ΙΟΒΕ: Πώς ο δείκτης οικονομικού κλίματος σκαρφάλωσε σε υψηλά 12 ετών

ΙΟΒΕ: Πώς ο δείκτης οικονομικού κλίματος σκαρφάλωσε σε υψηλά 12 ετών

Τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αισθητή βελτίωση του οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο παρουσιάζει το IOBE, το οποίο και αποδίδει την θετική αυτή εξέλιξη στο χαμηλό κόστος δανεισμού, αλλά και την ελάφρυνση  των φορολογικών βαρών. 

Ο δείκτης ανέκαμψε στις 109,5 από 107 μονάδες και βρίσκεται πλέον στα υψηλότερα επίπεδα από τον Νοέμβριο του 2007. Η νέα  άνοδος προέρχεται κυρίως από βελτίωση των προσδοκιών στις κατασκευές και τις υπηρεσίες, και σε μικρότερο βαθμό από τη βελτίωσή τους στη βιομηχανία και την ενίσχυση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης.

Το λιανικό εμπόριο ήταν τον περασμένο ο μοναδικός κλάδος στον οποίο η τάση ήταν πτωτική παρά τη νέα βελτίωση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης που τη διαμόρφωσε σε ιστορικά υψηλό επίπεδο 19 ετών.

Όπως επισημαίνει το ΙΟΒΕ μια σειρά από δείκτες της ελληνικής οικονομίας εξακολουθούν να κινούνται ανοδικά παρά την επιδείνωση του εξωτερικού περιβάλλοντος και τα σημεία έντασης στη γεωγραφική περιοχή μας. «Οι πλέον σημαντικές εξελίξεις εγχωρίως αφορούν στην αποκλιμάκωση του κόστους χρηματοδότησης και τη μείωση των φορολογικών βαρών, με επιχειρήσεις και νοικοκυριά να προσαρμόζονται στα νέα δεδομένα» εξηγεί και προσθέτει πως «η εξέλιξη της προσαρμογής θα εξαρτηθεί από τα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας».

Επισημαίνεται άλλωστε πως η παραγωγική βάση της ελληνικής οικονομίας είναι συρρικνωμένη από τη χρόνια αποεπένδυση, η αγορά εργασίας είναι πιο ευέλικτη αλλά με αναντιστοιχίες προσφοράς και ζήτησης, ενώ παραμένουν εμπόδια σε επιμέρους οικονομικές δραστηριότητες.

Υπό τις συνθήκες αυτές, οι επιλογές της οικονομικής πολιτικής θα είναι καθοριστικές στη σταθεροποίηση της ανάκαμψης και την επιτάχυνσή της και οι όποιες παρεμβάσεις και μέτρα πρέπει να στοχεύουν στην ενίσχυση της οικονομίας μεσοπρόθεσμα, προειδοποιεί το ΙΟΒΕ.

Αναλυτικότερα:

Στη Βιομηχανία, το αρνητικό ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση δεν μεταβλήθηκε, καθώς ο δείκτης των εκτιμήσεων για τα αποθέματα μεταβλήθηκε οριακά και οι προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες αυξήθηκαν ήπια.

Στις Κατασκευές, οι αρνητικές προβλέψεις για το πρόγραμμα υποχώρησαν έντονα, όπως και οι αρνητικές προβλέψεις για την απασχόληση.

Στο Λιανικό Εμπόριο, οι θετικές εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις ενισχύονται ήπια, οι αλλαγές στις προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή τους είναι οριακές, ενώ τα αποθέματα διογκώνονται.

Στις Υπηρεσίες, οι θετικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων μεταβάλλονται ήπια, όπως και οι αντίστοιχες για την τρέχουσα ζήτηση αλλά και οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή της.

Στην Καταναλωτική Εμπιστοσύνη ενισχυτικά στις προσδοκίες των πολιτών μάλλον επενέργησε η συζητούμενη στο δημόσιο διάλογο πραγματοποίηση περαιτέρω φοροελαφρύνσεων φέτος και ο περιορισμός εισφορών που δεν περιλαμβάνονταν στον προϋπολογισμό του 2020, όπως η νέα μείωση του ΕΝΦΙΑ και η μείωση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, που θα ενισχύσουν τα εισοδήματά τους. Ύστερα από τη νέα άνοδο, οι Έλληνες καταναλωτές συνεχίζουν να μη συγκαταλέγονται στην πεντάδα των περισσότερο απαισιόδοξων στην Ε.Ε. Την πρώτη θέση σε αυτήν την κατάταξη κατέχει και πάλι η Βουλγαρία, με -21,7 μονάδες (από -22,7 μον.) και την πέμπτη το Βέλγιο (-11,1 από -12,0), με την Ελλάδα να βρίσκεται στη 12η θέση.

Θα πρέπει πάντως να επισημάνουμε ότι μετά την βελτίωση των εκτιμήσεων των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών τους τελευταίους 12 μήνες, οι προβλέψεις για τους επόμενους 12 μήνες είναι ελαφρώς χειρότερες. Ο σχετικός δείκτης παραμένει σε θετικό έδαφος, αλλά μειώθηκε στις +1,5 από +3,5 μονάδες. Το 18% των νοικοκυριών αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ το 22% προβλέπει μικρή βελτίωση.

Πηγή: naftemporiki.gr


Σχολιάστε εδώ