Γιατί μας ενδιαφέρουν οι εξελίξεις στις βαλκανικές χώρες και η ευρωπαϊκή προοπτική τους
Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.
Χαρακτηριστική ήταν η φράση του Ανδρέα Παπανδρέου, με την οποία τόνιζε ότι η Ελλάδα είναι χώρα «Ευρωπαϊκή, Βαλκανική και Μεσογειακή». Με αυτόν τον χαρακτηρισμό, που άλλωστε ανταποκρίνεται στη γεωγραφική πραγματικότητα, ήθελε να συναρτήσει τις τύχες και τα ελληνικά συμφέροντα και με τις τρεις αυτές γεωγραφικές και γεωπολιτικές περιοχές. Αντίθετα, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε συνδέσει την Ελλάδα περισσότερο με τον ευρωαντλαντικό χώρο, με τον γνωστό αφορισμό «Ανήκομεν εις την Δύσιν».
Πιστεύω ότι η θέση του Ανδρέα Παπανδρέου ήταν ρεαλιστικότερη και πληρέστερη.
Θα σταθώ περισσότερο στον βαλκανικό μας περίγυρο, που μας επηρεάζει άμεσα και μας ενδιαφέρει πολιτικά, οικονομικά, πολιτιστικά, όπως και η ευρωπαϊκή προοπτική όλων των χωρών της περιοχής. Ιστορικά, οι λαοί που μας περιβάλλανε (Ιλλυριοί, Δάκες, Θράκες κ.ά.) ουδέποτε απείλησαν σοβαρά τους Έλληνες. Ο Μέγας Αλέξανδρος στράφηκε προς Ανατολάς, εναντίον της Περσικής Αυτοκρατορίας, και όχι προς Βορράν. Μόνο ο Πύρρος, ο βασιλιάς των Μολοσσών, κινήθηκε προς Δυσμάς, στην ιταλική χερσόνησο, και αν η νίκη του εναντίον των Ρωμαίων στο Μπενεβέντο δεν ήταν «Πύρρειος», πιθανότατα η ιστορία της Ευρώπης θα ήταν τελείως διαφορετική. Η κάθοδος των σλαβικών φύλων στα Βαλκάνια, γύρω στον 6ο αιώνα μ.Χ., σηματοδότησε τον πρώτο σοβαρό κίνδυνο για τους Έλληνες. Αιώνες μετά, οι Βαλκανικοί Πόλεμοι του 1912 – 1913 και αργότερα η διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας (1991) οριστικοποίησαν τα σύνορα κρατών και λαών της περιοχής. Όμως πολλά από τα προβλήματα του παρελθόντος κληρονομήθηκαν στη νέα εποχή.
Τα νεοπαγή κράτη δεν ήσαν εθνολογικά αμιγή με αποτέλεσμα να σημειωθούν έριδες και τοπικοί πόλεμοι, όπως στην περίπτωση του Κοσόβου, τη ρήξη μεταξύ Σερβίας – Κροατίας καθώς και τα επεισόδια μεταξύ της αλβανικής μειονότητας και της ΠΓΔΜ. Διαφορετική είναι η περίπτωση του κλεισίματος των συνόρων με το εμπάργκο της κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου κατά της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας» του Κίρο Γκλιγκόροφ, που έληξε με την υπογραφή της Ενδιάμεσης Συμφωνίας (1995).
Στα παραπάνω προβλήματα μεταξύ των βαλκανικών λαών πρέπει να προσθέσουμε και την οικονομική και πολιτιστική υστέρηση έναντι των άλλων Ευρωπαίων, συνεπεία, κυριότατα, της μακραίωνης κατοχής από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Εσχάτως η περιοχή των Βαλκανίων ήρθε εκ νέου στην επικαιρότητα με την άρνηση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να δώσει πράσινο φως στην έναρξη των διαδικασιών ένταξης της Βόρειας Μακεδονίας και της Αλβανίας στην ΕΕ, κατόπιν των αντιδράσεων της Γαλλίας, συνεπικουρούμενης από την Ολλανδία και τη Δανία.
Ανεξαρτήτως της βασιμότητας των λόγων που επικαλέσθηκε ο γάλλος Πρόεδρος κ. Μακρόν, ο οποίος ισχυρίσθηκε ότι θα έπρεπε πριν από κάθε νέα διεύρυνση να προηγούνται τροποποιήσεις των διατάξεων που αφορούν τις ενταξιακές διαδικασίες, που από μόνοι τους δύσκολα πείθουν, η στάση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου προκάλεσε σφοδρές πολιτικές αντιπαραθέσεις και αναταράξεις στις ενδιαφερόμενες προς ένταξη χώρες, κυρίως στη Βόρεια Μακεδονία.
Η κυβέρνηση του κ. Ζάεφ δέχθηκε πολλές επικρίσεις, που συνδέθηκαν και με την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών, γεγονός που τον ανάγκασε να προσφύγει σε πρόωρες εκλογές τον προσεχή Απρίλιο. Η ελληνική κυβέρνηση δεν συντάχθηκε ούτε με τη Γαλλία αλλά ούτε και με την ιταλική πρωτοβουλία για διορθωτική απόφαση από το προσεχές Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Η Ρώμη δεν ξεχνάει, όπως φαίνεται, τον ρόλο του προστάτη της Αλβανίας, που ανέκαθεν επιζητούσε να ασκήσει. Η ουδέτερη αυτή στάση της ελληνικής κυβέρνησης επιδέχεται πολλές ερμηνείες, με πλέον πιθανή να μην έχει ακόμη διαμορφωθεί στους κόλπους της μια συγκεκριμένη θέση. Χωρίς να αποκλείεται ορισμένα στελέχη, που ήσαν αντίθετα στη Συμφωνία των Πρεσπών, να θέλουν να δουν πώς θα εξελιχθούν στη γειτονική χώρα τα πράγματα μετά τις εκλογές του Απριλίου. Ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης, μετά την πρόσφατη συνάντηση με τον κ. Ζάεφ στο Φόρουμ της Θεσσαλονίκης, προϊδέασε ότι θα υπάρξει χωριστή ελληνική πρωτοβουλία σύντομα.
Για πολλούς και σοβαρούς λόγους, η Ελλάδα οφείλει να μην περιορισθεί σε ρόλο παρακολουθητή των εξελίξεων, αλλά να αναλάβει εκείνον του πρωταγωνιστή, όπως το επιβάλλει η ιστορία και η θέση της στα Βαλκάνια. Οι εξελίξεις στις βαλκανικές χώρες, όπως και η ευρωπαϊκή προοπτική τους μας ενδιαφέρουν άμεσα. Λόγοι πολιτικής, γεωπολιτικής, οικονομικής κ.ά., φύσης επιβάλλουν να μην είμαστε απλοί παρακολουθητές και παρατηρητές. Πολλά οικονομικά συμφέροντά μας είναι συνδεμένα με τις όμορες βαλκανικές χώρες, κοινοτικές ή μη, ενώ οποιαδήποτε πολιτική αναταραχή στην περιοχή μας επηρεάζει άμεσα.
Οι Κινέζοι, επενδύοντας στο λιμάνι του Πειραιά, υπολογίζουν στην ελεύθερη χερσαία πρόσβαση των προϊόντων τους προς την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη μέσω της Βόρειας Ελλάδας και των όμορων βαλκανικών χωρών, οι οποίες με τη σειρά τους έχουν μόνη διέξοδο προς το Αιγαίο και τη Μεσόγειο το λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Αλλά και ο τουριστικός τομέας δεν είναι αμελητέος, με τις εκατοντάδες χιλιάδες τουριστών από τις γειτονικές βαλκανικές χώρες να επισκέπτονται τις αμμουδιές της Χαλκιδικής και του Βορείου Αιγαίου.
Ο ρόλος της Ελλάδας είναι αποφασιστικός για τη σταθερότητα στην περιοχή και μόνο η ευρωπαϊκή προοπτική όλων των βαλκανικών χωρών μπορεί να την εγγυηθεί. Αλλιώς διαγράφεται ο κίνδυνος να δικαιωθεί και να διαιωνισθεί ο παλιός χαρακτηρισμός των Βαλκανίων ως «πυριτιδαποθήκης της Ευρώπης». Ευνόητο είναι ότι από οποιαδήποτε αναταραχή και αποσταθεροποίηση θα σπεύσει να ωφεληθεί η Τουρκία, η οποία διά του ισλαμικού τόξου, που ακολουθεί την οδό της Βόρειας Μακεδονίας, Κοσόβου, Μαυροβουνίου και Βοσνίας – Ερζεγοβίνης, προσπαθεί και θα προσπαθήσει να διαχωρίσει και να διαφοροποιήσει τα Βαλκάνια από την υπόλοιπη Ευρώπη.
Πιθανότατα, οι κίνδυνοι αποσταθεροποίησης της περιοχής μας, μετά και την άρνηση της ΕΕ για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων σε Βόρεια Μακεδονία και Αλβανία και το incognito των αποτελεσμάτων των προσεχών εκλογών στην πρώτη, να ώθησαν τον πρώην υπουργό των Εξωτερικών κ. Νίκο Κοτζιά να αναλάβει την πρωτοβουλία σύστασης, μαζί με πρώην ομολόγους του από τις βαλκανικές χώρες, την Αυστρία και Γερμανία, ενός άτυπου think tank με σκοπό να συμβάλει στην αποτροπή δυσάρεστων εξελίξεων.