Η ΖΩΗ ΚΑΘΩΣ ΚΥΛΑΕΙ ΚΟΥΚΟΣ ΠΟΥ ΛΑΛΑΕΙ

Η ΖΩΗ ΚΑΘΩΣ ΚΥΛΑΕΙ ΚΟΥΚΟΣ ΠΟΥ ΛΑΛΑΕΙ

Σέ νέων τη συγκέντρωση
τό πάθος συγκεντρώνει
ποία ομάδα θά νικά
καί ποιά θά μαραζώνει.
•••
Δέν ήτανε Ελληνικές
τού πάθους οι ομάδες
τής σφαίρας όμως η πνοή
γέννησε τούς καυγάδες.
•••
Δύο κορίτσια θύμωσαν
καί είπανε στ’ αγόρια:
«Δέν σταματάτε νεαροί
τής ερημιάς κοκόρια,
•••
εδώ ο κόσμος καίγεται
δώστε του σημασία
αφήστε τά μαλώματα
βγείτε απ’ τήν αφασία».
•••
Καί τότε οι μπαρόβιοι
λαλήσανε καί άλλο
καί έγινε η αίθουσα
τσίρκο θαρρείς μεγάλο.
•••
Ό ένας έδειχνε δεξιά
ο άλλος είς τό κέντρο
κι η φασαρία έγινε
– ναί, μά τόν Άγιο Πέτρο,
•••
μιά αίθουσα Βουλευτική
καί γάβγιζαν σάν σκύλοι
εκείνοι π’ αγαπιόντουσαν
κι ήτανε πάντα φίλοι.
•••
Οι κόρες σηκωθήκανε
γεμάτες αηδία
– εκείνες πού κουβάλαγαν
τά έντιμα αιδοία.
•••
Άρπαξαν τά φλιτζάνια τους
καί μέ πολλή μανία
τά πέταξαν ομαδικώς
στών νέων τά κρανία.
•••
Απάντηση δέν λάβανε
κι ομαδικώς ουρλιάζαν
λές κι ήτανε σέ όπερα
καί τόν Μπετόβεν κράζαν.
•••
Τό ματς συνεχιζότανε
η μπάλα τόν χαβά της
κι η συμμορία λήσταρχων
έσπαγε φούλ τ’ αβγά της.
•••
Ο ένας έριχνε γροθιές
ο άλλος βλαστημούσε
στήν Χώρα πού ο χάροντας
τήν πόρτα τους χτυπούσε.
•••
Οι κόρες μέσα στήν ντροπή
καί τήν αναλγησία
κατάλαβαν πώς έχασαν
κάθε στιγμής ουσία.
•••
Σηκώθηκαν καί έφυγαν
– έξω η Χώρα σφύζει
ο μετρ ποσώς ανάλγητος
στό γήπεδο σφυρίζει.
•••
Ήμαστε Χώρα ένδοξη
πλήν καί καταραμένη
πού ο Έλληνας τήν αγνοεί
καί τήν μισούν οι ξένοι.
…………………………………
«Ρίξε Απρίλη δυο νερά
φέξε και συ φεγγάρι
άνοιξε γη να ξαναβγεί
το Μέγα άνθος της Φυλής
εκδίκηση να πάρει».
ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΓΡΑΦΕΩΣ

ΤΟ ΠΑΡΟΝ


 
Απολαύστε περισσότερο Φιοράντε  ΕΔΩ


Σχολιάστε εδώ