Tο ταξίδι του πρωθυπουργού στις ΗΠΑ έδειξε τα όρια του τι μπορεί κανείς να αναμένει από την Ουάσινγκτον

Tο ταξίδι του πρωθυπουργού στις ΗΠΑ έδειξε τα όρια του τι μπορεί κανείς να αναμένει από την Ουάσινγκτον

– Η Τουρκία, ακολουθεί τη γνωστή πολιτική, αυτοπροβάλλεται ως ανερχόμενη δύναμη και δηλώνει απροκάλυπτα ότι δεν δεσμεύεται από τους κανόνες του διεθνούς θαλάσσιου δικαίου.


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Tο ταξίδι του πρωθυπουργού στην Ουάσινγκτον έδειξε τα όρια του τι μπορεί κανείς να αναμένει από την Ουάσινγκτον. Αυτό δεν σημαίνει υποβάθμιση της σημασίας μιας ευνοϊκής και φιλικής Αμερικανικής πολιτικής απέναντι στην Ελλάδα.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες όμως είναι μια παγκόσμια δύναμη, που ακολουθεί πολιτική ισορροπιών ακόμη και έναντι χωρών όπως η Τουρκία, που ακολουθεί τη γνωστή πολιτική, αυτοπροβάλλεται ως ανερχόμενη δύναμη και δηλώνει απροκάλυπτα ότι δεν δεσμεύεται από τους κανόνες του διεθνούς θαλάσσιου δικαίου.

Είναι σημαντικό γι’ αυτό να ενισχύει η χώρα τα μέσα με τα οποία θα υπερασπίσει η ίδια τα ζωτικά της συμφέροντα, τον εθνικό της χώρο και τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Στο πνεύμα αυτό, στον πολύ σημα­ντικό τομέα των Ελληνο-Αμερικανικών σχέσεων, πρέπει να διεκδικήσει ουσιαστικά ανταλλάγματα στην ενίσχυση των στρατηγικών δεσμών, που υποτίθεται εξυπηρετούν και τις δύο πλευρές. Οι ΗΠΑ δεν μπορούν να προβάλλουν τις αντι-Ρωσικές εμμονές τους ως δήθεν εξυπηρέτηση και των Ελληνικών συμφερόντων.

Η Ελλάδα αντιμετωπίζει άμεσο κίνδυνο από τη γειτονική της Τουρκία και είναι υποχρεωμένη να επικε­ντρώσει προς αυτήν την κατεύθυνση τις διπλωματικές αλλά και τις αμυντικές της προσπάθειες. Έναντι των διευκολύνσεων που δέχθηκε η Ελλάδα να παράσχει στις ΗΠΑ από τη Σούδα και τη Λάρισα ως την Αλεξανδρούπολη, δικαιούται να διεκδικήσει, ως α­ντάλλαγμα, την άμεση ενίσχυση, π.χ., του Ελληνικού στόλου, με την παραχώρηση δύο Αμερικανικών πλοίων, με δυνατότητες αεράμυνας περιοχής, τα οποία έχει επείγουσα ανάγκη το Ελληνικό Ναυτικό.

Λογικά, μια τέτοια χειρονομία από Αμερικανικής πλευράς δεν θα αντιμετώπιζε αντιδράσεις στο Κογκρέσο, ακόμη και στο Πε­ντάγωνο, που δεν θέλει να αποδεσμεύσει πρόωρα αξιόμαχες ναυτικές μονάδες, όπως και άλλα οπλικά συστήματα. Η ενίσχυση της άμυνας παραλλήλως προς την οικονομική ανόρθωση είναι το αμεσότερο και σημαντικότερο έργο που έχει να επιτελέσει η κυβέρνηση. Αυτό δεν θα επιτευ­χθεί, βεβαίως, μόνο με την προσδοκία παραχωρήσεως στη χώρα μας Αμερικανικού πλεονάζοντος πολεμικού υλικού.

Πρέπει να επιδιωχθεί, χωρίς θόρυβο και τυμπανοκρουσίες, με ένα κατεπείγον πρόγραμμα, που να έχει ως στόχο την άμεση κάλυψη των πολύ μεγάλων επιχειρησιακών αναγκών σε όλους τους τομείς. Η προμήθεια σκαφών και αεροσκαφών, εκτός του ότι είναι πολυδάπανη, απαιτεί μεγάλους χρόνους. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να προγραμματίζεται εγκαίρως η προμήθειά τους και να παρακολουθείται στενά η αεροναυτική ισορροπία δυνάμεων με την Τουρκία.



Τα νησιά του Αιγαίου κατεπειγόντως να μετατραπούν, με πυραύλους, σε αβύθιστα αεροπλανοφόρα


Ας αναλογισθεί κανείς ποια θα ήταν η θέση της Ελλάδος εάν η Τουρκία παρελάμβανε τελικά τα αεροσκάφη F-35. Η Τουρκική πλευρά θα αποκτούσε αεροπορική υπεροχή και θα τη χρησιμοποιούσε ως μοχλό για στρατηγικό εκβιασμό της Ελλάδος. Υποστηρίζουν ορισμένοι ότι τα πράγματα δεν θα ήταν ενδεχομένως έτσι και ότι έχει μυθοποιηθεί το F-35, με την απόδοση σ’ αυτό δυνατοτήτων που στην πραγματικότητα δεν έχει. Ακόμη όμως και να ήταν έτσι τα πράγματα, δεν πρέπει κανείς να υποτιμά τα πλεονεκτήματα που έχει ένα αεροσκάφος 5ης γενεάς έναντι ενός αεροσκάφους 4ης γενεάς.

Σε κάθε περίπτωση, υπό τις σημερινές συνθήκες, παραλλήλως προς τον μακροπρόθεσμο προγραμματισμό, που είναι επιβεβλημένος, για την προμήθεια συγχρόνων αεροσκαφών και πολεμικών σκαφών, πρέπει να δοθεί έμφαση στην προμήθεια πυραύλων και πυραυλικών συστημάτων, όπως επίσης μαχητικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών, που το κόστος τους είναι υποπολλαπλάσιο, αλλά η μαχητική τους αξία και η χρησιμότητά τους μπορεί να αποδειχθεί καταλυτική. Τα νησιά του Αιγαίου, π.χ., μπορούν να μετατραπούν, με πυραύλους, σε αβύθιστα αεροπλανοφόρα. Με την ίδια λογική, πρέπει κατεπειγόντως να ενισχυθεί ο στρατός ξηράς με σύγχρονα αντιαρματικά και άλλα αναγκαία συστήματα.

Οι εξελίξεις στη Λιβύη είναι πολύ πιθανόν να οδηγήσουν σε άδοξο τέλος το καθεστώς Σάρατζ στην Τρίπολη. Η κοινή έκκληση Πούτιν – Ερντογάν για εκεχειρία στη Λιβύη μπορεί να είναι ένας ελιγμός του Πούτιν για να βοηθήσει την Τουρκική πλευρά να απε­μπλακεί από τις προηγούμενες μεγαλόστομες διακηρύξεις Ερντογάν ότι θα στείλει στρατεύματα στη Λιβύη.

Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν ακυρωθεί εκ των πραγμάτων το Τουρκο-Λιβυκό μνημόνιο, αυτό δεν σημαίνει ότι η Άγκυρα θα παύσει να διεκδικεί τη «Γαλάζια Πατρίδα», που κατ’ αυτήν προεκτείνεται μέχρι την Αίγυπτο και τη Λιβύη, και να δηλώνει ότι ακόμη και η Κρήτη δεν έχει υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ.

Το πρόβλημα θα εξακολουθήσει να υπάρχει, με ορατό το ενδεχόμενο ο Ερντογάν να δοκιμάσει τα όρια της Ελληνικής αποφασιστικότητας, στέλνοντας σκάφος ερευνών, ως προπομπό γεωτρύπανων, στην Ελληνική υφαλοκρηπίδα στα νότια της Κρήτης. Τι θα πράξει η Ελληνική πλευρά; Θα εμπλακεί σε διάλογο και θα μιλά για δήθεν Χάγη, όταν η Τουρκική πλευρά θα έχει παραβιάσει εν τοις πράγμασι την Ελληνική υφαλοκρηπίδα και τα Ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα;


 Προκαλεί, γι’ αυτό, ανησυχία η χαλαρότητα με την οποία αντιμετωπίζει η κυβέρνηση δύο θέματα


Το πρώτο είναι η άμυνα, για την οποία έγινε αναφορά παραπάνω, το δεύτερο είναι η συνεχιζόμενη πολιτική των ανοικτών συνόρων στην παράνομη μετανάστευση. Η χαλαρότητα σε ό,τι αφορά την άμυνα εκδηλώνεται με αδράνεια για την κάλυψη των μεγάλων ελλείψεων που υπάρχουν σε πολλούς επιχειρησιακούς τομείς, που είναι κρίσιμοι, σε περίπτωση αντιπαραθέσεως με την άλλη πλευρά. Έγινε ένα πρώτο βήμα με τη συμφωνία για τα Μιράζ και τα οπλικά τους συστήματα, όπως επίσης με την προκήρυξη διαγωνισμού για την προμήθεια σύγχρονων τορπιλών για τα υποβρύχια.

Το βήμα αυτό δεν αρκεί. Χρειάζονται κατεπειγόντως και άλλα βήματα, σε τομείς που γνωρίζουν καλά τα Επιτελεία. Ο λόγος που προβάλλεται είναι η ανυπαρξία χρημάτων. Υπάρχει υποψία ότι δεν είναι ο μόνος. Τα υπερπλεονάσματα, π.χ., ήταν αρκετά μεγαλύτερα από τα αναμενόμενα. Γιατί το πλεόνασμα των υπερπλεονασμάτων, τουλάχιστον, δεν δόθηκε στην Άμυνα;

Η υποψία ότι τα χρήματα δεν είναι ίσως ο μόνος λόγος δεν είναι άσχετη με φωνές και ψιθύρους που ακούγονται: «Να τα βρούμε με την Τουρκία», «να κάνουμε διάλογο με την Τουρκία», «να πάμε στη Χάγη», «γιατί να μη συζητήσουμε και τη συνεκμετάλλευση;». Είναι προφανές ότι για όσους διακινούν αυτές τις απόψεις η στρατιωτική αδυναμία γίνεται επιχείρημα.

Σε ό,τι αφορά το δεύτερο θέμα, την παράνομη μετανάστευση, η ακολουθούμενη πολιτική αγγίζει τα όρια της αφροσύνης, όταν ο κίνδυνος ενώπιόν μας είναι ολοφάνερος. Ο Ερντογάν έχει δείξει και στη Συρία και στη Λιβύη ότι χρησιμοποιεί, ως προπομπό και επικουρική δύναμη του στρατού του, μισθοφόρους και φανατικούς Τζιχαντιστές, τους οποίους στρατολογεί υπό τη σημαία του Ισλάμ. Είναι δυνατόν να εξακολουθεί η Ελλάδα να έχει ανοικτά σύνορα με την Τουρκία και να «υποδέχεται» ως δήθεν πρόσφυγες όσους επιλέγει και στέλνει η Άγκυρα στην Ελλάδα;

Προφανώς, το πρόβλημα δεν είναι μόνο οι Τζιχαντιστές και αυτοί που θα μπορούσαν, σε κατάλληλη στιγμή, να λειτουργήσουν ως Ισλαμικός στρατός και εμπροσθοφυλακή του Ερντογάν μέσα στην ίδια την Ελλάδα. Το θέμα είναι πολύ μεγαλύτερο. Είναι η αλλαγή πληθυσμού, που συντελείται με την είσοδο και εγκατάσταση στη χώρα Μουσουλμανικών μαζών, και η πλήρης διάσπαση της εθνικής συνοχής της χώρας και η αλλοτρίωσή της.


 Ζήσαμε με την προηγούμενη κυβέρνηση τον παραλογισμό των ανοικτών συνόρων – Συνεχίζεται η ίδια πολιτική!


Ζήσαμε με την προηγούμενη κυβέρνηση τον παραλογισμό των ανοικτών συνόρων. Α­ντί η πολιτική αυτή να αναστραφεί και να ελεγχθούν αποτελεσματικά τα σύνορα, συνεχίζεται η ίδια πολιτική, που μετατρέπει τη χώρα σε όμηρο της Άγκυρας και αναγάγει την παράνομη μετανάστευση σε στρατηγικό και διπλωματικό όπλο του Ερντογάν. Η επωδός ότι δεν μπορούμε δήθεν να κλείσουμε τα σύνορα, όταν όλες οι άλλες Ευρωπαϊκές χώρες τα κλείνουν, είναι αξιοθρήνητη.

Η παράνομη μετανάστευση δεν είναι πεπρωμένο της χώρας. Είναι αυτοκαταστροφική πολιτική των κυβερνήσεων, που επέτρεψαν και εξακολουθούν ακόμη να επιτρέπουν τη δημιουργία και τη γιγάντωση ενός προβλήματος που απειλεί τα εθνικά θεμέλια της χώρας και το εθνικό μέλλον του Ελληνικού λαού.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτο: twitter.com/primeministergr


Σχολιάστε εδώ