Τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα απέναντι στις αρπακτικές κινήσεις της Τουρκίας
– Προτείνουν οι Ευ. Βενιζέλος, Χρ. Ροζάκης, Ν. Κοτζιάς και Στ. Μάνος
Η χώρα μας, η Ελλάδα μας, βρίσκεται για άλλη μια φορά αντιμέτωπη με τις ωμές προκλήσεις της Τουρκίας, με τον Ερντογάν να απλώνει δίχτυα μέχρι τη Λιβύη, επιχειρώντας να βάλει στο χέρι θάλασσα, ΑΟΖ, υφαλοκρηπίδα και κοιτάσματα, σε περιοχές που ανήκουν στην Ελλάδα, έχοντας ήδη βάλει στο μάτι τον υποθαλάσσιο πλούτο της Κύπρου.
Χτύπησε ξαφνικά, με την Αθήνα να μην έχει πάρει χαμπάρι τα παζάρια που εδώ και καιρό κάνει με τη Λιβύη για συνεκμετάλλευση των κοιτασμάτων που υπάρχουν σε αυτή την περιοχή της Μεσογείου. Και αμέσως χτύπησε συναγερμός, με την Αμερική να μην παίρνει ξεκάθαρη θέση – η συνήθης τακτική τού ήξεις – αφήξεις γιατί δεν θέλει να τα χαλάσει με τον Σουλτάνο, με τον οποίο τα έχει βρει ο Τραμπ.
Όσο για τη Ρωσία, ο Πούτιν βρήκε την ευκαιρία να κάνει πιο θερμές τις αγάπες με τον Ερντογάν. «Ο Τ. Ερντογάν και ο ρώσος ομόλογός του Βλαντιμίρ Πούτιν, σε τηλεφωνική συνομιλία τους, δεσμεύθηκαν να συνεχίσουν τη συνεργασία τους στον στρατιωτικό και στον ενεργειακό τομέα, όπως ανακοίνωσε το Κρεμλίνο», τόνιζαν τα ΜΜΕ.
Μέχρι στιγμής καμία τελεσιγραφική δήλωση δεν έχει υπάρξει από την Ουάσινγκτον προς το σεράι του Σουλτάνου.
Πάλι μόνοι; Αλλά μήπως είναι η πρώτη φορά;
Τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα; Τι όπλα έχει στα χέρια της για να αναγκάσει την Τουρκία να πάρει πίσω τα δίχτυα της από εκεί που τα έχει απλώσει;
Τέσσερις επιφανείς κατέθεσαν τις προτάσεις τους σε άρθρα τους που δημοσιεύθηκαν στην «Καθημερινή». Είναι ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος, πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών και Εθνικής Άμυνας, ο κ. Χρήστος Ροζάκης, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο κ. Νίκος Κοτζιάς, πρώην υπουργός Εξωτερικών, και ο κ. Στέφανος Μάνος, πρώην υπουργός.
Τίποτα δεν είναι εύκολο
♦ «Εθνική στρατηγική αυτοσυνειδησία» είναι ο τίτλος του άρθρου του κ. Ευ. Βενιζέλου, το οποίο καταλήγει ως εξής: «Η κοινή εθνική θέση της μεταπολιτευτικής περιόδου ήταν, κατά τη διατύπωση και του Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Ανδρέα Παπανδρέου, ότι η Ελλάδα αναγνωρίζει την ύπαρξη μιας διαφοράς με την Τουρκία, την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο μέσω προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Με τα σημερινά δεδομένα και ακριβέστερα θα λέγαμε ότι η Ελλάδα αναγνωρίζει την ύπαρξη μιας διαφοράς με την Τουρκία, την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης στο Αιγαίο και την Ανατ. Μεσόγειο μέσω προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Η προσφυγή στη Διεθνή Δικαιοσύνη έχει βεβαίως νόημα μόνο όταν το κράτος που την επιδιώκει είναι έτοιμο να αποδεχθεί την απόφαση και να αξιώσει τον σεβασμό της».
«Τίποτα δεν είναι εύκολο. Τα πάντα όμως ξεκινούν από τη δική μας εθνική στρατηγική αυτοσυνειδησία που είναι η θεμελιώδης προϋπόθεση του πραγματικού και όχι του ρητορικού πατριωτισμού».
H Χάγη, το όπλο μας…
♦ «Το Μνημόνιο Τουρκίας – Λιβύης και τα ελληνικά νησιά» είναι ο τίτλος του άρθρου του κ. Χρ. Ροζάκη, που τελειώνει με την υπογράμμιση: «Τι όπλα έχει η Ελλάδα για να αντιμετωπίσει την ακραία συμπεριφορά της Τουρκίας; Όπως έχει τονιστεί επανειλημμένως, το μόνο οριστικό και αδιαμφισβήτητο όπλο είναι η προσφυγή στη διεθνή Δικαιοσύνη. Χρήσιμο είναι, προτού προσφύγουμε σε αυτήν, να επιχειρήσουμε επανέναρξη των διερευνητικών συνομιλιών, ούτως ώστε να πετύχουμε, όσο αυτό είναι δυνατόν, ορισμένα θετικά αποτελέσματα από αυτές, και να διασκεδάσουμε τους φόβους της Τουρκίας ως προς την αναγκαιότητα προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο. Ακολούθως, θα πρέπει να ξεκινήσουμε διμερείς διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συνυποσχετικού, και κατάθεση, από κοινού, της προσφυγής.
Πάντως, αυτό το οποίο δεν μπορεί να συνεχιστεί είναι η τρέχουσα κατάσταση του ψυχρού πολέμου, γιατί εγκυμονεί κινδύνους απρόβλεπτης ανάφλεξης, ενός θερμού επεισοδίου τις φλόγες του οποίου δεν πρόκειται να κατασβέσουν, όπως έκαναν στο παρελθόν, οι φίλιες δυνάμεις».
Kαιρός να σοβαρευτούν…
♦ «Ελληνική εξωτερική πολιτική και η συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης» έχει τίτλο το άρθρο του κ. Νίκου Κοτζιά, όπου επισημαίνει ότι «οι σχέσεις μας με τη νευρική και αναθεωρητική – επιθετική γείτονα πρέπει και πάλι να αποκτήσουν μοχλούς πίεσης», τονίζοντας τα εξής: «Πρέπει άμεσα να ανοίξει η πρεσβεία της Ελλάδας στην Τρίπολη ενώ, ταυτόχρονα, η χώρα να συνεχίσει να έχει καλές σχέσεις με τη Βουλή της Λιβύης. Είχα πάει ο ίδιος στη Λιβύη. Η κατάσταση του κτιρίου της πρεσβείας είναι πολύ καλή. Προσλάβαμε βοηθητικό προσωπικό που τη φροντίζει. Σε υπηρεσιακό συμβούλιο είχε αποφασιστεί ποιος διπλωμάτης θα την αναλάβει. Έπειτα από έρευνα είχαμε καταλήξει για το προσωπικό και τα μέσα ασφαλείας που θα χρειαστούν, ενώ έγιναν συνεννοήσεις με την Ιταλία προκειμένου να συντονιστούμε. Όλες αυτές οι ενέργειες ακυρώθηκαν. Κάποιοι θεωρούν ότι δεν προέχουν τα εθνικά συμφέροντα και η ασφάλεια της πατρίδας. Καιρός να σοβαρευτούν».
«Η Ελλάδα χρειάζεται να αναλάβει πρωτοβουλίες που δεν θα είναι προς μικροκομματική χρήση, όπως προσπάθησαν κάποιοι να κάνουν με τις τετραμερείς αμυντικές συμφωνίες που τις βρήκαν έτοιμες από εμένα και για τις οποίες ουδέποτε μίλησα δημόσια σε αντίθεση με αυτούς. Να αντιμετωπίσει τα προβλήματα με την Τουρκία τολμηρά και ρεαλιστικά με το βλέμμα στραμμένο στην περιφερειακή και διεθνή κατάσταση, στην ασφάλεια και σταθερότητα, χωρίς πολιτικές ιαχών ή κατευνασμού, μακριά από το σκεπτικό οποιασδήποτε εκλογικής ‘‘σταυροδοσίας’’».
Να είμαστε έτοιμοι για πόλεμο…
♦ «Ο φόβος είναι κακός σύμβουλος» είναι ο τίτλος του άρθρου του κ. Στέφανου Μάνου, στο οποίο επισημαίνει: «Είναι αυτονόητο, σε μένα πάντα, ότι αξιολογώντας τον τουρκικό κίνδυνο πρέπει να είμαστε έτοιμοι να πολεμήσουμε για να υπερασπιστούμε την πατρίδα μας. Ο πρόεδρος Μακρόν στην τελευταία συνάντησή του με τον Αμερικανό πρόεδρο Τραμπ, αναφερόμενος στην τρομοκρατία, του συνέστησε με μη διπλωματικό τρόπο ‘‘Ας σοβαρευτούμε!’’. Το ίδιο ακριβώς θα έλεγα για τον τουρκικό κίνδυνο: Ας σοβαρευτούμε! Το 70% και πλέον των δαπανών για την άμυνα είναι για μισθούς και συντάξεις. Ό,τι απομένει μοιράζεται για την εξόφληση παλαιών υποχρεώσεων και μόλις 15% αφιερώνεται σε πολεμικές δαπάνες. Στις 30.09.2019 στην ‘‘Κ’’ ο εφοπλιστής Πάνος Λασκαρίδης αναρωτήθηκε σε ένα άρθρο-καταπέλτη αν σε ό,τι αφορά την άμυνα απέναντι στην Τουρκία είμαστε σοβαροί. Η απάντησή μου είναι: Όχι δεν είμαστε».
TO ΠΑΡΟΝ