηθούν φαινόμενα εργοδοτικής αυθαιρεσίας”, τόνισε, ενώ υποστήριξε πως και “η Ευρώπη πρέπει σε αυτή τη δύσκολη κατάσταση να χαλαρώσει του δημοσιονομικούς περιορισμούς προς την Ελλάδα”.
Τέλος, για το θέμα της απολιγνιτοποίησης, ο Αλ. Χαρίτσης τόνισε πως “η λογική της βίαιης μετάβασης θα οδηγήσει σε οικονομική καταστροφή”, και κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι “δεν διαθέτει ολοκληρωμένο, κοστολογημένο εθνικό σχέδιο” και “δεν διαβουλεύεται με τις τοπικές κοινωνίες, που εδώ και δεκαετίες επιβιώνουν από τη δραστηριότητα του λιγνίτη”. “Μια προοδευτική μεταρρύθμιση δεν μπορεί να γίνει με επιδοτήσεις των ιδιωτικών μονάδων φυσικού αερίου εις βάρος των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και χωρίς μέριμνα για την τοπική οικονομία και τις θέσεις εργασίας”, κατέληξε, υπογραμμίζοντας την ανάγκη να ασκηθούν πιέσεις και προς την ΕΕ, ώστε να διεκδικήσει η Ελλάδα κονδύλια για τη δίκαιη μετάβαση.