Τα διδάγματα από τη συνάντηση Μητσοτάκη – Τραμπ

Με τον Ερντογάν προ των πυλών, ο μικροκομματισμός βασιλεύει στο εσωτερικό…

Η συνάντηση Μητσοτάκη – Τραμπ, που, όπως συνηθίζουμε στην Ελλάδα, χάθηκε στα επουσιώδη και στα μικροκομματικά, ήταν απολύτως χρήσιμη καθώς πλέον διέλυσε και πάλι τις ψευδαισθήσεις και αυταπάτες όσων ακόμη πιστεύουν ότι υπάρχουν από μηχανής θεοί που θα προστατεύσουν την Ελλάδα από την επιθετικότητα της Τουρκίας.

Η δημόσια αντιπαράθεση στην Ελλάδα εξαντλήθηκε στην ανόητη κριτική, ότι ο κ. Μητσοτάκης έμεινε αμήχανος και σιωπηρός μπροστά στον Τραμπ όταν εκείνος περιέγραφε πώς θα τιμωρήσει το Ιράν και πώς εξοντώθηκε ο Σολεϊμανί ή γιατί δεν εκβίασε τον κ. Τραμπ θέτοντάς του το δίλημμα ότι είτε θα σταματήσει να στηρίζει την Τουρκία είτε η Ελλάδα δεν είναι πλέον δεδομένη ως σύμμαχος, ούτε οι αμερικανικές βάσεις στο ελληνικό έδαφος είναι δεδομένες.

Η επίσκεψη δεν ήταν επαρκώς προετοιμασμένη και δόθηκε η λανθασμένη εντύπωση ότι υπήρχαν τόσες υπερβολικές προσδοκίες από τη συνάντηση Μητσοτάκη – Τραμπ, ενώ όλοι γνωρίζουν τα όρια που μπορεί να φθάσει μια συζήτηση με τον αμερικανό Πρόεδρο.

Από την άλλη, η κριτική από την αξιωματική αντιπολίτευση, αυτήν που έβλεπε ότι υπάρχουν και… καλές προθέσεις πίσω από διαβολικές ενέργειες και εξυμνούσε την Αμερική με κάθε ευκαιρία, έκανε τις ΗΠΑ φιλοξενούμενη χώρα στη ΔΕΘ και διαπραγματευόταν την παραχώρηση περαιτέρω στρατιωτικών διευκολύνσεων (η διαπραγμάτευση των συμφωνιών έγινε με την προηγούμενη κυβέρνηση), δείχνει ότι η παθογένεια του πολιτικού μας συστήματος δεν έχει θεραπευθεί. Και είναι μάλλον αφελής και δείχνει άγνοια της άσκησης διπλωματίας η πρόταση του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ να μείνει σε εκκρεμότητα η συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας (από την οποία η Ελλάδα είναι που προσδοκά να κερδίσει) μέχρις ότου… συμμορφωθούν οι ΗΠΑ και σταθούν απέναντι στην Τουρκία.

Τη στιγμή που η Ελλάδα αντιμετωπίζει την πιο κρίσιμη απειλή από την Τουρκία τις τελευταίες δεκαετίες, εμείς περί άλλα τυρβάζουμε, χάνοντας την ουσία.

Από την επίσκεψη του κ. Μητσοτάκη στην Ουάσινγκτον τα συμπεράσματα είναι ξεκάθαρα και αυτά δεν αφορούν τόσο το ποιος έλληνας πρωθυπουργός βρέθηκε στον Λευκό Οίκο, αλλά κυρίως το ποιος είναι ο ένοικος του Λευκού Οίκου. Διότι ο Ντόναλντ Τραμπ –ένας άνθρωπος ιδιόρρυθμος, που ίδιος με αυτόν δεν έχει προϋπάρξει στην ιστορία των ΗΠΑ– καθορίζει την ατζέντα και δείχνει το πλαίσιο εντός του οποίου μπορούν να κινηθούν οι ελληνικές προσδοκίες από τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις.

Ο κ. Τραμπ προσέφερε πράγματι ισχυρή στήριξη στην ελληνική οικονομία, κάτι που είναι εξαιρετικά σημαντικό.

Όμως στα γεωπολιτικά ζητήματα έμεινε παγερά αδιάφορος, και στη δημόσια παρέμβαση του Κυριάκου Μητσοτάκη, που προειδοποίησε ότι η Ελλάδα δεν θα ανεχθεί παράνομες πρωτοβουλίες που παραβιάζουν κυριαρχικά δικαιώματά της από την Τουρκία, αλλά και στις ερωτήσεις δημοσιογράφων που αφορούσαν τόσο τα F-35, όσο και τη συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης…

Και δυστυχώς αυτές οι απαντήσεις ήταν αναμενόμενες από τον κ. Τραμπ, ενώ δεν «ίδρωσε» όταν άκουσε την έκκληση του έλληνα πρωθυπουργού για τη δική του παρέμβαση στην κατάσταση που δημιουργεί η Τουρκία με την παράνομη οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών με τη Λιβύη. Από την άλλη, βέβαια, το ελληνικό πολιτικό σύστημα, αντί να προσπαθήσει να χαράξει στρατηγική με τα δεδομένα αυτά που έχει στα χέρια του έμεινε σε όσα λένε οι «αξιωματούχοι» του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και του Πενταγώνου, ενώ ο αμερικανός Πρόεδρος είναι εκείνος που τελικά αποφασίζει.

Κατόπιν εορτής και περισσότερο για να μαζευτεί επικοινωνιακά η εικόνα, ανακαλύφθηκαν… προθέσεις για ανάληψη πρωτοβουλιών από βοηθούς του κ. Πομπέο σε μερικούς μήνες με στόχο την εκτόνωση της έντασης… Και υπήρξαν επίσης στοχευμένες διαρροές, σύμφωνα με τις οποίες η ελληνική πλευρά και ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξήγησαν την κατάσταση στον Ντόναλντ Τραμπ και είναι σίγουρο ότι ο αμερικανός Πρόεδρος τα α­ντιλήφθηκε όλα αυτά και θα οργανώσει πρωτοβουλία εκτόνωσης της έντασης.

Φυσικά, όλα αυτά ήταν σε επίπεδο διαρροών, επισήμως δεν υπήρξε η οποιαδήποτε αναφορά ή νύξη για κάποια αμερικανική πρωτοβουλία ή πάντως για κατανόηση των ελληνικών θέσεων σε ό,τι αφορά τα ελληνοτουρκικά από τον Πρόεδρο Τραμπ.

Το ερώτημα φυσικά είναι τι γίνεται τώρα, καθώς η Αθήνα δεν είναι δυνατόν να στηρίζεται σε διαρροές για τη διαχείριση της κατάστασης και της σοβούσας κρίσης στα ελληνοτουρκικά, ότι κάποια στιγμή, σε δύο ή τρεις μήνες, ο κ. Πομπέο θα στείλει έναν βοηθό του να μεσολαβήσει για την αποκλιμάκωση της έντασης.

Η αμερικανική παρέμβαση θα είχε σημασία εφόσον λειτουργούσε προληπτικά και αποτρεπτικά, προκειμένου να μην οδηγηθούμε σε κρίση, και οι λόγοι που μπορεί να οδηγήσουν σε κρίση είναι συγκεκριμένοι και προφανώς δεν προέρχονται από την Ελλάδα.

Θα είμαστε μόνοι…
Η Ελλάδα στην κρίση με την Τουρκία, όπου την πρωτοβουλία των κινήσεων έχει ο κ. Ερντογάν, θα είναι μόνη της και αυτό πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη της η πολιτική ηγεσία, που απλώς βρέθηκε την Παρασκευή για να πει ο καθένας την προαποφασισμένη θέση του, αντί να γίνει ένας γόνιμος διάλογος, να υπάρξει προβληματισμός ακόμη και αντιπαράθεση, προκειμένου να διαμορφωθεί ένα εθνικό πλαίσιο στόχων και επιδιώξεων αλλά και «κόκκινων γραμμών».

Στην παρούσα φάση, οι μόνες χώρες που θα μπορούσαν να προσφέρουν στήριξη στην Αθήνα είναι η Γαλλία και πιθανόν το Ισραήλ, ενώ από την ΕΕ η προσδοκία για κάτι περισσότερο από καταδικαστικές δηλώσεις είναι περιορισμένη, μια και η Γερμανία έχει σχεδόν υποκύψει πλήρως στον εκβιασμό της Ά­γκυρας με μοχλό το Μεταναστευτικό.

Στο διπλωματικό πεδίο, θα πρέπει να συνεχισθεί η προσπάθεια της Αθήνας, ώστε να μη μείνει κανένα περιθώριο στην Τουρκία να νομιμοποιήσει το παράνομο μνημόνιο με τη Λιβύη, ενώ επιχειρησιακά θα πρέπει να προετοιμασθούν οι Ένοπλες Δυνάμεις και το Λιμενικό για κάθε πιθανό σενάριο, ώστε να αποτραπεί η επιβολή τετελεσμένων από τον Ερντογάν εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.

Αν οι Αμερικανοί θέλουν να βοηθήσουν, όχι την Ελλάδα, αλλά την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή και στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, ας το κάνουν τώρα, πείθοντας τον κ. Ερ­ντογάν να μην κάνει καμιά ενέργεια που θα θεωρηθεί από την Ελλάδα ως παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της… Την εκ των υστέρων παρέμβαση τη ζήσαμε στα Ίμια και τέτοιες «μεσολαβήσεις» κάθε άλλο παρά τις έχουμε
ανά­γκη στην υπόθεση της υφαλοκρηπίδας της Ανατολικής Μεσογείου.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ