Γιάννης Μόραλης: Αγαπάω το μπλε γιατί είναι το βάθος και το τέλος, κυρίως το τέλος…
«Δεκέμβριος του 2009, 17 του μηνός, ημέρα Πέμπτη, πρωί, ξημερώματα. ‘‘Έχασα τον χρόνο’’, μου λέει, ‘‘πόσο έχει ο μήνας, τι μέρα είναι, πόσο είναι η ώρα…’’. Του απάντησα λέγοντας την αλήθεια. ‘‘Δηλαδή είμαι περίπου έναν μήνα άρρωστος… και είμαι στο σπίτι μου, στο σπίτι μου… Και ξέρετε τι μου λείπει; Το διάβασμα.
Αυτόν τον καιρό δεν έχω διαβάσει γραμμή. Μου λείπει το διάβασμα…’’. ‘‘Αν θέλετε’’, του απάντησα, ‘‘σας διαβάζω εγώ, όμως σύντομα θα ξαναδιαβάσετε, σήμερα είστε καλύτερα’’. ‘‘Ναι’’, μου είπε, ‘‘είμαι καλύτερα, αν όμως θα διαβάζω ξανά, αυτό θα το δούμε…’’. (Παρά τη μεταξύ μας οικειότητα και παρά τις προσπάθειες, δεν μιλήσαμε ποτέ στον ενικό, εκείνος από ευγένεια και εγώ από θαυμασμό).
Και συνέχισε τη συζήτηση. ‘‘Αυτήν την κουβέρτα που μου έβαλαν σήμερα τα κορίτσια’’, και εννοούσε τις αποκλειστικές νοσοκόμες, ‘‘μου τη χάρισε πριν χρόνια ένας φίλος μου από τη Γαλλία, είναι μπλε, ωραίο μπλε και έχει σαν σχέδια αυτά τα κεφαλαία Η που είναι κίτρινα, ένα όμορφο κίτρινο χρώμα. Μου αρέσει το κίτρινο, λένε πως είναι το χρώμα της ελπίδας, δεν ξέρω, εμένα όμως μου αρέσει’’.
‘‘Ναι’’, του είπα, ‘‘όμως τα τελευταία χρόνια το εγκαταλείψατε, σπάνια το χρησιμοποιείτε, αντίθετα με το μπλε, το πολύ μπλε που υπάρχει στα τελευταία έργα σας’’. ‘‘Είναι αλήθεια’’, μου απάντησε, ‘‘αγαπάω το μπλε, γιατί είναι το βάθος και το τέλος, κυρίως το τέλος’’ και σώπασε.
Παρασκευή, 18 Δεκεμβρίου, πρωί. Αφού τον εξέτασα του είπα τη μέρα και την ώρα».
«‘‘Είμαι κουρασμένος… θέλω να κοιμηθώ… να ησυχάσω… Θέλω να ξέρω ότι θα είστε μαζί μου, ότι δεν θα πονάω…’’. Πρόφτασα να τον βεβαιώσω και για τα δυο, ήταν το ελάχιστο, αν και σκεφτόμουν ότι καλύτερα να μη δει έναν ικτερικό ήλιο που πεθαίνει. Το μεσημέρι της ίδιας μέρας τέλειωσαν όλα. Ήρεμος, γαλήνιος, ευγενής μέχρι την τελευταία στιγμή, πλήρης, πρωτίστως πλήρης, έφυγε.
Οι σφυγμοί του έσβησαν στα δάχτυλά μου, όπως σβήνει το λευκό στο γαλάζιο μέσα στα φτερά των Αγγέλων του».
«ΥΓ: Την Κυριακή, 20 Δεκεμβρίου 2009, γύρω στις δέκα η ώρα περίπου, φάνηκε ο ήλιος, τον κοίταζε επίμονα και γυρνώντας σ’ εμένα: ‘‘Δεν σας είπα ότι και σήμερα θα δω το κίτρινο του ήλιου;’’. Θέλω να πιστεύω ότι αυτό ήταν το τελευταίο χρώμα που είδε αυτός ο υπέροχος άνθρωπος, ο γεννημένος ζωγράφος».
Υπογραφή: Πάνος Αποστολίδης, ο προσωπικός γιατρός του Γιάννη Μόραλη καταγράφει τις τελευταίες ώρες του κορυφαίου ζωγράφου μας