Π. Μηλιαράκης: Ο θεσμός του Προέδρου της Δημοκρατίας και το επιβαλλόμενο καθήκον
Του
ΠΕΤΡΟΥ ΜΗΛΙΑΡΑΚΗ
Δικηγόρου στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας
και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου
και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC-EU)
Η δειλή, κατώτερη των περιστάσεων για το πολιτικό μας σύστημα και το κύρος του θεσμού του Προέδρου της Δημοκρατίας, πρόσφατη συνταγματική αναθεώρηση δίδει την ευκαιρία αλλά και το δικαίωμα να λεχθούν τα παρακάτω, με σύντομη αναφορά στα κρίσιμα ιστορικά σημεία:
Τα πολιτικά πράγματα στην Ελλάδα, με αιτία το «βασιλικό πραξικόπημα» του 1965, την επιβολή της δικτατορίας και το υποτιθέμενο ή άλλως πώς αποτυχημένο αντιπραξικόπημα του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου προς τη χούντα, έθεσαν το ζήτημα εάν και κατά πόσον η Βασιλευόμενη Δημοκρατία μπορούσε στο παρόν αλλά και στο διηνεκές να αποτελεί πολιτειακό θεσμό για την Ελλάδα. Το ζήτημα αυτό επιλύθηκε τη μεταπολιτευτική περίοδο με τη σφραγίδα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, μέσω της άμεσης δημοκρατίας, του ιστορικού δημοψηφίσματος της 8ης Δεκεμβρίου 1974, οπότε ο ελληνικός λαός με ποσοστό 69,2% τάχθηκε υπέρ της Αβασίλευτης Δημοκρατίας.
Πράγματι, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, σε συνεργασία με τις λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις της χώρας, εγκατέστησε μια νέα μεταπολιτευτική δημοκρατία και πολιτική τάξη και συνέβαλε αποφασιστικώς έτσι ώστε να υπάρξει αλλαγή της μορφής του πολιτεύματος, οπότε βασίμως τίθεται το ερώτημα για το κατά πόσο η Βουλή του 1975 ήταν Συντακτική ή Αναθεωρητική.
Ανεξαρτήτως, δε, αν η Βουλή του 1975 ήταν Συντακτική ή Αναθεωρητική, με τον σκληρό πυρήνα της συνταγματικής τάξης ο θεσμός του Προέδρου της Δημοκρατίας αφορά υπέρτατο έννομο, πολιτικό και πολιτειακό αγαθό, το οποίο ο κάθε πολίτης δεν έχει μόνο το δικαίωμα αλλά και το καθήκον να περιφρουρεί και να προασπίζεται. Το καθήκον δε αυτό κατά μείζονα λόγο αφορά το πολιτικό σύστημα και τις κοινοβουλευτικές δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου.
Τούτων δοθέντων
Ειδικότερα για την παρούσα ιστορική φάση κρίσιμο είναι να επισημειωθούν τα παρακάτω:
Η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας επιβάλλεται να λαμβάνει χώρα με ευρύτατη συναίνεση. Και τούτο γιατί το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν αφορά μόνο τον Αρχηγό του Κράτους, τον Αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά ειδικότερα αφορά τον ρυθμιστή του πολιτεύματος. Το πολιτικό σύστημα οφείλει πάντοτε να έχει ως υπέρτατη πρόνοια την περιφρούρηση του θεσμού του Προέδρου της Δημοκρατίας, στον οποίο ανήκει η εξαιρετική ρυθμιστική αρμοδιότητα που αφορά την εν γένει ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος.
Συνεπώς, δεν είναι δυνατόν το πολιτικό σύστημα να εκλέγει Πρόεδρο της Βουλής με ευρεία συναίνεση και να μην εκλέγει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με αυτήν τη συναντίληψη.
Άξιο δε ειδικής αναφοράς είναι ότι ο Πρόεδρος της Βουλής, κατά τις περιστάσεις του Συντάγματος, αναπληρώνει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Συνεπώς, δεν είναι δυνατόν ο Πρόεδρος της Βουλής να διαθέτει μεγαλύτερο πολιτικό και κοινοβουλευτικό κύρος από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Με τους θεσμούς δεν μπορεί να γίνονται παίγνια. Επιβάλλεται ο σεβασμός στους θεσμούς και στις διαδικασίες που αναδεικνύουν τους θεσμούς.
Αυτός ο σεβασμός είναι ιστορικό και πολιτικό καθήκον και συναρτάται με την ωριμότητα και τη σταθερότητα του όλου πολιτικού και θεσμικού μας συστήματος.