Πώς η χοληστερόλη μπορεί να επηρεάσει τη γονιμότητα
Η χοληστερόλη είναι διάσημη για τη συσχέτισή της με την καρδιοπάθεια και τα εγκεφαλικά επεισόδια, αλλά ολοένα περισσότερες μελέτες υποδηλώνουν ότι μπορεί να παίζει ρόλο και στη γονιμότητα ανδρών και γυναικών.
Όπως ανέφεραν επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Μπέργκεν, στη Νορβηγία, μελέτησαν περισσότερες από 4.300 γυναίκες, οι 2.100 εκ των οποίων είχαν ένα ή κανένα παιδί. Οι ερευνητές διαπίστωσαν πως τις περισσότερες πιθανότητες να μην αποκτήσουν παιδί ή να κάνουν το πολύ ένα είχαν οι γυναίκες με παθολογικά επίπεδα λιπιδίων (δυσλιπιδαιμία) πριν από την εγκυμοσύνη.
Ειδικότερα, όσες είχαν χαμηλά επίπεδα καλής (HDL) χοληστερόλης και υψηλά επίπεδα κακής (LDL) χοληστερόλης και τριγλυκεριδίων, είχαν αυξημένες πιθανότητες να αποκτήσουν μόνο ένα παιδί. Αντίστοιχα, οι γυναίκες με υψηλά επίπεδα LDL και ολικής χοληστερόλης είχαν αυξημένες πιθανότητες να μην κάνουν κανένα παιδί. Οι πιθανότητες ατεκνίας ήταν ιδιαιτέρως αυξημένες στις γυναίκες με δυσλιπιδαιμία που ταυτοχρόνως ήταν υπέρβαρες ή παχύσαρκες.
Ανάλογα ευρήματα είχε λίγα χρόνια νωρίτερα άλλη μελέτη. Σε αυτήν συμμετείχαν 501 ζευγάρια, μέσης ηλικίας 31 ετών που προσπαθούσαν να αποκτήσουν παιδί. Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι τα ζευγάρια που δεν κατόρθωσαν να επιτύχουν εγκυμοσύνη μέσα σε 12 μήνες, είχαν κατά μέσο όρο σημαντικά υψηλότερα επίπεδα της χοληστερόλης.
«Είναι γεγονός πως η κακή διατροφή και η παγκόσμια επιδημία της παχυσαρκίας συνοδεύονται από αυξανόμενη συχνότητα δυσλιπιδαιμίας στους ενήλικες, η οποία με τη σειρά της σχετίζεται με προβλήματα όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών και το μεταβολικό σύνδρομο – τρεις παθήσεις που από μόνες τους αυξάνουν τον κίνδυνο υπογονιμότητας», λέει ο μαιευτήρας-χειρουργός γυναικολόγος δρ Ιωάννης Π. Βασιλόπουλος, MD, MSc, ειδικός στην Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή και ιδρυτικό μέλος του Institute of Life. «Εικάζουμε όμως ότι τα λιπίδια παίζουν και απευθείας ρόλο στην γονιμότητα, επειδή η χοληστερόλη είναι πολύ σημαντική για πολλές λειτουργίες που εμπλέκονται με αυτή».
Όπως εξηγεί ο δρ Βασιλόπουλος, η χοληστερόλη είναι μία λιπαρά ουσία η οποία αποτελεί βασικό δομικό συστατικό των κυτταρικών μεμβρανών, που τους επιτρέπει να διατηρούν την διαπερατότητα και την ρευστότητά τους. Παίζει επίσης σημαντικό ρόλο στην υγεία των αιμοφόρων αγγείων και των νευρικών ινών, καθώς και στη σύνθεση βιταμίνης D, χολικού οξέος και στεροειδών ορμονών.
Άλλες έρευνες έχουν συσχετίσει τη χοληστερόλη με επιδράσεις στα ωάρια και τα σπερματοζωάρια. Για παράδειγμα, η HDL χοληστερόλη, η οποία αποκαλείται «καλή» γιατί ασκεί καρδιοπροστατευτική δράση, έχει συσχετισθεί με καλύτερης ποιότητας ωάρια και έμβρυα, καθώς και με ευνοϊκές επιδράσεις στη σπερματογένεση. Αντίθετα, η αυξημένη ολική χοληστερόλη σχετίζεται με φλεγμονώδεις επιδράσεις στο σώμα που πλήττουν το εσωτερικό τοίχωμα των αιμοφόρων αγγείων (επιθήλιο) και έτσι παρεμποδίζουν την ελεύθερη ροή του αίματος. Χωρίς ικανοποιητική παροχή αίματος, όμως, πλήττεται η υγεία των ωαρίων και των σπερματοζωαρίων.