Η προάσπιση του EastMed, προϋπόθεση για την εμπέδωση της γεωπολιτικής του σημασίας – Η ενεργειακή εξάρτηση της ΕΕ από τη Ρωσία (ποσοτική αποτίμηση)
EastMed και ενεργειακή ασφάλεια
Του
ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΥ ΑΔΑΜΙΔΗ
Δικηγόρου, LL.M (Harvard’ 95), ΔΝ, αν. Καθηγητή
Κοινοτικού Δικαίου, Προμηθειών και Διεθνών Σχέσεων
στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων
Η πρόσφατη υπογραφή της συμφωνίας συνεργασίας για την κατασκευή του αγωγού μεταφοράς φυσικού αερίου (EastMed) είναι αναμφίβολα μια σημαντική πρωτοβουλία και μπορεί να αποτελέσει ένα σοβαρό έργο υποδομής.
Ως σύλληψη και στόχευση ανταποκρίνεται σε θεμελιώδεις στοχεύσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των δυτικών συμμαχιών. Αφενός μεν ενεργεί στην κατεύθυνση της ανάδειξης εναλλακτικών πηγών προμήθειας φυσικού αερίου και συμβάλλει στον περιορισμό της ενεργειακής εξάρτησης από τη Ρωσία.
Ενεργειακή εξάρτηση της ΕΕ από τη Ρωσία
Σε καθαρά ποσοτική αποτίμηση, ο αγωγός θα μπορεί κατά τους σχεδιασμούς να προμηθεύει τις καταναλώτριες χώρες με 10 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου, την ίδια στιγμή που ο εμβληματικός Nord Stream 1 προμηθεύει τους δυτικούς για τη Ρωσία καταναλωτές με 55 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου σε ετήσια βάση, ενώ ο περιλάλητος Nord Stream 2 προβλέπεται να διοχετεύει τη διπλάσια ποσότητα, δηλαδή 110 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου.
Μεγέθη που όσο και αν βαφτίζονται βολικά από τη Γερμανία, ως απλά εμπορικές συμφωνίες, για την ανεμπόδιστη εξυπηρέτηση των ενεργειακών αναγκών της, αποτυπώνουν ανάγλυφα το μέγεθος της ενεργειακής παρέμβασης στην ευρωπαϊκή αγορά από τη Ρωσία και το διαπραγματευτικό πλεονέκτημα που έχει αποκτήσει στην προβολή και προώθηση των θέσεών της. Τη μειονεκτική αυτή θέση της Ευρώπης έχει την προοπτική να αμβλύνει έμπρακτα ο EastMed.
Αφετέρου, η προμήθεια φυσικού αερίου περιορίζει εκ των πραγμάτων την εκπομπή ρύπων και αλλάζει το ενεργειακό μείγμα στην κατεύθυνση αποτελεσματικής αντιμετώπισης των προκλήσεων που συνεπάγεται η κλιματική αλλαγή. Παράλληλα διευκολύνει την επίτευξη των στόχων για τον σταδιακό περιορισμό και την εξάλειψη των ρυπογόνων πηγών ενέργειας στο φιλόδοξο χρονοδιάγραμμα που θέτει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και που αποτελεί πρωταρχική επιλογή της.
Ειδικό ταμείο για τη μετάβαση στις νέες, «καθαρές» πηγές ενέργειας
Για τον σκοπό αυτό, εξάλλου, δημιουργείται και ειδικό ταμείο που θα προικοδοτήσει τη μετάβαση στις νέες, «καθαρές» πηγές ενέργειας. Στην επιδίωξη των κοινοτικών αυτών πολιτικών, η πρωτοβουλία για τον EastMed έρχεται να προστεθεί σε ένα μεγάλο έργο που τα τελευταία χρόνια υλοποιείται, τον αγωγό TAP (Trans Adriatic Pipeline), που θα μεταφέρει φυσικό αέριο από το κοίτασμα Σαχ Ντενίζ του Αζερμπαϊτζάν στην ευρωπαϊκή αγορά, μέσω της χώρας μας. Δύο μεγάλα έργα που δίνουν περιεχόμενο στον στόχο τού να αναδειχθεί η Ελλάδα σε ενεργειακό κόμβο (hub) για τη διέλευση των αγωγών μεταφοράς ενέργειας.
Εν τοις πράγμασι, η συμφωνία για τον EastMed δημιουργεί και σοβαρό γεωπολιτικό πρόκριμα, καθώς τα συμμετέχοντα κράτη αναγνωρίζουν και αποδέχονται τα κυριαρχικά δικαιώματα ενός εκάστου, ως προς την έκταση των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών τους, μέσα από τις οποίες θα διέλθει ο αγωγός. Είναι ένα πρόσθετο εφόδιο σε σχέση και με τα τετελεσμένα που το σύμφωνο Λιβύης και Τουρκίας, κατά παράβαση του Διεθνούς Δικαίου, επιχείρησε να διαμορφώσει.
Η σημαντική πρωτοβουλία για τον αγωγό EastMed δεν εξαντλείται με την υπογραφή του τριμερούς συμφώνου συνεργασίας. Απαιτεί δουλειά για την υλοποίηση των προβλέψεών της και προϋποθέτει αποφασιστικότητα για την προάσπιση των συμφερόντων των συμμετεχουσών χωρών. Όσον αφορά την πλευρά μας, τα οφέλη και οι προσδοκίες έχουν εν πολλοίς προσδιοριστεί. Δεν είναι λιγότερα αυτά του Ισραήλ, που βλέπει μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να αναδειχθεί και στην πράξη σε εξαγωγέα ενέργειας μέσα από την εξόρυξη και διοχέτευση φυσικού αερίου από το κοίτασμα Λεβιάθαν.
Και έχει πολλαπλά αποδείξει ότι εννοεί να προασπίζεται τα συμφέροντά του. Κατά τούτο χρειάζεται πραγματισμός και ως προς τις προσδοκίες έναντι τρίτων χωρών, όπως η Ιταλία και η Βουλγαρία. Θα ήταν εξόχως σημαντικό να συμβληθούν ως καταναλώτριες. Είναι μια καίρια συμβολή στη βιωσιμότητα του αγωγού. Που με τη σειρά της αποτελεί προϋπόθεση για να εμπεδωθεί και η γεωπολιτική σημασία του.