Δεν αρκεί η στήριξη Μακρόν

Δεν αρκεί η στήριξη Μακρόν

Η μόνη γλώσσα που καταλαβαίνει ο Ερντογάν είναι πως το κόστος οποιασδήποτε επιθετικής ενέργειας θα είναι πολύ μεγάλο για την Τουρκία…

 

Του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ


– Ανάγκη για εθνικό μέτωπο και ψύχραιμα ΜΜΕ απέναντι στην τουρκική απειλή

– H «ειδική σχέση» με τη Γερμανία και την κ. Μέρκελ, που στηρίζεται τόσο στα γερμανικά οικονομικά συμφέροντα στην Τουρκία βολεύει τον τούρκο Πρόεδρο

Η αχίλλειος πτέρνα της Ελλάδας δεν είναι μόνο αυτή η απουσία εθνικού μετώπου απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα αλλά και η απουσία ψύχραιμης αντιμετώπισης των γεγονότων από τα ΜΜΕ, όπως και η ευκολία με την οποία η μία κυβέρνηση διαγράφει όσα θετικά κληρονόμησε από την προκάτοχό της και την εκάστοτε αξιωματική αντιπολίτευση να κατηγορεί σχεδόν για «προδοσία» την εκάστοτε κυβέρνηση.

Χρειάστηκε το περιστατικό της Παρασκευής, όπου το τουρκικό ερευνητικό σκάφος «Oruc Reis» βρέθηκε να πλέει σε περιοχή της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, σε πολύ μικρή απόσταση από το σημείο που πραγματοποιούσε παράνομες σεισμικές έρευνες εντός της κυπριακής υφαλοκρηπίδας, για να προκληθεί σχεδόν… πολεμικός συναγερμός από τα ελληνικά ΜΜΕ. Και υπήρχε πραγματικό έλλειμμα ενημέρωσης, ώστε να γίνει γνωστό ότι ο πλους ενός ερευνητικού σκάφους σε διεθνή ύδατα δεν απαιτεί την… άδεια του παράκτιου κράτους στο οποίο ανήκει η υφαλοκρηπίδα, η οποία φυσικά αφορά τον βυθό. Και ότι ακόμη και εάν εσκεμμένα η Τουρκία «ξεστράτισε» το ερευνητικό σκάφος, αυτό δεν σημαίνει αυτομάτως και παραβίαση ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, εφόσον φυσικά δεν παραμείνει στην περιοχή και δεν επιχειρήσει να πραγματοποιήσει σεισμικές έρευνες, οπότε, τότε θα πρόκειται για μια ιδιαίτερα σοβαρή πρόκληση.

Το περιστατικό της Παρασκευής όμως έδωσε την ευκαιρία στην Τουρκία (ακόμη και αν προκλήθηκε από τυχαίο περιστατικό, μια και επίσημες πηγές επικαλούνταν την κακοκαιρία που επικρατούσε στην περιοχή) να δοκιμάσει τις ελληνικές αντοχές και αντιδράσεις σε ένα τέτοιο περιστατικό. Και μπορεί το Πολεμικό Ναυτικό να αντέδρασε με ψυχραιμία και αποτελεσματικότητα, στέλνοντας αμέσως στην περιοχή τη φρεγάτα «Νικηφόρος Φωκάς», όμως τα ελληνικά ΜΜΕ έσπευσαν να προκαλέσουν ανησυχία σε μια ήδη ανήσυχη κοινή γνώμη.


Ανάγκη να υπάρχει δυνατότητα διαχείρισης και των ψυχολογικών επιχειρήσεων που εξαπολύει κάθε φορά η Άγκυρα


Θα πρέπει να συνηθίσουμε πλέον στην ιδέα της τουρκικής απειλής και έτσι να υπάρχει δυνατότητα διαχείρισης και των ψυχολογικών επιχειρήσεων που εξαπολύει κάθε φορά η Άγκυρα με μοχλό τις διαρροές, τις δηλώσεις, τις προκλητικές κινήσεις, με στόχο τον ερεθισμό και την υπεραντίδραση των ελληνικών ΜΜΕ.

Η Αθήνα, δύο μήνες μετά τη νέα πρωτόγνωρη κατάσταση που διαμορφώθηκε στα ελληνοτουρκικά με το μνημόνιο που υπέγραψε ο Ερντογάν με τον Αλ Σαράζ, έχει σχεδόν εξαντλήσει τις διπλωματικές κινήσεις που έπρεπε να γίνουν άμεσα προκειμένου να ενισχύσει τη θέση της περί ακυρότητας του μνημονίου. Οι θέσεις που πήραν δημοσίως χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Γαλλία, η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Ιταλία αλλά και η ίδια η ΕΕ αποτελούν ένα ισχυρό όπλο στα χέρια της ελληνικής διπλωματίας.

Προφανώς, ιδιαίτερα θετική ήταν η στάση της Γαλλίας, όπως διατυπώθηκε από τον γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν στη συνάντησή του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Στάση που ανοίγει τον δρόμο για την εμβάθυνση και διεύρυνση της στρατηγικής συνεργασίας των δύο χωρών, που συμφωνούν στην προσέγγισή τους για το μέλλον της Ευρώπης αλλά και για τις εξελίξεις στην περιοχή και δεν κρύβουν τη συναντίληψή τους ότι ο τρόπος με τον οποίο πολιτεύεται ο κ. Ερντογάν στην Ανατολική Μεσόγειο συνιστά απειλή όχι μόνο για την Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά για ολόκληρη την περιοχή.

Βεβαίως, οι υπερβολές της κυβέρνησης σχετικά με το περιεχόμενο των αμερικανικών δημόσιων παρεμβάσεων το τελευταίο διάστημα δεν πρέπει να μηδενίσουν τη σημασία του ρόλου που παίζει η Ουάσινγκτον στην περιοχή. Η –σύμφωνα με διαρροές– σύσταση του κ. Τραμπ στον τούρκο Πρόεδρο Ταγίπ Ερ­ντογάν να βρεθεί λύση στα ελληνοτουρκικά, και η παραίνεση Πομπέο στην επιστολή του προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη, να αναζητηθεί λύση στα προβλήματα με την Τουρκία μέσω και του διαλόγου και ότι οι ΗΠΑ «υποστηρίζουν την ευημερία, την ασφάλεια και τη δημοκρατία στην Ελλάδα» απέχουν κατά πολύ από μια δήλωση ή πρόθεση «εγγύησης» της ασφάλειας της Ελλάδας, όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση, και στο πλαίσιο αυτό έχει βάση και η κριτική που ασκήθηκε στη Βουλή από τον Αλέξη Τσίπρα.

Αλλά είναι δεδομένο –και αυτό το γνωρίζουν όλοι– ότι η αμερικανική υποστήριξη μπορεί να φτάσει μέχρι αυτό το σημείο και σε καμιά περίπτωση, τουλάχιστον στο ορατό μέλλον, δεν φαίνεται πιθανό να υπάρξει σαφής τοποθέτηση των ΗΠΑ υπέρ της Ελλάδας στην αντιπαράθεση με την Τουρκία.


 Οι δηλώσεις και ανακοινώσεις που αποδοκιμάζουν την τουρκική προκλητικότητα έχουν τη σημασία τους φυσικά, αλλά δεν πτοούν, ούτε αποθαρρύνουν τον Ταγίπ Ερ­ντογάν


Οι δηλώσεις και ανακοινώσεις που αποδοκιμάζουν την τουρκική προκλητικότητα έχουν τη σημασία τους φυσικά, αλλά δεν πτοούν, ούτε αποθαρρύνουν τον Ταγίπ Ερ­ντογάν, ο οποίος έχει ανοίξει μέτωπα παντού και θεωρεί ίσως ότι το μέτωπο με την Ελλάδα είναι το πλέον «ασφαλές» για τον ίδιο. Προφανώς πιστεύει ότι ούτε η Γαλλία ούτε οι ΗΠΑ, που διατηρούν ισχυρή ναυτική παρουσία στην περιοχή, θα παρέμβουν προληπτικά ώστε να εμποδίσουν την όποια μονομερή κίνηση έχει στο μυαλό του, με την αποστολή ερευνητικού σκάφους είτε στην ελληνική υφαλοκρηπίδα ανατολικά της Ρόδου και της Κρήτης είτε ακόμη και νότια της Κρήτης, με πρόσχημα κάποια υποτιθέμενη συμφωνία της τουρκικής κρατικής εταιρείας πετρελαίου ΤΡΑΟ με την κυβέρνηση Αλ Σαράζ.


 Να διαμορφώσει ολοκληρωμένη και μακροπρόθεσμη στρατηγική ώστε να αντιληφθεί η Τουρκία ότι δεν θα πρόκειται για περίπατο και το κόστος από οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια εναντίον της Ελλάδας θα είναι και για την ίδια μεγάλο…


Επίσης, ο κ. Ερντογάν βλέπει ότι η «ειδική σχέση» με τη Γερμανία και την κ. Μέρκελ, που στηρίζεται τόσο στα γερμανικά οικονομικά συμφέροντα στην Τουρκία, όσο και στον στυγνό εκβιασμό του κ. Ερντογάν για το Μεταναστευτικό, αποδίδει στο πλαίσιο της ΕΕ, καθώς λόγω της γερμανικής απροθυμίας δεν προχωρούν οι αποφάσεις για επιβολή μέτρων και κυρώσεων εναντίον τουρκικών εταιρειών και ανώτατων αξιωματούχων που εμπλέκονται στις παράνομες γεωτρήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ.

Έτσι, ο τούρκος Πρόεδρος επενδύει σε αυτό το κενό που υπάρχει και αναπτύσσει τις προκλητικές και επιθετικές κινήσεις του, θεωρώντας ότι όταν έρθει η ώρα θα διαπραγματευθεί από πολύ ισχυρότερη θέση, καθώς θα έχει βάλει στο τραπέζι και νέα ζητήματα και θα πρέπει η Τουρκία να «ανταμειφθεί» προκειμένου να άρει τα τετελεσμένα που τώρα επιχειρεί.

Σε αυτό το περιβάλλον η Αθήνα πρέπει να διαμορφώσει ολοκληρωμένη και μακροπρόθεσμη στρατηγική, ώστε να μπορεί να αντιμετωπίσει κάθε ενδεχόμενο και κάθε εξέλιξη, έχοντας φυσικά πλήρη επίγνωση ότι ούτε ο Μακρόν ούτε, πολύ περισσότερο, ο Τραμπ ή οι Βρυξέλλες θα εμποδίσουν τον κ. Ερντογάν να προχωρήσει στην έμπρακτη αμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Και ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης της απειλής Ερντογάν είναι να διαμορφωθεί ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, με ισχυρές συμμαχίες, με ενίσχυση των δυνατοτήτων και της αποφασιστικότητας των Ενόπλων Δυνάμεων και με έτοιμο νομικό οπλοστάσιο, ώστε να αντιληφθεί η Τουρκία ότι όχι μόνο δεν θα πρόκειται για περίπατο, αλλά το κόστος από οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια εναντίον της Ελλάδας θα είναι και για την ίδια μεγάλο. Και αυτή είναι η μόνη γλώσσα την οποία ο κ. Ερντογάν, που προτιμά τα σίγουρα παιχνίδια, θα μπορέσει να καταλάβει.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ