Ν. Στραβελάκης: Νόμος ΔΕΗ: Η πρώτη πράξη για την ιδιωτικοποίηση ή για την αφύπνιση των εργαζομένων και της κοινωνίας


Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού
και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών


Το νομοσχέδιο για τη ΔΕΗ ήταν η πρώτη δοκιμή όσον αφορά τις αντοχές της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Η προφανής αντισυνταγματικότητα της κατάργησης της μονιμότητας για τους νεοπροσλαμβανόμενους υπαλλήλους της επιχείρησης δεν άφησε αδιάφορο ακόμη και τον κ. Λοβέρδο του ΚΙΝΑΛ, παραδοσιακό φίλο της σημερινής κυβερνητικής πλειοψηφίας. Αλλά οι αντιδράσεις δεν φαίνεται να περιορίσθηκαν εκεί, αφού μόνο 153 από τους 159 κυβερνητικούς βουλευτές έδωσαν το «παρών» για την υπερψήφιση του νομοσχεδίου επί της αρχής.

Είναι λάθος να παρασυρθούμε και να θεωρήσουμε ότι το νομοσχέδιο ήταν απλά μια προσπάθεια ισοπέδωσης των εργασιακών σχέσεων των εργαζομένων στη ΔΕΗ για τον περιορισμό του κόστους και την υποτιθέμενη βελτίωση των οικονομικών μεγεθών της επιχείρησης. Στην πραγματικότητα πρόκειται για τη δρομολόγηση της ιδιωτικοποίησης ή ακριβέστερα του ξεπουλήματος της επιχείρησης και όχι μόνο.

Ο πλήρης τίτλος του νομοσχεδίου εξηγεί τα πάντα: «Απελευθέρωση αγοράς ενέργειας, εκσυγχρονισμός της ΔΕΗ, ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ και στήριξη των ΑΠΕ». Στόχος του δεν είναι άλλος από την κυριαρχία των ιδιωτών στην αγορά ενέργειας, μέσα από το ξεπούλημα των ενεργειακών πηγών και ειδικότερα του φυσικού αερίου αλλά και των ανανεώσιμων πηγών.

Κοντολογίς, το θέμα της μισθοδοσίας και των εργασιακών σχέσεων δεν αποτελεί πρόβλημα για τη λειτουργία και τη βιωσιμότητα της ΔΕΗ. Άλλωστε, σύμφωνα με τις οικονομικές καταστάσεις του 2018, η μισθοδοσία είναι μόλις το 15,22% του ενοποιημένου κύκλου εργασιών, εμφανίζοντας μείωση έναντι του 2017. Το πρόβλημα της επιχείρησης βρίσκεται στο υψηλό κόστος παραγωγής λόγω της εξάρτησης από τις λιγνιτικές μονάδες.

Οι τελευταίες επιβαρύνο­νται από υψηλά δικαιώματα διοξειδίου του άνθρακα, στο πλαίσιο της «οικολογικής» μπίζνας που έχει στηθεί στην ΕΕ, για τα οποία οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν ζήτησαν καν εξαίρεση της χώρας, όπως έκανε, π.χ., η Πολωνία. Είναι χαρακτηριστικό ότι για τη χρήση του 2018 η επιχείρηση δαπάνησε 700 εκατ. ευρώ για την προαγορά δικαιωμάτων CO2, δικαιώματα που εξαντλήθηκαν για τη στήριξη της παραγωγής στην τρέχουσα χρήση.

Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με το υψηλότερο κόστος, λόγω του καθεστώτος καθολικού παρόχου που διέπει την επιχείρηση, και οι σκανδαλώδεις διατάξεις για υποχρεωτική διάθεση ηλεκτρικού ρεύματος με ζημία στον ανταγωνισμό, τις περιβόητες ΝΟΜΕ, οδήγησαν στα οικονομικά προβλήματα της ΔΕΗ. Η προφανής λύση είναι η υποκατάσταση του λιγνίτη με φυσικό αέριο, ώστε να περιορισθούν τα κόστη λόγω εκπομπών αερίου.

Στην περίπτωση αυτή, με δεδομένο ότι η Δημόσια Επιχείρηση Αερίου (ΔΕΠΑ) ήταν επίσης κρατική επιχείρηση, θα καθιστούσε εφικτή την εξυγίανση της αγοράς ενέργειας και την παροχή φθηνής ηλεκτρικής ενέργειας στην κοινωνία. Μάλιστα ο έλεγχος της εξόρυξης και διάθεσης φυσικού αερίου από το κράτος θα παρείχε και μια –περιορισμένη έστω– δυνατότητα ελέγχου των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τους εργαζόμενους.

Η απομάκρυνση αυτής της δυνατότητας είναι και το βασικό αντικείμενο του νομοσχεδίου. Αυτό που φρόντισε ο κ. Χατζηδάκης είναι η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ, ώστε η βασική πηγή ενέργειας της ΔΕΗ να βρεθεί σε ιδιωτικά χέρια. Το ίδιο επιχειρείται να συμβεί και με τα δίκτυα διανομής του φυσικού αερίου, όπως ενδελεχώς προβλέπουν τα άρθρα του τέταρτου κεφαλαίου του νομοσχεδίου και πλέον νόμου του κράτους. Στην ίδια φιλοσοφία βρίσκεται και η πολιτική ενίσχυσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ).

Στην πραγματικότητα η ΔΕΗ αποκλείεται από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η συγκεκριμένη δραστηριότητα αφήνεται στα χέρια ιδιωτών, με καταστροφικές ενεργειακές και οικολογικές συνέπειες. Να τονίσω την ειδική αναφορά για τη δημιουργία μονάδων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στα νησιά και την περιβαλλοντική καταστροφή που επίκειται. Είναι γνωστές οι κινητοποιήσεις των κατοίκων στα νησιά για την αποτροπή της εγκατάστασης κυρίως μονάδων αιολικής ενέργειας. Κινητοποιήσεις που αναμένεται να ενταθούν το επόμενο διάστημα.

Το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι γιατί η κυβέρνηση έθεσε θέμα εργασιακών σχέσεων στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Κατά τη γνώμη μου δεν ήταν μόνο μια προσπάθεια να φανούν οι εργαζόμενοι ως «υπεύθυνοι» για τα προβλήματα της ΔΕΗ. Ήταν το πρώτο βήμα για την ιδιωτικοποίηση του ΔΕΔΔΗΕ, που θα είναι η τελευταία πράξη του δράματος της πλήρους απαξίωσης της ΔΕΗ και θα σημάνει την οριστική απώλεια του δημόσιου χαρακτήρα της. Με άλλα λόγια, η ισοπέδωση των εργασιακών σχέσεων γίνεται για τη διευκόλυνση των αγοραστών του ΔΕΔΔΗΕ.

Άρα, ο αγώνας για δημόσιες ΔΕΗ και ΔΕΠΑ και πάνω απ’ όλα στην υπηρεσία της κοινωνίας δεν τελειώνει με την ψήφιση του νομοσχεδίου. Θα είναι αγώνας διαρκείας, στον οποίο την τελευταία λέξη ελπίζω να έχει η κοινωνία και οι εργαζόμενοι και όχι οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές κυβέρνησης και ΕΕ.

Φωτό: alphafreepress.gr


Σχολιάστε εδώ