ΚΑΪΡΟ, ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ. Μια ιστορία έρωτα και εξέγερσης

ΚΑΪΡΟ, ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ. Μια ιστορία έρωτα και εξέγερσης


Συγγραφέας
Νικόλας Καλόγηρος


Mετά την εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008 στην Αθήνα, ο Μηνάς Μερσίνης καταφεύγει στο Κάιρο με πλαστό διαβατήριο και μια αποστολή. Με απόφαση της ακροαριστερής οργάνωσης στην οποία ανήκει πρέπει να δράσει παράνομα ενάντια στο τριαντάχρονο αυταρχικό καθεστώς. Η αινιγματική διδακτορική φοιτήτρια Ριχάμ Χουσεΐν Γουίλιαμς του εξασφαλίζει νόμιμη κάλυψη, αλλά του ρίχνει κι ένα βέλος στην καρδιά.

Ολόκληρη η χώρα βράζει στο καζάνι της μεγάλης αλλαγής. Γυναίκες παθιασμένες με την αιγυπτιακή μυθολογία, καθεστωτικοί πολιτικοί, ισλαμιστές, αντεργκράουντ μουσικοί, νεαρές ακτιβίστριες, μυστικοί αστυνομικοί και απεργοί συναντιούνται στην αφρικανική μητρόπολη των είκοσι εκατομμυρίων κατοίκων. Το ταξίδι του ήρωα θα τον φέρει στην Πλατεία Ταχρίρ.

Οι μητρικές ρίζες, τα Κρυμμένα ποιήματα του Καβάφη, τα μπλουζ των Τουαρέγκ, ο Νείλος, ο έρωτας και η επανάσταση είναι η πυξίδα που τον οδηγεί στην κάτω πλευρά της Μεσογείου.

Θα μπορέσει να ανασάνει τον πρώτο ελεύθερο αέρα; Θα καταφέρει άραγε να χαράξει το δικό του μονοπάτι του προτού η Άνοιξη χαθεί ξανά για πάντα;

Ένα μυθιστόρημα φόρος τιμής στις γειτονιές του Καΐρου και της Αλεξάνδρειας.
Μια ιστορία για την πυρετική τροχιά προς την Αραβική Άνοιξη.
Ένα αφηγηματικό νεύμα προς την Αίγυπτο, τη μητέρα όλων των μύθων. 

Απόσπασμα βιβλίου 

Αφιερώνεται στη μνήμη των 800 νεκρών της Πλατείας Ταχρίρ και στη μνήμη του Ιταλού φοιτητή Τζούλιο Ρετζένι.
Αφιερώνεται στον Γιάννο, στον Γιάννη και στη Γιάρα Χάνι Ταουφίκ, που έφυγαν νωρίς.

1

Ἀνατολὴ ἀνατολῶν,
καὶ οἱ ἐν σκότει καὶ σκιᾷ,
εὕρομεν τὴν ἀλήθειαν

Εξαποστειλάριο Χριστουγέννων

Κάιρο

Τρίτη βδομάδα που [είμαι δω], κι όσο περνούν οι μέρες, όλο και πιο πολύ πιστεύω, πως, απ’ όλες τις πόλεις του κόσμου, [στο Κάιρο] μπορείς να έχεις τα πιο ανέλπιστα συναπαντήματα.
Αυτό που στην αρχή έμοιαζε με τον κουραστικό βόμβο ενός συνεχώς κινούμενου χάους που ξεχείλιζε άναρχα κι ανάποδα, δίχως ουρά ή μύτη, κι από ψηλά φαινόταν ένα πλήθος στροβιλιζόμενων κοπαδιών από λαμαρίνα, κατέληξε με τον καιρό να μου αποκαλύπτεται σαν μια απολύτως οργανωμένη γλώσσα, σαν ένα τακτοποιημένο σύστημα σημείων, με ξεχωριστούς για κάθε περίπτωση κώδικες. Ένας συγκροτημένος δίαυλος επικοινωνίας σαν απάντηση στην ανάγκη που έστρεφε τα νεύματα από τη σιωπηλή ιδιωτεία της δυτικής διακριτικότητας στον φωνακλά δρόμο, στον μυριόστομο δημόσιο χώρο, μέσα στ’ αυτιά της μεγάλης ανατολίτικης πόλης.
Σίγουρα το να συνηθίσω αυτά τα απανωτά χιλιάδες διαδοχικά κορναρίσματα, την πρωτόγνωρη οχλοβοή των κλάξον και κυρίως το να τα αποκωδικοποιήσω, να καταλάβω γιατί τέλος πάντων συμβαίνουν, πήρε μέρες.
Μέχρι τότε βλαστημούσα την εντυπωσιακά πυκνή κίνηση, τη σημαντική έλλειψη οδικών σημάτων και φαναριών, την έλλειψη φωτισμού, καθώς και την αλλοπρόσαλλη πρακτική με την οποία οδηγούσαν όλοι. Η έννοια του μονόδρομου δεν υπήρχε, κι αν τύχαινε να βρεις κάποιον οδηγό απέναντί σου, έπρεπε πρώτα να συνεννοηθείς για το ποιος από τους δύο θα κάνει όπισθεν, με φωνές, βρισιές, γέλια και χειρονομίες το πρωί και με τα φώτα και την κόρνα το βράδυ. Επίσης δεν υπήρχε και η έννοια της διάβασης, έτσι που τουλάχιστον τις πρώτες φορές νιώθεις να παίζεις τη ζωή σου κορόνα γράμματα σε κάθε μεγάλο δρόμο που διασχίζεις. Κανείς δεν έβγαζε φλας όταν ήθελε να στρίψει ή όταν ήθελε να παρκάρει, ενώ κανείς δεν άναβε αλάρμ για να σταματήσει για λίγο κάπου. Εκατομμύρια άνθρωποι περιτριγύριζαν τα διάφορα κομμάτια του αστικού ιστού, ενώ δισεκατομμύρια αιωρούμενα σωματίδια εκσφενδονίζονταν από τις βρώμικες εξατμίσεις των ταλαιπωρημένων αυτοκινήτων και αποικούσαν την ατμόσφαιρα.
Ο ήλιος είναι εκθαμβωτικός, ανάβει και κορώνει. Έπειτα από κάμποσα παζάρια μπαίνω σε ένα παράτυπο ταξί, δηλαδή σ’ έναν τύπο χωρίς άδεια, που απλώς έχει ένα παλιακό Seat και κάνει τον ταξιτζή. Στους δρόμους έχει κίνηση και τα πάντα είναι βαμμένα στο μπεζ και στην ώχρα. Ο οδηγός έχει στο ράδιο ζωντανή μετάδοση της προσευχής, καπνίζει και χαϊδεύει το γένι του. Δεν πολυμιλά και νοιάζεται μόνο για το τσιγάρο του. Με κοιτάζει από το καθρεφτάκι και χαμογελά αμήχανα όσο προσπαθούμε να συνεννοηθούμε.
Κάνει μια απότομη αναστροφή και ύστερα από δύο επιδέξια σλάλομ χώνεται δεξιά, σε κάτι στενά. Το φως, καυτό, λαμπυρίζει πάνω στην άμμο που συσσωρεύεται στις γωνιές των στενών δρόμων. Η βουή από τα συνεχή κορναρίσματα μπλέκεται με τα καλέσματα του μουεζίνη, που βγαίνουν από το ραδιόφωνο της σακαράκας όλο και πιο δυνατά. «Αλλάχου άκμπαρ…»

Διαβάστε τη συνέχεια ΕΔΩ


Λίγα λόγια για τον συγγραφέα

Ο Νικόλας Καλόγηρος γεννήθηκε το 1989 στα Τρίκαλα.
Έχει σπουδάσει Αγγλική Γλώσσα και Φιλολογία, Μετάφραση και Διαπολιτισμική Επικοινωνία, Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία και Πολιτισμό στη Θεσσαλονίκη και στο Λονδίνο.
Έχει ζήσει στη Γαλλία, στη Βρετανία και στην Αίγυπτο.
Είναι καθηγητής αγγλικών και μεταφραστής.


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ

Κατηγορία: Ελληνική Πεζογραφία
ISBN: 978-960-04-5042-2


Σχολιάστε εδώ