CORPUS CHRISTI του ΓΙΑΝ ΚΟΜΑΣΑ – 9 Ιανουαρίου στους κινηματογράφους από την FILMCENTER TRIANON |Συνέντευξη ΓΙΑΝ ΚΟΜΑΣΑ |trailer |Όσκαρ 2020
CORPUS CHRISTI
ΜΙΑ ΤΑΙΝΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑΝ ΚΟΜΑΣΑ
ΑΠΟ 9 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ ΣΤΟΥΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥΣ. ΔΙΑΝΟΜΗ FILMCENTER TRIANON
Τελική λίστα 10 ταινιών στην κατηγορία
Καλύτερης Διεθνούς Ταινίας για τα Όσκαρ 2020
“Πρωτότυπο και καθηλωτικό”
The Hollywood Reporter
“Άψογη αφήγηση, ανεπιτήδευτες ερμηνείες, και τέλος που σου κόβει την ανάσα”
The Times
“Συγκινητικό, επίμονα υπονομευτικό αλλά με διαστήματα γέλιου”
The Guardian
ΣΥΝΟΨΗ
Το Corpus Christi είναι η ιστορία του νεαρού Ντάνιελ, ενός 20χρονου που βιώνει πνευματική μεταμόρφωση κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο αναμορφωτήριο. Θέλει να γίνει ιερέας αλλά αυτό είναι αδύνατο εξαιτίας του ποινικού του μητρώου. Όταν τον στέλνουν να εργαστεί στο ξυλουργείο μιας κωμόπολης, κατά την άφιξή του προσποιείται τον ιερέα και καταλήγει να αναλάβει καθήκοντα στην τοπική ενορία. Η άφιξη του νεαρού χαρισματικού ιεροκήρυκα δίνει την ευκαιρία στην τοπική κοινωνία, που ταλανίζεται από ένα τραγικό συμβάν, να αποκαταστήσει την ισορροπία της.
CORPUS CHRISTI
Πολωνία – Γαλλία, 2019 | Διάρκεια: 116’
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Σκηνοθεσία: Jan Komasa / Γιαν Κομασά
Σενάριο: Mateusz Pacewicz / Ματέους Πάτσεβιτς
Φωτογραφία: Piotr Sobociński Jr / Πιοτρ Σομποτσίνσκι
Μοντάζ: Przemysław Chruścielewski /Ψέμισλαβ Χρουσιελέφσκι
Σχεδιασμός παραγωγής: Marek Zawierucha/ Μάρεκ Ζαβιερούχα
Σχεδιασμός κοστουμιών: Dorota Roqueplo/ Ντορότα Ροκουέπλο
Σχεδιασμός ήχου: Kacper Habisiak, Marcin Kasinski, Tomasz Wieczorek/ Κάτσπερ Χατπίσακ, Μάρτσιν Κασίνσκι, Τόμας Βιετσόρεκ
Μουσική: Αδελφοί Galperin
Εταιρεία παραγωγής: Aurum Film
Συμπαραγωγοί εταιρείες: CANAL + POLSKA, WFS Walter Film Studio, Περιφερειακό Ταμείο Κινηματογράφου Podkarpackie, Les Contes Modernes
Με την υποστήριξη των: Πολωνικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου, CNC
Παραγωγοί: Aneta Hickinbotham, Leszek Bodzak
Συμπαραγωγοί: Patrice Nezan, Piotr Walter, Manuel Rougeron, Frederic Berardi, Marek Jastrzębski/ Πατρίς Νεζάν, Πιοτρ Βάλτερ, Μάνουελ Ρουγκερόν, Φρεντερίκ Μπεραρντί, Μάρεκ Γιασέμτσκι
ΗΘΟΠΟΙΟΙ
Bartosz Bielenia / Μπάρτοζ Μπιελένια
Eliza Rycembel / Ελάιζα Ράισεμπελ
Aleksandra Konieczna / Αλεξάνδρα Κονιέτσνα
Tomasz Ziętek / Τόμας Ζίεντεκ
Leszek Lichota / Λέσεκ Λιχότα
Łukasz Simlat / Λούκας Σίμλατ
Δείτε το trailer
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟY JAN KOMASA ΑΠΟ ΤΗ MARTA BAŁAGA
Το Corpus Christi είναι εμπνευσμένο από αληθινά γεγονότα. Ήταν απλώς μια ιδιαίτερη ιστορία;
Υπήρξε μια περίπτωση, που έδωσε και πηχυαίους τίτλους στην Πολωνία, ενός αγοριού που παρίστανε τον ιερέα για περίπου τρεις μήνες. Το όνομά του ήταν Patryk και μάλλον ήταν 19 χρονών τότε. Ο Mateusz Pacewicz, που έγραψε το σενάριο, έγραψε ένα άρθρο γι’ αυτό και έτσι προέκυψε ολόκληρη η ταινία. Αλλάξαμε το όνομά του και το κάναμε Daniel, αλλά οι χαρακτήρες είναι παρόμοιοι όπως και ο τρόπος με τον οποίον έφτασε στην κωμόπολη. Το αγόρι έκανε γάμους, βαπτίσεις και κηδείες. Τον γοήτευαν όλα αυτά και ήθελε πραγματικά να γίνει ιερέας. Οπότε βασίσαμε την ταινία στην ιστορία του, αλλά ο Mateusz πρόσθεσε το μέρος με το κέντρο κράτησης ανηλίκων και το ατύχημα που συγκλόνισε ολόκληρη τη μικρή πόλη, παρότι υπήρξαν πολλές παρόμοιες περιπτώσεις που προσπάθησε να αντιμετωπίσει. Η όλη διαμάχη προήλθε από το γεγονός ότι αποδείχθηκε πολύ πιο αποτελεσματικός από τον προκάτοχό του. Αυτό είναι το θέμα – ήταν κάποιος εκτός Εκκλησίας που δεν ενδιαφερόταν πολύ για το επίσημο δόγμα και οι άνθρωποι ήταν ευχαριστημένοι με το έργο του! Αργότερα ορισμένοι αισθάνθηκαν προδομένοι, αλλά εκείνος κατάφερε να προσελκύσει πολλούς νέους πιστούς. Τέλος πάντων, ανάλογες περιπτώσεις αποκαλύπτονται κάθε χρόνο, και όχι μόνο στην Πολωνία – στην Ισπανία κάποιος έκανε τον ιερέα για πάνω από δώδεκα χρόνια! Το κάνουν για διάφορους λόγους. Πολύ συχνά προσπαθούν απλώς να κρυφτούν από το δικαστικό σύστημα και είναι πολύ πιο εύκολο να ξεγελάσουν μια μικρή κοινότητα που δεν ρωτάει πολλά.
Είναι ενδιαφέρον ότι ένας άνθρωπος χωρίς παραδοσιακή ιερατική εκπαίδευση αγγίζει πραγματικά τους ανθρώπους σε πολύ βαθύτερο επίπεδο. Τα κηρύγματα του Ντάνιελ στην ταινία είναι πολύ άμεσα και ειλικρινή – πώς τα αναπτύξατε;
Προκειμένου να αποφύγουμε να κάνουμε άλλη μία φαρσοκωμωδία τύπου Τρελές αδελφές [ταινία προσαρμοσμένη στη Whoopi Goldberg], έπρεπε να εξασφαλίσουμε ότι ο θεατής θα πιστέψει ότι αυτοί οι άνθρωποι πιστεύουν. Ήταν μεγάλη πρόκληση, τόσο για το σενάριο όσο και για τη σκηνοθεσία. Κάτι που μας βοήθησε ήταν ότι οι άνθρωποι πάντα τείνουν να συγχωρούν τους νέους – οι νεόκοποι ιερείς έχουν συχνά πολύ «ανατρεπτικές» ιδέες, προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν τη σύγχρονη μουσική ή το τραγούδι. Θέλω να πω, υπάρχει ένας ιερέας στην Πολωνία που ραπάρει [γέλια]. Σε αυτό βασίστηκε το πρώτο μέρος της ταινίας – αυτοί οι άνθρωποι πραγματικά φαίνεται να αποδέχονται τις αδυναμίες του. Είναι ένας νεαρός με φρέσκια ματιά. Για να μην αναφέρω ότι ο Ντάνιελ, που δεν έχει περάσει χρόνια σε ιερατική σχολή και δεν έχει καμία πραγματική ανάμιξη με το θεσμό, μιλάει από την καρδιά του. Είναι το μόνο πράγμα που έχει. Πολλοί προσπαθούν να κάνουν κάτι τέτοιο και αποτυγχάνουν, αλλά εκείνος έχει τη «θεϊκή φλόγα» μέσα του. Ξαφνικά και παρορμητικά, μπορεί να βρει τα σωστά λόγια. Και αυτοί οι άνθρωποι, ειδικά τη συγκεκριμένη στιγμή της ζωής τους, χρειάζονται ακριβώς αυτό. Όταν ψάχναμε για τον κατάλληλο ηθοποιό ξέραμε ότι έπρεπε να είναι κάποιος που να αποτελεί ιδιαίτερη περίπτωση, και ο Bartosz Bielenia το εκπέμπει. Επειδή ο Ντάνιελ δεν είναι συνηθισμένο αγόρι – είναι διαφορετικός.
Όπως αναφέρατε, το ίδιο το θέμα φέρνει αμέσως στο μυαλό πολλές κωμωδίες. Αλλά η ταινία σας είναι πολύ σκοτεινή, ειδικά οι σκηνές στο κέντρο κράτησης σε συνδυασμό με παραστατικές απεικονίσεις της βίας.
Νομίζω ότι ήταν θέμα οικονομίας της αφήγησης – αν έχεις μόνο λίγα λεπτά για να δείξεις κάποια πράγματα, πρέπει να προκαλέσεις δυνατή εντύπωση. Εάν κάνεις τους θεατές να νιώσουν άβολα, να μορφάσουν, μάλλον θα θυμούνται αυτό το συναίσθημα. Και όταν αυτό το ταλαιπωρημένο αγόρι ξαφνικά αρχίζει να ψάλλει με αγγελική φωνή, υπάρχει μια εντελώς διαφορετική ενέργεια. Αποφάσισα να κάνω αυτές τις σκηνές ακόμα πιο βίαιες – ακριβώς για να τονίσω την αντίθεση. Από τη στιγμή που ξέρεις τι έχει περάσει, μόλις βρίσκεται επικεφαλής μιας πομπής ή μιλάει στους ανθρώπους αρχίζεις να πιάνεις κάποια λόγια του. Αρχίζουν να έχουν εντελώς διαφορετικό νόημα, γιατί ξέρουμε τι κρύβεται από πίσω τους. Όταν λέει στους ανθρώπους ότι η Βασιλεία των Ουρανών βρίσκεται επί της γης, ξέρουμε ότι για εκείνον δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Πρέπει να το πιστέψει – αλλιώς μπορεί άνετα να αυτοκτονήσει, γιατί στα μάτια της κοινωνίας πάει, τελείωσε. Μου θυμίζει τον «Γιο» των αδελφών Dardenne, μια άλλη ιστορία για κάποιον που έκανε κάτι φοβερό σε πολύ νεαρή ηλικία, κάτι που τον στιγματίζει για την υπόλοιπη ζωή του. Το τραγικό είναι πως μιλάμε για διάπραξη εγκλήματος χωρίς να κατανοούμε πλήρως τις συνέπειες αυτού – κάπως σαν να παίρνεις ενυπόθηκο δάνειο διάρκειας 50 ετών ενώ είσαι ανήλικος. Για τον Ντάνιελ, η πνευματική καθοδήγηση είναι το μόνο αγνό πράγμα που έχει απομείνει στη ζωή του. Βλέπω τις ενέργειές του ως απεγνωσμένη προσπάθεια να πει στον κόσμο τι θα έκανε αν του δινόταν δεύτερη ευκαιρία. Αίφνης, αυτή η ταινία τελικά αφορά την ώρα που κοιτάζουμε τα χαρτιά που μας μοίρασαν, ακόμα και όταν το μοίρασμα μοιάζει πολύ άδικο. Γι’ αυτό δεν θα μπορούσε να είναι κωμωδία.
Το παρελθόν του Ντάνιελ κάνει το Corpus Christi μια μάλλον ασυνήθιστη ιστορία ενηλικίωσης. Δεν αφορά την προσπάθεια να βρει τον εαυτό του, αφού ήδη γνωρίζει ποιος είναι. Αλλά του έχουν αρνηθεί το μέλλον του.
Όταν κάνεις μια ταινία, πρέπει να γνωρίσεις τον πρωταγωνιστή σου. Μας πήρε πολύ καιρό η εξής διερώτηση: Αν ο Ντάνιελ δεν είχε διαπράξει έγκλημα, θα τον είχε ποτέ γοητεύσει η Εκκλησία; Μπορώ εύκολα να φανταστώ πως όχι. Βρήκα ενδιαφέρουσα τη σκέψη ότι η Εκκλησία είναι κάτι στο οποίο προσκολλάται επειδή τίποτα άλλο δεν έχει νόημα πια. Και όταν δεν υπάρχει τίποτα και όλα είναι εναντίον σου, τι απομένει; Η πίστη. Οι άνθρωποι με διαταραγμένο παρελθόν και βεβαρυμένη συνείδηση πολύ συχνά στρέφονται στη θρησκεία.
Ειδικά όταν είναι μόνοι. Καθένας από τους χαρακτήρες σας μοιάζει να ζει απομονωμένος και συναντιούνται μόνο στο παρεκκλήσι για να μνημονεύσουν τα παιδιά τους. Πιστεύετε ότι η ταινία σας είναι μια ταινία και για τη μοναξιά;
Το αυτοσχέδιο παρεκκλήσι είναι ένας κοινός χώρος, που βοηθά τον Ντάνιελ να προσεγγίσει αυτούς τους ανθρώπους. Όσο παριστάνει τον ιερέα, κάνει πολλά για την τοπική κοινωνία. Αλλά αποφασίσαμε να επικεντρωθούμε μόνο στο ατύχημα καθώς συνδέεται με τη δική του εμπειρία. Ο θάνατος που προκάλεσε, αν και είναι μυστικό, γίνεται μέρος της αποστολής του και κάτι που πρέπει να αντιμετωπίσει. Ξέρει πώς είναι, και έτσι, όταν βλέπει αυτούς τους ανθρώπους να πενθούν, ξέρει πως για να θεραπευτούν πρέπει να αντιμετωπίσουν τον πόνο τους. Και αυτό τους δίνει – είναι η μεγάλη του προσφορά. Τους λέει: «Μην προσποιείστε ότι δεν είστε οργισμένοι, ότι δεν χάσατε κάτι από τη ζωή σας. Μην προσποιείστε ότι καταλαβαίνετε το γιατί». Αλλά η ιδέα που έχει εκείνος για το πένθος είναι εντελώς διαφορετική, κι αυτό είναι που προκαλεί τη σύγκρουση, γιατί αυτή η μικρή πόλη είναι σαν ανοιχτή πληγή που συνεχίζει να αιμορραγεί. Στην Πολωνία γνωρίζουμε ότι για ορισμένους πένθος σημαίνει μόνο να τιμάς τη μνήμη κάποιου. Αυτό είναι που φαίνεται να διδάσκει η Εκκλησία, και η καταστροφή του Σμολένσκ [το αεροπορικό δυστύχημα στη Ρωσία το 2010 όπου σκοτώθηκαν και οι 96 επιβαίνοντες, συμπεριλαμβανομένων του προέδρου Lech Kaczyński και της συζύγου του Maria] το απέδειξε μετά βεβαιότητος. Η γυναίκα που είναι υπεύθυνη γι’ αυτό το παρεκκλήσι το χρησιμοποιεί για να ελέγξει τους άλλους. Είναι ισχυρότερη από τον ιερέα, και ίσως γι’ αυτό εκείνος δεν μπορεί να χειριστεί πλέον την κατάσταση. Ο ιερέας θέλει να αναλάβει τη θέση το αγόρι. Θέλαμε να δείξουμε το μυαλό ενός φανατικού, καθώς δεν μιλάμε για μυστηριώδη ασθένεια από την οποία πάσχουν ενίοτε οι άνθρωποι. Ο καθένας μπορεί να γίνει φανατικός.
Θα λέγατε ότι αυτή η αδυναμία να προχωρήσουμε είναι εγγενές πολωνικό χαρακτηριστικό ή σχετίζεται με τη θρησκεία;
Δεν ξέρω αν είναι κάτι συγκεκριμένο στην Πολωνία, παρότι είναι βεβαίως πολύ κοινό. Είμαστε βαθιά βυθισμένοι σε αυτό το είδος της αφήγησης, μας αρέσει να δείχνουμε τις ουλές μας. Αυτό μας κατευθύνει και μας δίνει την ταυτότητά μας, γιατί κανείς δεν μπορεί να του αντιταχθεί. Θα φανεί άκαρδος προδότης. Τούτου λεχθέντος, το Δαμάζοντας τα κύματα του Lars von Trier έχει μια παρόμοια ιστορία, για μια μικρή κοινότητα στην οποία η Εκκλησία έχει έντονη παρουσία, και για το ένα εκείνο άτομο [η Bess McNeill την οποία έπαιξε η Emily Watson] που τολμά να κάνει κάτι διαφορετικό. Κυρίως λόγω έρωτα, τουλάχιστον σύμφωνα με τον von Trier, καθώς λίγο-πολύ την αγιοποίησε στο τέλος. Δεν θέλω να εκληφθεί η ταινία μου ως μία ακόμη προσέγγιση στον ταλαιπωρημένο πολωνικό μας Καθολικισμό – πραγματικά προτιμώ να τη θεωρώ προτεσταντική ταινία. Ας πούμε, για μια μικρή κοινότητα στη Σκανδιναβία και τη σύγκρουση με τον πουριτανικό τρόπο σκέψης, που προσφέρει παρηγοριά σε ανθρώπους οι οποίοι δυσκολεύονται να βρουν τη θέση τους στον σύγχρονο κόσμο.
Στο Δαμάζοντας τα κύματα, ο χαρακτήρας της Emily Watson αντιμετώπισε την άμεση απόρριψη, αλλά ο Ντάνιελ είναι ευπρόσδεκτος στην κοινότητα. Δεν τον δείχνετε καν να μαθαίνει να ιερουργεί, εκτός από μία σκηνή όπου προσπαθεί να γκουγκλάρει «πώς γίνεται η εξομολόγηση». Γιατί;
Δεν ήθελα να χάσω το χρόνο μου. Μπορεί να είναι ενδιαφέρον, αλλά αυτή η ταινία δεν είχα σκοπό να χρησιμεύσει ως εγχειρίδιο εξαπάτησης αθώων. Αντ’ αυτού, ήθελα να εντρυφήσω στη στιγμή που ο Ντάνιελ φέρνει τη συμφιλίωση σε αυτήν τη βασανισμένη κωμόπολη και θυσιάζεται στην πορεία. Ήθελα να φτάσω σε αυτό το σημείο το συντομότερο δυνατό, γιατί εκεί είναι που αρχίζει το πραγματικό του έργο και βλέπουμε όλη την υποκρισία αυτών των υποτιθέμενων πολύ θρησκευόμενων ανθρώπων. Μπορείς να προσπαθήσεις να τους βοηθήσεις όσο θέλεις, αλλά το πιθανότερο είναι ότι θα σε διώξουν. Ή θα διαλέξεις να φύγεις από μόνος σου.
Ο Ντάνιελ δεν έχει καν την ευκαιρία να δει τι έχει επιτύχει. Η μεγαλύτερη αλλαγή επέρχεται όταν δεν στέκεται πλέον μπροστά στην Αγία Τράπεζα.
Ίσως γι’ αυτό η ταινία μου κλείνει με έναν κάπως μοιρολατρικό τόνο. Το πρόσωπο που έχει κάνει τα περισσότερα γι’ αυτή την κοινότητα είναι και το πρόσωπο που δεν λαμβάνει καμία ικανοποίηση. Ο Ντάνιελ είχε την ευκαιρία, αλλά επέλεξε να κάνει κάτι που θα μπορούσε να θεωρηθεί πολύ αργή αυτοχειρία. Είναι τραγικό, ναι, αλλά και όμορφο, γιατί πραγματικά κατάφερε να επιτύχει κάτι. Ο Λεβιάθαν του Andrey Zvyagintsev χρησίμευσε ως ένα κάποιο σημείο αναφοράς, αλλά προσπάθησα να προσθέσω λίγη ελαφρότητα στην απαισιοδοξία του. Κυρίως διότι ανεξάρτητα απ’ ό,τι έχει συμβεί, αυτοί οι άνθρωποι βρίσκουν ακόμα τη δύναμη να υποδεχτούν άλλο ένα πρόβατο στο κοπάδι τους. Το οποίο, παρεμπιπτόντως, ήταν και ο τίτλος εργασίας της ταινίας. Αυτό που συμβαίνει δεν είναι ακριβώς μια μεγάλη πράξη συγχώρεσης – είναι κάτι περισσότερο από σιωπηλή αποδοχή. Το αποκαλούσαμε μεταξύ μας, ίσως λίγο ειρωνικά, το «θαύμα της συμφιλίωσης».
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΗΘΟΠΟΙΩΝ
BARTOSZ BIELENIA
Αποφοίτησε από την Εθνική Ακαδημία Θεατρικών Τεχνών της Κρακοβίας το 2016. Έκανε το ντεμπούτο του το 1999 στη σκηνή του Teatr Dramatyczny στο Białystok, στον επώνυμο ρόλο του Μικρού Πρίγκιπα που σκηνοθέτησε ο Tomasz Hynka. Από το 2014 έως το 2017 ανήκε στην ομάδα του Narodowy Stary Teatr στην Κρακοβία, με σημαντικότερες παραστάσεις Εδουάρδος Β’ της Anna Augustynowicz, Βασιλιάς Ληρ του Jan Klata, Άμλετ του Krzysztof Garbaczewski, Podopieczni του Paweł Miśkiewicz και Płatonow του Konstantin Bogomołow. Έχει εμφανιστεί επίσης σε ταινίες όπως Clergy σε σκηνοθεσία Wojtek Smarzowski, The Man with the Magic Box σε σκηνοθεσία Bodo Kox, I am Lying Now του Paweł Borowski, Disco Polo του Maciej Bochniak και The High Frontier του Wojciech Kasperski. Για τον κύριο ρόλο του στο The High Frontier έλαβε ειδικό βραβείο στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Off Camera στην Κρακοβία και βραβείο Νέου Υποσχόμενου Ηθοποιού στο Φεστιβάλ Młodzi i Film στο Koszalin. Ο Bartosz Bielenia εντάχθηκε στο Nowy Teatr ensemble τον Ιανουάριο του 2018. Πρόσφατα έπαιξε στη σειρά του Netflix 1983 σε σκηνοθεσία Agnieszka Holland και Kasia Adamik.
ELIZA RYCEMBEL
Αποφοίτησε από την Εθνική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης Aleksander Zelwerowicz της Βαρσοβίας. Το κινηματογραφικό ντεμπούτο της ήρθε με το The Promise της Anna Kazejak. Έχει παίξει επίσης στην Carte Blanche του Jacek Lusiński, στην Ενοχή των αθώων της Anne Fontaine, στο μιούζικαλ με τίτλο #Wszystkogra της Agnieszka Glińska και στη μικρού μήκους ταινία Silence of the Polish Lambs που σκηνοθέτησε ο Maciej Stuhr. Το 2014 έλαβε το βραβείο Καλύτερης Ηθοποιού για το ρόλο της στην ταινία The Promise στο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών για Παιδιά και Νέους της Βιέννης. Το 2016 ήταν από τους νικητές του διαγωνισμού Talenty Trójki στην κατηγορία Κινηματογράφου για «την ωριμότητα και την αλήθεια στην ερμηνεία, για την απόδειξη του ταλέντου σε απαιτητικούς ρόλους, ως εκφραστική και ενδιαφέρουσα κινηματογραφική προσωπικότητα και τέλος ως μία μεγάλη ερμηνευτική αποκάλυψη των τελευταίων χρόνων». Έπαιξε επίσης στη σειρά Belfer παραγωγής Canal+. Σήμερα μπορούμε να θαυμάσουμε το ταλέντο της στη Nina, σε σκηνοθεσία Olga Chajdas, όπου έχει πρωταγωνιστικό ρόλο. Οι πιο πρόσφατες ταινίες της είναι το Dark, Almost Night του Borys Lankosz και Piłsudski του Michał Rosa.
ALEKSANDRA KONIECZNA
Με μακρόχρονη εμπειρία στη θεατρική σκηνή, συνεργάστηκε με μεγάλους καλλιτέχνες της Ευρώπης όπως οι Grzegorz Jarzyna, Kristian Lupa και René Pollesch. Έχει σκηνοθετήσει παραστάσεις σε πολλές σκηνές, όπως στο Εθνικό Θέατρο της Βαρσοβίας και το Kochanowski στο Opole. Έχει εμφανιστεί σε πολλές ταινίες, τηλεοπτικές σειρές και θεατρικές παραστάσεις. Η Aleksandra ήταν η Zofia Beksińska στο The Last Family του Jan P. Matuszyński και η Iga Cembrzyńska στο A Cat and a Dog του Janusz Kondratiuk. Για καθέναν από αυτούς τους ρόλους απέσπασε βραβεία στο Φεστιβάλ Πολωνικού Κινηματογράφου της Gdynia. Έχει τιμηθεί επίσης με το Βραβείο Πολωνικού Κινηματογράφου (Orly 2017).
TOMASZ ZIĘTEK
Ένας από τους πιο ταλαντούχους Πολωνούς ηθοποιούς της νέας γενιάς. Αποφοίτησε από τη Σχολή Φωνητικής-Ηθοποιίας Baduszkowa του Μουσικού Θεάτρου της Gdynia. Έκανε το ντεμπούτο του σε ταινία μεγάλου μήκους το 2011 στο Czarny Czwartek. Janek Wiśniewski Padł του Antoni Krauze. Είναι γνωστός για τη δουλειά του στις ταινίες Stones for the Rampart του Robert Gliński, Demon του Marcin Wrona, Carte Blanche του Jacek Lusiński, Body της Małgorzata Szumowska, Convoy του Maciej Żak, Stars του Jan Kidawa-Błoński και Panic Attack του Paweł Maślona. Για το ρόλο του στο Silent Night σε σκηνοθεσία Piotr Domalewski του απονεμήθηκε το Βραβείο Β’ Ανδρικού Ρόλου στα Βραβεία Πολωνικού Κινηματογράφου – Αετοί το 2018. Οι πιο πρόσφατες δουλειές του είναι οι ταινίες The Butler του Filip Bajon, Zuzel της Dorota Kędzierzawska και η τηλεοπτική σειρά World on Fire για το BBC.
ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ
JAN KOMASA
Πολωνός σκηνοθέτης, σπούδασε σκηνοθεσία στη Σχολή Κινηματογράφου του Łódź. Η μικρού μήκους ταινία του Nice to See You έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο διαγωνιστικό τμήμα Cinéfondation των Καννών, όπου κέρδισε το 3ο βραβείο. Η πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους, Suicide Room, έκανε πρεμιέρα στο τμήμα Panorama της Berlinale και προσέλκυσε πάνω από 800.000 θεατές στις πολωνικές αίθουσες. Η δεύτερη ταινία του, μια πολεμική εμπορική επιτυχία με τίτλο Warsaw ’44, έκοψε πάνω από 1,8 εκατ. εισιτήρια. Το Corpus Christi είναι η τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του.
ΠΑΡΑΓΩΓΟΙ
AURUM FΙLM
Η Aurum Film είναι μια πολωνική εταιρεία που έχει κάνει την παραγωγή ταινιών μεγάλου μήκους όπως: Carte Blanche του J. Lusinski (Grand Prix στο 18ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Σαγκάης), The Last Family του Jan P. Matuszyński (πρεμιέρα στο Διεθνές Διαγωνιστικό του Φεστιβάλ του Locarno το 2016, πολλά βραβεία σε πολωνικά και διεθνή φεστιβάλ κινηματογράφου), Ready to Roll. Exterminator του Michał Rogalski και Dark, Almost Night του Borys Lankosz. Η τελευταία της ταινία, Corpus Christi του Jan Komasa (συμπαραγωγή Πολωνίας-Γαλλίας), έκανε πρεμιέρα στους πολωνικούς κινηματογράφους τον Οκτώβριο του 2019.
Η Aurum Film είναι executive producer δύο τηλεοπτικών σειρών για το Canal+ Πολωνίας, The King σε σκηνοθεσία Jan P. Matuszyński και The Snakesville του Łukasz Palkowski – και οι δύο τώρα στη φάση της παραγωγής. Η Aurum Film βρίσκεται επίσης στο στάδιο της προπαραγωγής διαφόρων κινηματογραφικών πρότζεκτ, π.χ. Magnesia του Maciej Bochniak και Leave No Traces του Jan P. Matuszyński (συμπαραγωγή Πολωνίας-Τσεχίας).
LES CONTES MODERNES
Οι Contes Modernes, που σημαίνει Οι Σύγχρονες Ιστορίες, ενδιαφέρονται να συμμετέχουν στη θεωρητική συζήτηση μέσα στις σύγχρονες κοινωνίες μας με οποιοδήποτε μέσο (μυθοπλασία, κινούμενο σχέδιο, δημιουργικό ντοκιμαντέρ και transmedia). Οι Contes Modernes καλούν συγγραφείς και καλλιτέχνες από διάφορα πεδία (σκηνοθέτες, εικαστικούς, χορογράφους, δημιουργούς graphic novels, φιλοσόφους, σχεδιαστές παιχνιδιών κ.ά.) που αμφισβητούν τον περίπλοκο κόσμο γύρω μας σε όλες του τις πτυχές και που θέτουν την αισθητική αναζήτηση στο κέντρο της δημιουργίας τους. Οι Contes Modernes υποστηρίζουν πρότζεκτ τα οποία αναπτύσσουν μια προσέγγιση του σημερινού κόσμου και του αύριο μέσω του ανθρωπισμού, της ενσυναίσθησης και της δημιουργικότητας. Οι Contes Modernes είναι εταιρεία παραγωγής με έδρα στην περιοχή Auvergne-RhôneAlpes της νότιας Γαλλίας, μεταξύ Λυών και Μασσαλίας, στην Cartoucherie, κορυφαίο κέντρο για τη βιομηχανία κινουμένων σχεδίων.
ΦΕΣΤΙΒΑΛ
ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΠΡΕΜΙΕΡΑ: Βενετία, Giornate degli Autori Toronto IFF, Busan IFF, Chicago IFF, Hamburg IFF, Thessaloniki IFF
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΤΑΙΝΙΑΣ
Πρωτότυπος τίτλος: Boże Ciało
Αγγλικός τίτλος: Corpus Christi
Είδος: Δράμα
Χώρα: Πολωνία, Γαλλία
Γλώσσα: Πολωνική
Έτος: 2019
Διάρκεια: 116 λεπτά
Εικόνα: Έγχρωμη
Αναλογία διαστάσεων: 2.39:1
Ήχος: 5.1
Διαθέσιμο φορμάτ: DCP