Σύμμαχοι και εταίροι μάς έχουν ξεγράψει

Σύμμαχοι και εταίροι μάς έχουν ξεγράψει

Ο Τραμπ σφυρίζει αδιάφορα, η Μέρκελ παίζει το παιχνίδι της Τουρκίας, ο Πούτιν πουλάει όπλα στον Σουλτάνο και ο Μακρόν είναι ο μόνος που μας στηρίζει…

-Όλο και περισσότερα ζητάει ο Ερντογάν
-Κοινή γραμμή κυβέρνησης – ΣΥΡΙΖΑ: Καμία υποχώρηση
-Έντονα ανήσυχος ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής

Είμαστε μόνοι μας! Σύμμαχοι και εταίροι μάς έχουν ξεγράψει. Οριστικά και αμετάκλητα. Δεν πρόκειται να μας προσφέρουν καμία στήριξη στην περίπτωση που ο Τ. Ερντογάν κάνει πράξη τις απειλές του και διεκδικήσει μέρος της ελληνικής κυριαρχίας. Απώτερος στόχος τους να μας καθίσουν διά της βίας στο τραπέζι και να μοιράσουμε το Αιγαίο με τους Τούρκους. Είναι αυτονόητο πλέον ότι αν χρειαστεί να αντιπαρατεθούμε με την Τουρκία, θα πρέπει να το κάνουμε μόνοι μας. Με τις δικές μας δυνάμεις.

Ο Ντ. Τραμπ αδιαφορεί πλήρως για τα τεκταινόμενα στην περιοχή μας, ασχολείται μόνο με ζητήματα που αποφέρουν δισ. δολάρια στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Πούτιν έχει λυκοφιλίες με τον τούρκο Πρόεδρο, καθώς πουλάει όπλα στη γειτονική χώρα.

Η Άνγκ. Μέρκελ, διά της σιωπής της, παίζει το παιχνίδι της Τουρκίας, άλλωστε η Γερμανία έχει εκεί τεράστια συμφέροντα (εμπορικές συναλλαγές, επενδύσεις κ.ά.). Έχει βλέψεις και για τα κοιτάσματα στη Μεσόγειο. Μοναδικός υποστηρικτής των ελληνικών συμφερόντων ο γάλλος Πρόεδρος Εμ. Μακρόν. Είναι ο μόνος από τους ευρωπαίους ηγέτες που αντιπαρατίθεται με τον Τ. Ερντογάν και θεωρείται βέβαιο ότι θα προστρέξει σε βοήθεια της χώρας μας.

Από την πλευρά του ο τούρκος Πρόεδρος δείχνει αποφασισμένος να συνεχίσει την ίδια τακτική των προκλήσεων και των διεκδικήσεων σε βάρος της Ελλάδας. Είναι ικανός να φθάσει στα άκρα, ακόμη και να προκαλέσει «θερμό επεισόδιο» στο Αιγαίο ή στην περιοχή νοτίως της Κρήτης.

Με την ανοχή των ξένων εισέβαλε στο έδαφος της Συρίας, με την ανοχή τους αναμειγνύεται στα εσωτερικά της Λιβύης, στέλνει όπλα, είναι έτοιμος να στείλει και στρατό. Ποιος θα τον σταματήσει αν αποφασίσει να κινηθεί προς την πλευρά της Ελλάδας;

Είναι κάτι περισσότερο από σαφές ότι κινείται με κεντρικό στόχο την αύξηση της τουρκικής επικράτειας. Ονειρεύεται να γίνει ο νέος Κεμάλ Ατατούρκ. Κινείται με ορίζοντα το 2023, οπότε συμπληρώνονται 100 χρόνια από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας από τον Κεμάλ. Ο Ερντογάν θέλει τη χρονιά αυτή να έχει καταστήσει την Τουρκία πανίσχυρη περιφερειακή δύναμη, που δεν θα δίνει λόγο σε καμία από τις μεγάλες δυνάμεις.

Παρά το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης κρατάει χαμηλούς τόνους και αποκλείει το ενδεχόμενο ενός θερμού επεισοδίου, η ανησυχία στην κυβέρνηση έχει χτυπήσει κόκκινο. Οι υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας είναι σε διαφορετική γραμμή.

Ο Ν. Δένδιας είναι υπέρ της ήπιας αντιμετώπισης και του διαλόγου, ο Ν. Παναγιωτόπουλος προκρίνει μια πιο δυναμική αντιμετώπιση της Τουρκίας.

Έντονα ανήσυχος με τις εξελίξεις είναι σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής και δεν κρύβει τους φόβους του ότι όσα θα ακολουθήσουν δεν θα είναι προς όφελος της χώρας μας και σ’ αυτό θα έχουν βάλει το χέρι τους και οι ξένοι. Εκτιμά δε ότι αργά ή γρήγορα η Ελλάδα θα βρεθεί προ τετελεσμένων γεγονότων και ίσως κληθεί να λάβει δυσμενείς αποφάσεις όσον αφορά τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Υπό αυτό το πρίσμα, ο πρώην πρωθυπουργός επισημαίνει την ανά­γκη όλες οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας να σχηματίσουν ένα ενιαίο μέτωπο για να αντιμετωπίσουν την ολοένα αυξανόμενη προκλητικότητα. Κι ενώ όλες οι πλευρές συμφωνούν ότι πρέπει να υπάρξει εθνική ομοψυχία, ήρθε ο Κ. Σημίτης με το άρθρο του («Νέα») να… διχάσει.

Επιτέθηκε κατά του Κ. Καραμανλή και διεκδίκησε δάφνες μόνο για τον εαυτό του. Λησμονώντας προφανώς ότι επί πρωθυπουργίας του είχαμε τη μοναδική τουρκική απόβαση σε ελληνική βραχονησίδα και ότι ήταν εκείνος που συμφώνησε να χαρακτηρισθούν «γκρίζα ζώνη» τα Ίμια. Λησμόνησε επίσης ότι επί πρωθυπουργίας του παραδώσαμε ουσιαστικά τον κούρδο ηγέτη Οτσαλάν στην Τουρκία.

Την ίδια στιγμή στο εσωτερικό της χώρας έχει ανοίξει η συζήτηση για το ενδεχόμενο προσφυγής ή μη στη Χάγη. Ντ. Μπακογιάννη και Ευ. Βενιζέλος, μιλώντας σε πολιτική εκδήλωση, τάχθηκαν υπέρ και μάλιστα όσο γίνεται γρηγορότερα. Παραγνωρίζοντας τους μεγάλους κινδύνους που εγκυμονεί μια τέτοια κίνηση για τα εθνικά μας συμφέροντα.

Ιδιαίτερα επιφυλακτικοί ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα ήταν οι βουλευτές Άγγ. Συρίγος της Νέας Δημοκρατίας και Γ. Κατρούγκαλος του ΣΥΡΙΖΑ, που μίλησαν στην εκπομπή «Επί του Πιεστηρίου» στον τηλεοπτικό σταθμό Kontra. «Προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, αλλά, προσέξτε, για να πάμε εκεί χρειάζεται να υιοθετήσουμε στρατηγική που να ωθεί την Τουρκία στο Διεθνές Δικαστήριο. Αυτήν τη στιγμή η Τουρκία δεν έχει κανέναν λόγο να πάει.

Σου λέει ‘‘δεν πιέζομαι για κάτι, δεν έχω να χάσω τίποτα μη πηγαίνοντας στο Διεθνές Δικαστήριο’’», σημείωσε ο κ. Συρίγος. Σε άλλο δε σημείο επισήμανε: «Έχουμε δύο δυνατότητες, η μία είναι η στρατιωτική εμπλοκή, η άλλη είναι η Χάγη. Είναι προφανές ότι ορθολογικά σκεπτόμενος κανένας δεν επιλέγει την πολεμική εμπλοκή».

Από την πλευρά του ο κ. Κατρούγακλος τόνισε: «Υπάρχει και μια τρίτη θεωρητική λύση, απέναντι σε αυτές τις δύο που είπε ο κ. Συρίγος, δηλαδή, διάλογος ή πόλεμος. Εμείς ως ΣΥΡΙΖΑ έχουμε την άποψη ότι οι διερευνητικές επαφές είναι το πρώτο βήμα πριν πάμε στη Χάγη, η τρίτη λύση είναι η μη λύση, να κερδίσουμε χρόνο.

Η δική μου άποψη είναι ότι η λύση που εμείς πρέπει να επιδιώξουμε είναι του πολιτικού διαλόγου, του διαλόγου του Διεθνούς Δικαίου. Όσοι επιχειρηματολογούν για τη μη λύση θα πρέπει να έχουν ένα πειστικό επιχείρημα ότι στο μέλλον η Τουρκία θα γίνεται πιο αδύναμη κι εμείς πιο δυνατοί».

Στο σημείο αυτό ο κ. Συρίγος, αφού τόνισε ότι «το θέμα δεν είναι αν η Τουρκία γίνεται πιο δυνατή ή πιο αδύναμη», διατύπωσε το ακόλουθο ερώτημα: «Στο διάστημα των 45 ετών, στο οποίο έχουμε αποφύγει να κάνουμε πολλά πράγματα από πλευράς Διεθνούς Δικαίου, κερδίζοντας χρόνο, έχουμε κερδίσει χρόνο ή έχουμε βρεθεί σε θέση δυσμενέστερη από ό,τι ήμασταν πριν από 10, 20, 30 ή 40 χρόνια;». Σε ερώτηση για το αν τελικά ο χρόνος λειτουργεί υπέρ της Τουρκίας η απά­ντηση του κ. Συρίγου ήταν: «Ναι. Δεν είναι ισχυρότερη ή αδύναμη, ο χρόνος λειτουργεί υπέρ της Τουρκίας». Και του Γ. Κατρούγκαλου: «Αυτό ακριβώς είναι το επιχείρημά μας, τη μη λύση πρέπει να την απορρίπτουμε με τον ίδιο τρόπο που απορρίπτουμε τον πόλεμο. Πόλεμος και μη λύση είναι τα κακά σενάρια».

Απαντώντας στο ερώτημα «υπάρχει ενιαία γραμμή στα κόμματα όσον αφορά τα ελληνοτουρκικά;», ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ σημείωσε ότι «οι αρχές της εθνικής μας στρατηγικής υπάρχουν, επιδιώκουμε διάλογο, επιδιώκουμε λύση βασισμένη στο Δίκαιο της Θάλασσας».

Ο δε βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας υπογράμμισε ότι υπάρχει πλήρης ταύτιση, «το λέμε από το ’74, όλα τα κόμματα συμφωνούν». Στην ερώτηση «μήπως το μήνυμα της ομοψυχίας πρέπει να βγει από ένα Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών;», ο κ. Κατρούγκαλος απάντησε ότι η στάση της χώρας μας ως προς αυτό δεν έχει αλλάξει. «Απλώς πρέπει να εκπέμπεται με μεγαλύτερη σαφήνεια και από την παρούσα κυβέρνηση», πρόσθεσε.

Αναφερόμενος στις τελευταίες προκλήσεις του Τ. Ερντογάν ο κ. Κατρούγκαλος τόνισε ότι απέναντι στην Τουρκία πρέπει να στέλνουμε ένα σαφές μήνυμα αποφασιστικότητας σε ό,τι αφορά την αμφισβήτηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων: «Ούτε να το διανοηθείτε να έρθετε σε εκείνο το κομμάτι που αγγίζει τη δική μας εθνική κυριαρχία».

Εξειδικεύοντας περισσότερο, πρόσθεσε ότι η τακτική της Ελλάδας απέναντι στην Τουρκία πρέπει να έχει τρία επίπεδα. «Το ένα είναι ότι δεν θα δεχθούμε σε καμία περίπτωση αμφισβήτηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.

Το δεύτερο είναι οι δίαυλοι επικοινωνίας, γιατί πράγματι ούτε η Τουρκία επιδιώκει ένα ‘‘θερμό επεισόδιο’’, μπορεί όμως να προκύψει με τη συσσώρευση έντασης, ενώ τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης βοηθούν στο να εκτονωθεί η ένταση, για να μην έχουμε από λάθος ένα επεισόδιο».

Ο κ. Κατρούγκαλος χαρακτήρισε σημαντική εξέλιξη τη συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης, προσθέτοντας ότι «είναι αναβάθμιση μιας πάγιας στρατηγικής αναθεωρητισμού. Τι σημαίνει αναθεωρητισμός; Ότι δεν βολεύεται στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου, θέλει να το αλλάξει με τη δύναμη».

ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ