Ο ταξιδιώτης
Συγγραφέας
Ulrich Alexander Boschwitz (Ούλριχ Αλεξάντερ Μπόσβιτς)
Μετάφραση
Μαρία Αγγελίδου
«Για εμάς τους Εβραίους η ζωή απαγορεύεται», είπε ο Ζίλμπερμαν.
«Τι θα κάνετε; Θα υπακούσετε στην απαγόρευση;»
Ο Ότο Ζίλμπερμαν, Εβραίος επιχειρηματίας και διακεκριμένο μέλος της κοινωνίας, χάνει το σπίτι και την επιχείρησή του εξαιτίας των πογκρόμ του Νοεμβρίου του 1938. Μ’ έναν χαρτοφύλακα γεμάτο χρήματα, που κατάφερε τελευταία στιγμή να διασώσει, προσπαθεί να περάσει παράνομα τα σύνορα, αλλά αποτυγχάνει και αναζητά καταφύγιο στα τρένα. Αρχίζει να ταξιδεύει ασταμάτητα, χωρίς προορισμό, περνώντας τις μέρες του σε βαγόνια, αποβάθρες, σταθμούς, εστιατόρια και αίθουσες αναμονής…
Οι συναντήσεις και οι γνωριμίες που κάνει στα κουπέ των τρένων είναι οι συγκλονιστικές στιγμές αυτής της ατέρμονης φυγής που, κάποια στιγμή, τερματίζεται απότομα.
Ένα κλασικό και παράλληλα εντυπωσιακά επίκαιρο μυθιστόρημα.
Μια πολύτιμη λογοτεχνική μαρτυρία που ανακαλύφθηκε εκ νέου και εκδόθηκε μετά από 8 δεκαετίες με μεγάλη επιτυχία, καθώς απαντά σε κεντρικά ιστορικά και κοινωνικά ζητήματα της εποχής μας.
Ένα λογοτεχνικό ντοκουμέντο που εκδόθηκε πρώτη φορά το 1939 και αποτελεί την πρώτη καταγεγραμμένη σε μυθιστόρημα μαρτυρία για τη Νύχτα των Κρυστάλλων.
Θεωρούνταν χαμένο, μέχρι που το χειρόγραφο – θησαυρός βρέθηκε πρόσφατα στη Γερμανική Εθνική Βιβλιοθήκη και ανασύρθηκε στο φως της δημοσιότητας.
Απόσπασμα βιβλίου
Ο Μπέκερ σηκώθηκε, έσβησε το πούρο στο σταχτοδοχείο, κούμπωσε το σακάκι του και ακούμπησε προστατευτικά το δεξί του χέρι στον ώμο του Ζίλμπερμαν. «Λοιπόν, Ότο,σε αποχαιρετώ. Πιστεύω πως αύριο κιόλας θα είμαι στο Βερολίνο. Αν συμβεί τίποτα, τηλεφώνησέ μου στο Αμβούργο.»
Ο Ζίλμπερμαν κούνησε το κεφάλι συμφωνώντας. «Μια χάρη μόνο κάνε μου», είπε. «Μην πας πάλι να παίξεις. Παραείσαι τυχερός στην αγάπη. Και θα χάσεις… τα λεφτά μας.»
Ο Μπέκερ γέλασε ενοχλημένος. «Τα δικά σου λεφτά. Γιατί δεν το λες;» ρώτησε. «Έτυχε ποτέ, έστω μία φορά, να;…»
«Όχι, όχι», βιάστηκε να τον διακόψει ο Ζίλμπερμαν. «Αστειεύομαι, το ξέρεις, αλλά στ’ αλήθεια είσαι επιπόλαιος. Όταν αρχίζεις να παίζεις, δεν σταματάς εύκολα. Και αν έχεις ήδη εισπράξει αυτή την επιταγή…»
Ο Ζίλμπερμαν δεν αποτέλειωσε τη φράση του. Όταν συνέχισε, η φωνή του ήταν ήρεμη.
«Σου έχω απόλυτη εμπιστοσύνη. Είσαι λογικός άνθρωπος. Ωστόσο είναι πραγματικά κρίμα· λυπάμαι για κάθε μάρκο που ακουμπάς στο τραπέζι και το παίζεις. Τώρα που είμαστε συνέταιροι, στενοχωριέμαι όταν χάνεις τα λεφτά σου σαν να ήταν δικά μου.»
Το τετράγωνο, καλόκαρδο πρόσωπο του Μπέκερ, που για μια στιγμή είχε συνοφρυωθεί, φωτίστηκε ξανά.
«Δεν χρειάζεται να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, Ότο», είπε με χαλαρότητα. «Όταν χάνω, δικά σου λεφτά χάνω. Αφού δικά μου δεν έχω», χαχάνισε.
«Είμαστε συνέταιροι», ξανάπε ο Ζίλμπερμαν με έμφαση.
«Ασφαλώς», συμφώνησε ο Μπέκερ σοβαρεύοντας ξανά. «Τότε γιατί μου μιλάς σαν να ’μουν ακόμα υπάλληλός σου;»
«Σε πρόσβαλα;» ρώτησε ο Ζίλμπερμαν ψιλοειρωνικά και συνάμα ελαφρά σαστισμένος.
«Κουταμάρες», απάντησε ο Μπέκερ. «Είμαστε παλιοί φίλοι εμείς! Τρία χρόνια μαζί στο Δυτικό Μέτωπο, είκοσι χρόνια συνεργάτες και σύντροφοι… Φίλε, ό,τι και να μου πεις, δεν με προσβάλλεις. Το πολύ πολύ να με νευριάσεις λιγάκι.»
Έπιασε ξανά τον Ζίλμπερμαν από τον ώμο.
«Ότο», είπε με αποφασιστικότητα, «σ’ αυτούς τους επικίνδυνους καιρούς, σ’ αυτόν τον αβέβαιο κόσμο, ένα πράγμα μόνο μπορεί να εμπιστευτεί ο άνθρωπος, τη φιλία, την αληθινή φιλία μεταξύ αντρών! Άκου που σου λέω, φίλε μου, για μένα είσαι ένας άντρας –Γερμανός, όχι Εβραίος.»
«Κι όμως, Εβραίος είμαι, Εβραίος», είπε ο Ζίλμπερμαν που, ξέροντας ότι ο Μπέκερ προτιμούσε τα κομψά από τα σταράτα λόγια, ανησύχησε μήπως ο τραχύς κι ευθύς τρόπος του γίνει αιτία να χάσει ο συνέταιρός του το τρένο. Ο Μπέκερ, όμως, είχε μια από τις συναισθηματικές του στιγμές και δεν ήταν διατεθειμένος να χάσει ούτε δευτερόλεπτο.
«Θέλω να σου πω και κάτι άλλο», δήλωσε χωρίς να προσέξει καν τον εκνευρισμό του φίλου του, στον οποίο είχε ανοίξει την καρδιά του πάμπολλες φορές: «Είμαι εθνικοσοσιαλιστής. Μάρτυράς μου ο Θεός, δεν σε ξεγέλασα ποτέ. Αν ήσουν Εβραίος σαν τους άλλους Εβραίους, δηλαδή κανονικός Εβραίος, τότε μπορεί να έμενα πληρεξούσιός σου, αλλά συνέταιρός σου δεν θα γινόμουν ποτέ!……»
Διαβάστε τη συνέχεια ΕΔΩ
Είπαν για το βιβλίο
«Οι αναγνώστες αυτού του βιβλίου πρέπει να προειδοποιούνται: απαιτεί γερά νεύρα. Όποιος όμως αντέξει να το διαβάσει, θα έχει κερδίσει μια εμπειρία που δεν θα ξεχάσει εύκολα. Ο ταξιδιώτης είναι η πιο συνταρακτική λογοτεχνική μαρτυρία της εποχής του για την πραγματικότητα ενός διωκόμενου Εβραίου εκείνη την τρομερή περίοδο.»
– Die Welt –
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
Ο Γερμανοεβραίος Ούλριχ Αλεξάντερ Μπόσβιτς έγραψε δύο μυθιστορήματα.
Εξέδωσε το Ο ταξιδιώτης το 1939 στην Αγγλία, με το ψευδώνυμο John Grane, ενώ το βιβλίο κυκλοφόρησε αργότερα στην Αμερική (1940) και τη Γαλλία (1945).
Ξεκίνησε να σπουδάζει στη Σορβόνη, αλλά αναγκάστηκε να πάει στο Λουξεμβούργο και από εκεί να καταλήξει στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου απελάθηκε για την Αυστραλία.
Το ’42 του επετράπη η επιστροφή στο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του, το πλοίο στο οποίο επέβαινε τορπιλίστηκε, με αποτέλεσμα να βυθιστεί. Ο Μπόσβιτς βρήκε τραγικό θάνατο σε ηλικία 27 ετών, μαζί με άλλους 41 επιβάτες.
Κατηγορία: Παγκόσμια λογοτεχνία, Κλασική λογοτεχνία
ISBN: 978-960-461-985-6