Χρ. ΜΠΟΤΖΙΟΣ στο «Π»: Προσφυγή στη Χάγη μονομερώς;

Χρ. ΜΠΟΤΖΙΟΣ στο «Π»: Προσφυγή στη Χάγη μονομερώς;


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Είναι πολύ δύσκολο να αποτιμηθούν τα θετικά ή τα αρνητικά της εξωτερικής πολιτικής, ιδιαίτερα όταν τα γεγονότα βρίσκονται ακόμα σε εξέλιξη. Σταθεροί παράγοντες που επηρέαζαν την ελληνική εξωτερική πολιτικοί τα προηγούμενα χρόνια και που σίγουρα θα επηρεάζουν και στο προβλεπτό μέλλον ήταν η συμμετοχή μας στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ.

Στα αρνητικά για την εξωτερική μας πολιτική και για τον Ελληνισμό γενικότερα καταγράφονται η μη εισέτι επίλυση του Κυπριακού και η ένταση των σχέσεων με την Τουρκία, η οποία συνεχίζει την προκλητική της συμπεριφορά στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Τον χρόνο που πέρασε συντελέσθηκε μια κυβερνητική αλλαγή, χωρίς όμως να σημειωθεί και ουσιαστική αλλαγή στον προσανατολισμό της εξωτερικής μας πολιτικής.

Η βαλκανική πολιτική της προηγούμενης κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, κυρίως ως προς το Σκοπιανό, με την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών, δεν αμφισβητήθηκε από την κυβέρνηση της ΝΔ, παρά τις αντιθέσεις που είχαν εκφρασθεί προεκλογικά. Τέλος καλό, όλα καλά, όπως λέει ο Σαίξπηρ… Το Κυπριακό, αν και έχουν περάσει 45 συναπτά έτη από την τουρκική εισβολή, εξακολουθεί να παραμένει άλυτο και τούτο παρά τις επανειλημμένες καταδικαστικές αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών. Είναι φανερό ότι η Άγκυρα επιδιώκει τη δημιουργία δύο χωριστών κρατών, κάτι που ισοδυναμεί με διχοτόμηση. Οι Τουρκοκύπριοι, αν και δεν λείπουν οι έντιμες φωνές, που δέχονται λύση που να βασίζεται στο ενιαίο του κυπριακού κράτους, με δύο ισόνομες κοινότητες, υποχωρούν στις πιέσεις της Άγκυρας, από την οποία εξαρτώνται σε πολλούς τομείς.

Υπάρχουν όμως και μεταξύ των Τουρκοκυπρίων πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που μας επιτρέπουν να αισιοδοξούμε. Πρόσφατα, με πρωτοβουλία του προέδρου της οργάνωσης «Αλληλεγγύη για τη Κύπρο» κ. Πάνου Τριγάζη, διακεκριμένου πολιτικού στοχαστή, δημοσιογράφου και διανοούμενου, παρουσιάστηκε στη Στοά του Βιβλίου στην Αθήνα το ποιητικό έργο της Τουρκοκύπριας κ. Νεσιέ Γιασίν, γνωστής για τις ενωτικές της θέσεις και υπέρμαχου της συμβίωσης Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων σε ένα και ενιαίο κράτος, την Κυπριακή Δημοκρατία. Συγκίνησαν οι στίχοι ενός ποιήματός της που έχει μελοποιήσει ο Μάριος Τόκας, στο οποίο μιλάει για διαιρεμένη κοινή πατρίδα. Ελπίζεται ότι οι νέες πρωτοβουλίες του ΓΓ των Ηνωμένων Εθνών Αντόνιο Γκουτέριες θα αποδώσουν καρπούς.

Προβληματίζει η στάση των ΗΠΑ και της Ρωσίας, αμφοτέρων μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, που αρκούνται σε ευχολόγια, αντί να ασκήσουν πραγματική πίεση προς τον αδικοπραγούντα, την Τουρκία. Ίσως να εκτιμούν ότι η διαιώνιση της κατάστασης εξυπηρετεί καλύτερα τα γεωπολιτικά τους συμφέροντα στην περιοχή. Εκτός του Κυπριακού, σοβαρότατο πρόβλημα για την ελληνική εξωτερική πολιτική, που καλείται να χειρισθεί η κυβέρνηση, είναι οι σχέσεις με την Τουρκία.

Η Άγκυρα και ειδικότερα το καθεστώς Ερντογάν καθίσταται όλο και επιθετικότερο, και όχι μόνο έναντι της Ελλάδας. Πέραν των καθημερινών παραβιάσεων του εναερίου και θαλασσίου χώρου στο Αιγαίο, προσφάτως προχώρησε σε σύναψη συμφωνίας με την κυβέρνηση της Λιβύης του Φαγιέτ Αλ Σαράζ, που ελέγχει μόνο ένα μικρό μέρος γύρω από την πρωτεύουσα Τρίπολη, με την οποία οριοθετείται η θαλάσσια ζώνη μεταξύ Τουρκίας – Λιβύης, αγνοώντας πλήρως την ύπαρξη των ελληνικών νήσων του Ανατολικού Αιγαίου, συμπεριλαμβανομένης της Κρήτης. Σε τι ακριβώς αποβλέπει η Τουρκία με τη συνεχή παραβατική συμπεριφορά της;

Ελπίζω ότι και οι πλέον εύπιστοι έχουν αντιληφθεί ότι το διακύβευμα δεν είναι μόνο η συνεκμετάλλευση των ενεργειακών πηγών στο Αιγαίο. Η Άγκυρα μετά την εισβολή στη Κύπρο το 1974 ενεργεί με συνέπεια και βάσει πολιτικού σχεδιασμού, αποβλέποντας στην πλήρη αλλαγή του status quo στο Αιγαίο και στην αμφισβήτηση της εγκυρότητας της Συνθήκης της Λωζάννης. Και οι επιδιώξεις αυτές δεν είναι γνώρισμα μόνο του σημερινού καθεστώτος Ερντογάν. Η Τουρκία δεν αποτελεί μόνο ελληνικό πρόβλημα. Πρέπει να απασχολήσει και να προβληματίσει και άλλες χώρες που άμεσα ή έμμεσα θίγονται από τα μεγαλομανή συ­μπεριφορά του Νεοσουλτάνου.

Η παλαιότερη και σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία βρίθουν από αρνητικά παραδείγματα αδράνειας και ανοχής, που αργότερα πλήρωσαν βαρύ τίμημα, έναντι φιλόδοξων ηγετών. Οι ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων έχουν υποστεί κριτική, στη βάση ότι ακολουθούν κατευναστικές πολιτικές έναντι της Άγκυρας. Πρόκειται για υπεραπλουστεύσεις, γιατί η διεξαγωγή διαλόγου με σκοπό την επίλυση διμερών διαφορών είναι η ενδεδειγμένη οδός, αντί της έλλειψης επικοινωνίας και τελικά τη σύγκρουση. Ασφαλώς υπό την προϋπόθεση ότι έχουν καταστεί σαφείς, έναντι εχθρών και φίλων, οι «κόκκινες γραμμές».

Πώς αντιμετωπίζεται η τουρκική επιθετικότητα και απειλή, που δεν είναι παροδική, ούτε, όπως τονίσθηκε προηγουμένως, συνδέεται μόνο με το παρόν καθεστώς Ερντογάν; Έτοιμες και σίγουρες συνταγές προς εκτέλεση δεν υπάρχουν. Κυρίως γιατί όσα ξέρει ο νοικοκύρης, δηλαδή, οι κυβερνώ­ντες και οι υπεύθυνοι για την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής, δεν τα ξέρει ο κόσμος όλος. Θα επαναλάβουμε όμως μερικές από τις ιδέες μας.

Α) Επιβάλλεται συνεχής και εμπεριστατωμένη διπλωματική δραστηριότητα με πλήρη ενημέρωση των εταίρων και φίλων χωρών για τη σημασία και τις πιθανές συνέπειες της τουρκικής παραβατικότητας.

Β) Ενδελεχής μελέτη και ανάλυση των τουρκικών βλέψεων στο Αιγαίο, την Ανατολική Μεσόγειο, την περιοχή του Καυκάσου και τη Βόρεια Αφρική.

Γ) Ανάπτυξη ιδιαίτερης συνεργασίας με τις χώρες των οποίων θίγονται σοβαρά οικονομικά και στρατηγικά συμφέροντα από τις τουρκικές ενέργειες. Τελευταίως, και σε συνέχεια της τουρκολιβυκής συνεργασίας, η οποία έχει προβληματίσει ακόμη και μεγάλες δυνάμεις, συνιστάται η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

Δεν διευκρινίζεται όμως αν το επιθυμούν και οι Τούρκοι, γιατί η δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης εξαρτάται από τα συνυποσχετικά που οφείλουν να υποβάλουν και τα δύο μέρη. Και αν συμφωνεί και η άλλη πλευρά, το ερώτημα που τίθεται είναι: Τι προϋποθέσεις θα θέσει η Άγκυρα; Αποδέχεται τη μέση γραμμή για την οριοθέτηση στο Αιγαίο ή θα ζητήσει την εφαρμογή της αρχής της ευθυδικίας (equity); Θα θέσει ή όχι θέμα βραχονησίδων, αν τα απομακρυσμένα νησιά διαθέτουν υφαλοκρηπίδα και άλλες διεκδικήσεις που έρχονται σε αντίθεση με το Δίκαιο της Θάλασσας; Θυμίζουμε ότι η Τουρκία είχε υπαναχωρήσει από τη συμφωνία Καραμανλή – Ντεμιρέλ για προσφυγή στη Χάγη, υποστηρίζοντας ότι η διαφορά ήταν πρωτίστως πολιτική και μόνο ό,τι θα έμενε άλυτο θα υποβαλλόταν στην κρίση του Διεθνούς Δικαστηρίου. Δεν πρέπει, επίσης, να παραβλέψουμε ότι στις αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου τα πολιτικά κριτήρια δεν είναι τελείως… άγνωστα.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ