Π. Νεάρχου: Η υπογραφή αυθαίρετης «Συμφωνίας» για θαλάσσιες ζώνες με τη Λιβύη από την Άγκυρα

Π. Νεάρχου: Η υπογραφή αυθαίρετης «Συμφωνίας» για θαλάσσιες ζώνες με τη Λιβύη από την Άγκυρα

– Υπό τις συνθήκες αυτές, η συνέχιση της γνωστής κατευναστικής πολιτικής «για να μην προκληθεί η Τουρκία» δεν έχει κανένα απολύτως νόημα.

-Μεγάλος και σφοδρός ο ανταγωνισμός μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων ΗΠΑ και Ρωσίας αλλά επίσης της Γαλλίας, της Μ. Βρετανίας, της Ιταλίας, της Αιγύπτου, του Κατάρ και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων για τον έλεγχο της Λιβύης…


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Ενώ η Ελλάδα πνίγεται με Μουσουλμάνους παράνομους μετανάστες, που εκπέμπει μεθοδικά και εκβιαστικά η Άγκυρα, η τελευταία έκανε πράξη τις προαναγγελίες της ότι θα υπογράψει οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών με τη Λιβύη!

Εκμεταλλευόμενη τη φοβία και την ολιγωρία των Αθηνών, που θα έπρεπε ήδη από καιρό να είχαν πράξει τα δέοντα και να είχαν κατοχυρώσει τα δικαιώματα της χώρας, για να αποφύγουν εγκαίρως τέτοιου είδους περιπλοκές, η Άγκυρα έσπευσε να καταθέσει πρώτα συντεταγμένες στα Ηνωμένα Έθνη, με τις οποίες υποστηρίζει τους γνωστούς αυθαίρετους ισχυρισμούς της, και να προσκαλέσει αμέσως μετά στην Άγκυρα τον Λίβυο ηγέτη Αλ Σαράζ για να υπογράψει σχετική συμφωνία, ως μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής συνεργασίας.

Ο Λίβυος «πρωθυπουργός» ελέγχει το Δυτικό τμήμα της μοιρασμένης χώρας του, με έδρα την Τρίπολη, και βρίσκεται σε ανοικτή πολεμική αναμέτρηση με τον στρατάρχη Χαφτάρ, που ελέγχει το Ανατολικό τμήμα της χώρας και υποστηρίζεται δυναμικά από την Αίγυπτο του στρατάρχη Αλ Σίσι.


Στόχος της Τουρκίας στη Λιβύη τα τεράστια ενεργειακά αποθέματα της χώρας


Η Τουρκία επενδύει στη νίκη του Αλ Σαράζ, η κυβέρνηση του οποίου αναγνωρίζεται ως νόμιμη από τα Ηνωμένα Έθνη, με στόχο όχι μόνο την ανταπόκριση της Λιβύης στα παιχνίδια της, σε βάρος της ΑΟΖ της Ελλάδος και της Κύπρου, αλλά και τη διείσδυση στη χώρα αυτή, που έχει τεράστια ενεργειακά αποθέματα και κατέχει μια ιδιαίτερα στρατηγική θέση στην κεντρική Μεσόγειο.

Η Τουρκία δεν είναι, προφανώς, η μόνη ενδιαφερόμενη. Η σπαρασσόμενη αυτή χώρα, από την επαύριον της ανατροπής του συ­νταγματάρχη Καντάφι, είναι πεδίο σφοδρού ανταγωνισμού μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων ΗΠΑ και Ρωσίας αλλά επίσης της Γαλλίας, της Μ. Βρετανίας, της Ιταλίας, της Αιγύπτου, του Κατάρ και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.

Η Αίγυπτος, που έχει στενή συνεργασία με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη απέναντι στις εξελίξεις στη Λιβύη: Θα μπορούσαν αυτές να οδηγήσουν στην επικράτηση ενός ανταγωνιστικού καθεστώτος, που θα είχε στους κόλπους του ισχυρούς πυρήνες ακραίας Ισλαμιστικής ιδεολογίας, όπως είναι η Μουσουλμανική Αδελφότητα, που δρα ως αντιπολίτευση στην Αίγυπτο. Δεν θα μπορούσε επίσης να ανεχθεί τη δορυφοροποίηση της Λιβύης από την Τουρκία, που αντιμάχεται ανοικτά το καθεστώς Σίσι, υποστηρίζοντας τη Μουσουλμανική Αδελφότητα.

Η Γαλλία, που πρωτοστάτησε στην ανατροπή του συνταγματάρχη Καντάφι και αντιμετωπίζει την κατάσταση στη Λιβύη σε συνδυασμό με τα συμφέροντά της στη Γαλλόφωνη Μαύρη Αφρική, υποστηρίζει τον στρατάρχη Χαφτάρ. Έχει κάθε λόγο να αντιμάχεται τα Τουρκικά παιχνίδια στη Λιβύη, όχι μόνο για τον ενεργειακό πλούτο της χώρας αλλά και για τον ρόλο της τελευταίας ως υποστηρικτή της Ισλαμικής τρομοκρατίας στη Μαύρη Αφρική.

Η Ιταλία, που έχει στο παρελθόν της έναν πόλεμο για τη Λιβύη, με την Οθωμανική αυτοκρατορία, το 1914, ακολουθεί σήμερα μια διπλή πολιτική, που επιδιώκει καλές σχέσεις και με τα δύο αντιμαχόμενα κέντρα της μοιρασμένης χώρας. Οι ΗΠΑ, με τις οποίες συνεργάζεται στενά και η Μ. Βρετανία, έχουν σχέσεις με την κυβέρνηση Αλ Σαράζ στην Τρίπολη, αλλά προσπαθούν να κρατούν ισορροπίες και με τον στρατάρχη Χαφτάρ, ο οποίος έχει μακρό παρελθόν διαμονής στις ΗΠΑ και συνεργασίας μ’ αυτές. Η Ρωσία, σε συνεργασία με την Αίγυπτο, υποστηρίζει σταθερά τον στρατάρχη Χαφτάρ.

Είναι κατανοητό γι’ αυτό γιατί τόσο ο στρατάρχης Χαφτάρ, όσο και η Αίγυπτος αντέδρασαν έντονα στην υπογραφή συμφωνίας για θαλάσσιες ζώνες μεταξύ Τουρκίας και της Δυτικής Λιβύης του Αλ Σαράζ. Η αντίδρασή τους είναι πολύ σημαντική και ενισχύει την Ελληνική θέση. Το ερώτημα που τίθεται είναι ποια πρέπει να είναι τώρα η αντίδραση της Ελληνικής πλευράς. Κατά πρώτο λόγο, σε ό,τι αφορά την κατοχύρωση της Ελληνικής ΑΟΖ. Δεν αρκεί μια ανακοίνωση του Ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, που απορρίπτει ως αβάσιμες και αυθαίρετες, με βάση το διεθνές δίκαιο, τις συντεταγμένες που κατέθεσε στον ΟΗΕ η Άγκυρα.

Άμεση κατάθεση συντεταγμένων στον ΟΗΕ από την Ελλάδα

Χρειάζεται να καταθέσει και η Ελληνική πλευρά συντεταγμένες στον ΟΗΕ και να εγκαταλείψει τη φοβική πολιτική σε σχέση με την οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Κύπρο και την Αίγυπτο, εφόσον η Άγκυρα έσπευσε ήδη να προκαταλάβει με τετελεσμένα γεγονότα την Ελληνική πλευρά. Η Αθήνα απέφυγε μέχρι τώρα να προχωρήσει σε οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Κύπρο και την Αίγυπτο, φοβούμενη Τουρκικές αντιδράσεις και Ελληνο-Τουρκική κρίση. Οι ε­παπειλούμενες όμως Τουρκικές αντιδράσεις συντελούνται ήδη, με τη μορφή όχι μόνο παραβιάσεων και γεωτρήσεων στην Κυπριακή ΑΟΖ αλλά και με απόπειρα δημιουργίας τετελεσμένου γεγονότος Τουρκικής δήθεν υφαλοκρηπίδος και ΑΟΖ μέχρι τη Λιβύη.

Η τελευταία Τουρκική πρωτοβουλία υπερφαλαγγίζει πλέον όχι μόνο τα μικρά Ελληνικά νησιά, όπως το Καστελλόριζο και η Μεγίστη, που έχουν ιδιαίτερη σημασία στον καθορισμό της ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, αλλά και νησιά όπως η Ρόδος και η Κρήτη. Υπό τις συνθήκες αυτές, η συνέχιση της γνωστής κατευναστικής πολιτικής «για να μην προκληθεί η Τουρκία» δεν έχει κανένα απολύτως νόημα.

Προκαλούν γι’ αυτό απορία και θυμηδία οι πρόσφατες δηλώσεις του Αναπληρωτή Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας κ. Θάνου Ντόκου, ο οποίος, παρακάμπτοντας τον προϊστάμενό του Σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας κ. Διακόπουλο αλλά και τον υπουργό Εξωτερικών κ. Δένδια, έσπευσε να μιλήσει για «συνεκμετάλλευση» στο Αιγαίο, για «θετική ατζέντα», «Μέτρα Οικοδομήσεως Εμπιστοσύνης» και «Πολιτικής Ισότητας» στην Κύπρο. Διευκρίνισε ο ίδιος ότι εννοεί τη «συνεκμετάλλευση» στο Αιγαίο ως παρεπόμενη μιας αποφάσεως Διεθνούς Δικαστηρίου τύπου Χάγης. Όταν όμως η Άγκυρα έχει κάνει ήδη άλογο μάχης τη «Γαλάζια Πατρίδα» και αμφισβητεί τα πάντα, είναι τραγικό η Ελληνική πλευρά να προβάλλει αυταπάτες για δήθεν «θετική ατζέντα» στις Ελληνο-Τουρκικές σχέσεις και για δήθεν παραπομπή του θέματος στη Χάγη.

Ανάλογη είναι και η αναφορά στην Κύπρο για «πολιτική ισότητα». Η «πολιτική ισότητα» έγινε το άλογο μάχης της Τουρκικής πλευράς για την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, την αναγνώριση του ψευδοκράτους και την επιβολή ενός δικέφαλου μορφώματος, που θα γινόταν το όχημα Τουρκικού στρατηγικού ελέγχου της Κύπρου στην περίπτωση μιας τέτοιας «λύσεως». Καμιά απόφαση δεν θα μπορούσε να ληφθεί χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Άγκυρας.

Η Ελληνική πλειοψηφία θα υποδουλωνόταν στην Τουρκοκυπριακή μειοψηφία και μέσω αυτής στην Ά­γκυρα. Οι στρατηγικές συμμαχίες με το Ισραήλ και την Αίγυπτο θα διεμβολίζονταν. Ο κ. Ντόκος θα μπορούσε βεβαίως να παρατηρήσει ότι η «πολιτική ισότητα» δεν είναι δικό του εφεύρημα. Την αποδέχθηκαν οι Κύπριοι. Η Αθήνα όμως δεν έχει λόγο και άποψη για την τύχη της Κύπρου; Έχει μόνο η Άγκυρα και το Λονδίνο, που ραδιουργεί και ασκεί επιρροή στο παρασκήνιο πάνω στις ηγεσίες του ΑΚΕΛ και του ΔΗΣΥ;

Η «πολιτική ισότητα» περιλαμβανόταν στο ψήφισμα 716 του 1991 του Συμβουλίου Ασφαλείας, στο οποίο παραπέμπει και η Δήλωση του Γ. Γραμματέα του ΟΗΕ κ. Γκουτιέρες μετά τη λεγόμενη «Τριμερή» συνάντηση στο Βερολίνο, στις 25 Νοεμβρίου. Η απαράδεκτη όμως αυτή παραχώρηση, όπως και πολλές άλλες, περιελήφθη στο περιβόητο Σχέδιο Ανάν, το οποίο απερρίφθη με δημοψήφισμα από τον Κυπριακό λαό το 2004.

Η κυβέρνηση, τόσο στο Κυπριακό, όσο και γενικότερα στις Ελληνο-Τουρκικές σχέσεις, πρέπει να επαναξιολογήσει την πολιτική της υπό το φως των σημερινών εξελίξεων και να πάρει δραστικές αποφάσεις σε τρία καίρια μέτωπα: ΑΟΖ και Κυπριακό, ανάσχεση της λαθρομεταναστεύσεως και αυστηρός έλεγχος των συνόρων, άμεση ενίσχυση της άμυνας. Οποιαδήποτε περαιτέρω ολιγωρία και πελαγοδρομία μπορεί να αποβεί ολέθρια για τη χώρα και οι κυβερνώντες έχουν τεράστιες ευθύνες για την αντιμετώπιση της σημερινής δύσκολης καταστάσεως.


Σχολιάστε εδώ