Π. Νεάρχου: Η παράνομη μετανάστευση εξελίσσεται στο μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Το «κατόρθωμα» των Ελληνικών κυβερνήσεων, να επιτρέψουν τη δημιουργία εκ του μηδενός ενός τεράστιου προβλήματος, όπως η σημερινή παράνομη μετανάστευση, δείχνει τη μικρόνοια, τη στρατηγική μυωπία, την ιδεολογική εξάρτηση και υποτέλεια και την προσκόλληση σε αυτοκαταστροφικές ιδεοληψίες, που κυριάρχησαν από τα μέσα ήδη της δεκαετίας του ’90 και προσδιόρισαν την καταστροφική ανοχή τους απέναντι στο αναδυόμενο κύμα της παράνομης μεταναστεύσεως.
Ενθυμούμαι ότι στην αρχή της περιόδου αυτής ένας από τους πρωταγωνιστές της, που ανεδείχθη και στη θέση του πρωθυπουργού, μου ζήτησε να του γράψω ένα σημείωμα για την «πολυπολιτισμική κοινωνία»! Το αίτημά του με εξέπληξε και του παρετήρησα: «Τι δουλειά έχουμε εμείς στην Ελλάδα με την πολυπολιτισμική κοινωνία; Αυτή είναι μια πολιτική που προωθείται σε χώρες που έγιναν από μετανάστες και στις οποίες θέλουν τώρα να περάσουν από τις αυστηρές πολιτικές αφομοιώσεως σε πιο χαλαρές πολιτικές, που θα αφήνουν μεγαλύτερα περιθώρια για πολιτιστικά δικαιώματα των διαφόρων εθνικών ομάδων. Στην Ελλάδα έχουμε εθνική συνοχή 97%. Για ποια πολυπολιτισμική πολιτική και κοινωνία μπορούμε να μιλούμε;».
Με αυτές τις σκέψεις του έγραψα το σημείωμα που ζήτησε. Το πήρε, χωρίς να κάνει κανένα σχόλιο. Δύο μήνες μετά, μου ζήτησε ένα άλλο σημείωμα για τα «soft frontiers» («ευέλικτα, διαπερατά σύνορα»). Οργίσθηκα κυριολεκτικά για το πώς του μπήκε στο μυαλό μια τέτοια ιδέα. «Πώς είναι δυνατό», του είπα, «να συζητά η Ελλάδα μια τέτοια ιδέα, όταν βρίσκεται στα σύνορα με τις μάζες του Τρίτου Κόσμου; Τρελαθήκαμε; Όταν, επιπλέον, η Ελλάδα βρίσκεται στην οριογραμμή μεταξύ χριστιανικού και μουσουλμανικού κόσμου και έχει το γνωστό παρελθόν και τα σημερινά προβλήματα με την Τουρκία;».
Μαντεύετε όλοι τι έγινε. Πολιτική ανοικτών συνόρων και προπαγάνδα για την πολυπολιτισμική κοινωνία. Δεν πειράζει αν δεν υπήρχε η δημογραφική βάση για την πολυπολιτισμική κοινωνία. Δημιουργείται με την παράνομη μετανάστευση. Η πολιτική, επομένως, που ακολουθείται δεν είναι αυτοσχεδιασμός ή πολιτικό ατύχημα από ανάξια διαχείριση. Έχει υποβολείς, από εξωτερικά κέντρα, που έχουν τους δικούς τους μεγάλους σχεδιασμούς και παράγουν τα δικά τους ιδεολογήματα για να τους εξυπηρετήσουν και να τους προωθήσουν.
Τα ερωτήματα είναι πολλά για το ποιοι είναι αυτοί που προωθούν τέτοιους σχεδιασμούς και για ποιους σκοπούς το κάνουν. Δεν είναι δυνατόν, στο πλαίσιο ενός άρθρου, να δοθούν αναλυτικές απαντήσεις. Μονολεκτικά μπορεί να πει κανείς ότι συνδέονται με αυτό που παρουσιάζεται ως παγκοσμιοποίηση, με ηθελημένη σύγχυση μεταξύ της τεχνικής παγκοσμιοποιήσεως, που αναφέρεται στην τεχνολογική επανάσταση, και της παγκοσμιοποιήσεως ως ολιγαρχικού οράματος παγκόσμιας «διακυβερνήσεως», με άξονα τον χρηματοπιστωτικό τομέα. Το δυστύχημα είναι ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, με την πολιτική του ακραίου νεοφιλελευθερισμού, έχει εγκολπωθεί την πολιτική αυτή, παρά τις αντιδράσεις που υπάρχουν σε επίπεδο εθνικών κρατών και πολιτών.
Κύρια, αλλά ανομολόγητη έκφραση της πολιτικής αυτής είναι η υπόσκαψη και η σταδιακή αποδόμηση του έθνους και του εθνικού κράτους. Καταλυτικός παράγων προς την κατεύθυνση αυτή είναι η δημογραφική αλλοίωση του πληθυσμού με την παράνομη μετανάστευση, η οποία υπερβαίνει οποιονδήποτε εθνικό σχεδιασμό για κάλυψη υπαρχουσών αναγκών, με προγραμματισμένη και νόμιμη μετανάστευση.
Η αμφίσημη στάση της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών απέναντι στην παράνομη μετανάστευση, η οποία απορρέει από την υιοθέτηση παγκοσμιοποιημένων πολιτικών και ιδεολογημάτων, επιτρέπει την παρουσίαση και των πολιτικών που ακολουθούν οι Ελληνικές κυβερνήσεις ως «Ευρωπαϊκών», τις οποίες είναι υποχρεωμένη η Ελλάδα να εφαρμόσει! Η αλήθεια είναι ότι οι Ελληνικές κυβερνήσεις, από τη δεκαετία ήδη του ’90, ναρκισσεύονταν ότι «πρωτοπορούν» στα θέματα των προσφύγων και των μεταναστών, ενώ η Ελλάδα, λόγω της γεωγραφικής της θέσεως και των προβλημάτων που αντιμετωπίζει με την Τουρκία, βρίσκεται σε ιδιαίτερα μειονεκτική θέση και θα έπρεπε να πρωτοπορεί προς την αντίθετη κατεύθυνση, τον έλεγχο δηλαδή των συνόρων και της παράνομης μεταναστεύσεως.
Η Ευρωπαϊκή ομπρέλα και ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός που υποστηρίζει η παγκοσμιοποίηση επιτρέπουν τη σύγκλιση, με διαφορετικούς ιδεολογικούς όρους, της Δεξιάς και της Αριστεράς, του νεοφιλελευθερισμού με τον ψευτοδιεθνισμό. Δεν αποτελεί γι’ αυτό έκπληξη η υποστήριξη της πολιτικής των ανοικτών συνόρων και της λεγόμενης «πολυπολιτισμικής κοινωνίας» από τις κυβερνήσεις τόσο του Σημιτικού ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και της Νέας Δημοκρατίας.
Η κατάσταση σήμερα, με τις ανεύθυνες και ανεδαφικές πολιτικές των διαδοχικών κυβερνήσεων, από το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του ’90 και με αποκορύφωση την πολιτική ΣΥΡΙΖΑ, έφθασε σε σημείο εκρήξεως. Η παράνομη μετανάστευση έχει πάρει διαστάσεις άτυπης εισβολής και εποικισμού και εκδηλώνεται πλέον ως ασύμμετρος πόλεμος της Άγκυρας κατά της Ελλάδος και ως άμεση απειλή στην εθνική ασφάλεια της χώρας αλλά και στο εθνικό της μέλλον.
Η κυβέρνηση παρουσιάζει σήμερα ένα σχέδιο κλειστών κέντρων ως επαρκές για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Το σχέδιο αυτό από μόνο του, με την έκταση που έχει πάρει το πρόβλημα, είναι πολύ αμφίβολο αν θα λειτουργήσει αποτελεσματικά και αποτρεπτικά. Χρειάζεται να συνδυασθεί με πολιτική απωθήσεως στα θαλάσσια και χερσαία σύνορα της χώρας, με προσωρινή αναστολή, εάν αυτό είναι αναγκαίο, της περιβόητης Ευρωπαϊκής Οδηγίας για το άσυλο, που παρέχει το πρόσχημα για τα ανοικτά σύνορα.
Εάν η άλλη Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει ανοικτά σύνορα, θα πρέπει να αναδεχθεί τις συνέπειες της Οδηγίας αυτής όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για όλη την Ευρώπη. Δεν μπορεί να νομίζει ότι απαλλάσσεται από τις υποχρεώσεις της με παροχή οικονομικής «βοήθειας», με αντάλλαγμα τη μόνιμη παραμονή των παρανόμων μεταναστών στην Ελλάδα, τον εποικισμό δηλαδή της Ελλάδος με Ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. Την ευθύνη γι’ αυτό δεν τη φέρει μόνο η άλλη Ευρωπαϊκή Ένωση, με επικεφαλής τη Γερμανία. Τη φέρουν και οι Ελληνικές κυβερνήσεις, που αποδέχονται τέτοιου είδους αυτοκαταστροφικές άτυπες συμφωνίες.
Υπό τις συνθήκες αυτές, μόνο ο Ελληνικός λαός μπορεί να αποτρέψει τον επικρεμάμενο κίνδυνο του εποικισμού και της πλήρους αλλοτριώσεως της χώρας. Πρέπει να κινητοποιηθεί και να στείλει σαφέστατο μήνυμα ότι δεν θα δεχθεί τον εποικισμό της χώρας από ψευτοπρόσφυγες από όλο τον πλανήτη. Δεν είναι αυτές οι πρόνοιες της Διεθνούς Συμβάσεως της Γενεύης για το άσυλο, με βάση την οποία η Ελλάδα έχει διεθνείς υποχρεώσεις παροχής ασύλου και διεθνούς προστασίας.