Κι όμως, υπάρχουν άνθρωποι…

Κι όμως, υπάρχουν άνθρωποι…


Του
ΑΝΤΩΝΗ Π. ΑΡΓΥΡΟΥ
Δικηγόρου ΑΠ, Αν. Νομικού
Συμβούλου Πανεπιστημίου Αθηνών


Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 46 ετών το «κοριτσάκι με τις ξύστρες», όπως όλοι την αποκαλούσαν, η Δήμητρα Κουτσουρίδου από τα Βαλτόνερα Φλώρινας, που μπήκε στο Βιβλίο των Ρεκόρ Γκίνες το 2004, αφού είχε συγκεντρώσει 8.514 ξύστρες από όλο τον κόσμο. Η ιστορία του τυφλού κοριτσιού είχε συγκινήσει όλο τον κόσμο, όχι μόνο από την Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό, καθώς χιλιάδες γράμματα έφταναν από παντού με ξύστρες για να τις περιλάβει στη συλλογή της.

Μέσα σ’ έναν κόσμο που σπαράσσεται από τη βία, υπάρχουν γεγονότα που μας κάνουν να συγκινηθούμε γιατί μιλούν στην καρδιά μας. Εμείς ακόμη ζούμε στη γη του «φιλότιμου», της «φιλοξενίας», της «καλοσύνης» και της «ανθρωπιάς». Αυτές οι ελληνικές λέξεις αντιπροσωπεύουν καλύτερα αυτό που αγαπώ στον ελληνικό πολιτισμό και για το οποίο είμαστε περήφανοι. Το «κοριτσάκι με τις ξύστρες» είναι μια ανθρώπινη ιστορία που συ­γκίνησε τον κόσμο ολόκληρο και συγκινεί ο αγώνας ενός ανθρώπου.

Πέθανε σε ηλικία 90 ετών η Μαρίτσα Μαυραπίδου, παιδί προσφύγων από τα Μοσχονήσια της Μικρασίας, η μία από τις τρεις γιαγιάδες που αποτέλεσαν σύμβολο της αλληλεγγύης του λαού της Λέσβου στους εκατοντάδες χιλιάδες σύρους –στη μεγάλη πλειονότητά τους– πρόσφυγες που πέρασαν τη διετία 2015 – 2016 από τις απέναντι ακτές στο χωριό της, τη Σκάλα Συκαμινιάς.

Η γιαγιά Μαρίτσα μαζί με τις φίλες της, την Αιμιλία Καμβύση και την Ευστρατία Μαυραπίδου, οι οποίες πέρασαν όλη τη ζωή τους στο ψαροχώρι, τη Σκάλα, έγιναν σύμβολα της εθελοντικής προσφοράς της Λέσβου, όταν ο φωτογραφικός φακός τις «συνέλαβε» να περιποιούνται στην ακτή ένα βρέφος, παιδί μίας γυναίκας πρόσφυγα από τη Συρία, που μόλις είχε αποβιβασθεί στην ακτή. Συνέχιζαν, δε, να κάνουν το ίδιο, προσφέροντας –παρά τα χρόνια τους– ό,τι μπορούσαν στους πρόσφυγες όλον αυτόν τον καιρό που το χωριό τους έγινε το επίκεντρο της προσφυγικής-ανθρωπιστικής κρίσης.

Κάθε μέρα κατέβαιναν στην ακτή και κάθονταν μαζί με άλλους αλληλέγγυους στους πρόσφυγες πολίτες, συμπαραστεκόμενοι με όποιον τρόπο μπορούσαν στους ανθρώπους που καθημερινά φτάνουν από τις απέναντι τουρκικές ακτές. Όταν τον Νοέμβριο του 2015 επισκέφθηκε τη Συκαμινιά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος, είχε συναντηθεί με μία από τις τρεις γιαγιάδες, τη γιαγιά Μηλίτσα, την οποία είχε συγχαρεί για ό,τι έκανε μαζί με τις δύο φίλες της. Τότε εκείνη, εκ μέρους και των άλλων δύο γιαγιάδων, του είχε απαντήσει: «Γιατί λες μπράβο, γιε μου; Τι έκανα;».

Παιδιά από την Κρήτη ήταν κι εκείνα, που πήγαν εκπαιδευτική εκδρομή στο Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο και ξεδίπλωσαν μια ελληνική σημαία, πλαισίωσαν την ορφανεμένη στα ξένα Καρυάτιδα και της τραγούδησαν το «Τζιβαέρι». Το τραγούδι αφορά τον πόνο μιας μάνας που το πολύτιμο «τζιβαέρι η ξενιτιά το χαίρεται».

Αυτά τα τόσο σημαντικά τα κρύβουμε, προβάλουμε ό,τι πουλάει, θεώμεθα τα τρομερά συμβαίνοντα, όπως τον βασανισμό του μαθητή στον Βύρωνα, απαθείς, χωρίς ενοχές, χωρίς αντιδράσεις. Αντικαταστήσαμε τα οράματα με τα λάθη, παραγνωρίζοντας ότι τα λάθη, κατά τραγική ειρωνεία, προλογίζουν επικήδειο…

ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: flash.gr


Σχολιάστε εδώ