Μεγάλη ανησυχία στους Πρατηριούχους και διακινητές πετρελαίου θέρμανσης η μείωση των παραγγελιών
«Μεγάλη ανησυχία και προβληματισμός επικρατεί στους Πρατηριούχους και διακινητές πετρελαίου θέρμανσης λόγω της μείωσης των παραγγελιών κάθε χρόνο και των πωλήσεων των πετρελαιοειδών προϊόντων γενικότερα» αναφέρει με ανακοίνωσή της η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων (Π.Ο.Π.Ε.Κ.).
Το φαινόμενο την τελευταία δεκαετία εντείνεται όλο και περισσότερο και για αυτό εκφράζει, για πολλοστή φορά, τον προβληματισμό των μελών της για το κλίμα αβεβαιότητας που δημιουργείτε ενώ προτείνει, επίσης για πολλοστή φορά όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, την μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ) σε όλα τα πετρελαιοειδή προϊόντα στο μ.ο. τουλάχιστον των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο δε πετρέλαιο θέρμανσης προτείνει την μείωση του στα επίπεδα του Μαρτίου 2011, δηλαδή 60 ευρώ τα 1000 λίτρα, αντί των 280 ευρώ που είναι σήμερα.
Συγκεκριμένα η ανακοίνωση αναφέρει:
Μεγάλη ανησυχία και προβληματισμός επικρατεί στους Πρατηριούχους και διακινητές πετρελαίου θέρμανσης λόγω της μείωσης των παραγγελιών κάθε χρόνο και των πωλήσεων των πετρελαιοειδών προϊόντων γενικότερα.
Το φαινόμενο που εντείνεται την τελευταία δεκαετία οξύνει το κλίμα αβεβαιότητας σε έναν κλάδο που πλήττεται βαθύτατα από την ύφεση.
Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων (Π.Ο.Π.Ε.Κ.) εκφράζει για πολλοστή φορά τον προβληματισμό των μελών της και προτείνει επίσης για πολλοστή φορά την μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ) σε όλα τα πετρελαιοειδή προϊόντα στο μ.ο. τουλάχιστον των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο δε πετρέλαιο θέρμανσης προτείνει την μείωση του στα επίπεδα του Μαρτίου 2011, δηλαδή 60 ευρώ τα 1000 λίτρα, αντί των 280 ευρώ που είναι σήμερα.
Η πρόταση της Π.Ο.Π.Ε.Κ. για την μείωση του Ε.Φ.Κ. στο πετρέλαιο θέρμανσης είναι επιτρεπτή στο πλαίσιο της Οδηγίας 2003/96/ΕΚ και βάζει τέλος στο αναχρονιστικό και δυσερμήνευτο καθεστώς των επιδοτήσεων.
Η διαφορετική φορολόγηση του πετρελαίου κίνησης και του πετρελαίου θέρμανσης καθιερώθηκε το 1992 με το σκεπτικό ότι η θέρμανση ανήκει στα βασικά αγαθά και επομένως η φορολόγησή της με υψηλό συντελεστή είναι κοινωνικά άδικη, αφού πλήττει αναλογικά περισσότερο τα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού.