Υπόμνημα ΣΒΘΣΕ προς τον Υπουργό Οικονομικών για άρθρο 63 του Ν. 4607/2019

Υπόμνημα ΣΒΘΣΕ προς τον Υπουργό Οικονομικών για άρθρο 63 του Ν. 4607/2019

Ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Θεσσαλίας & Στερεάς Ελλάδος, απευθύνθηκε με Υπόμνημά του προς τον Υπουργό Οικονομικών κ. Χρ. Σταϊκούρα και τον Υφυπουργό Οικονομικών κ. Απ. Βεσυρόπουλο, αναφερόμενος στη νομοθετική ρύθμιση του άρθρου 63 του Ν. 4607/2019, με την οποία επεκτάθηκε η επιβολή της εισφοράς του άρθρου 1 του Ν. 128/1975, στις πάσης φύσεως χορηγήσεις πιστώσεων, στα υπόλοιπα αυτών καθώς και στις πάσης φύσεως χρηματοπιστωτικές συμβάσεις ισοδύναμου αποτελέσματος προς την παροχή πιστώσεων, από χρηματοδοτικά αλλά και πιστωτικά ιδρύματα, που λειτουργούν στην Ελλάδα ή και στο εξωτερικό.

Ειδικότερα, στο Υπόμνημά του ο Σύνδεσμος σημειώνει ότι:

Η συγκεκριμένη ειδική εισφορά, όταν θεσπίστηκε πριν από 44 χρόνια, ως ποσοστιαία επιβάρυνση του κόστους των επιχειρηματικών, καταναλωτικών αλλά και στεγαστικών δανείων, είχε ως στόχο να συμβάλει στη δημιουργία ενός σημαντικού αποθέματος, προκειμένου αυτό να χρησιμοποιηθεί υποστηρικτικά στη δανειοδότηση των εξαγωγικών επιχειρήσεων, στα πλαίσια της ενίσχυσης των προσπαθειών εξωστρέφειάς τους.

Στις μέρες μας, αυτή η ειδική εισφορά έχει προσλάβει χαρακτηριστικά μιας επιπλέον φορολογικής επιβάρυνσης των δανειοδοτούμενων, καθώς αυτούς πλέον επιβαρύνει.

Η δε επέκταση της εφαρμογής της, με το άρθρο 63 του Ν. 4607/2019, και στις συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης (leasing), επιβεβαιώνει το σκεπτικό αυτής της μετεξέλιξης της σε φόρο, καθώς αύξησε σημαντικά το κόστος ακόμη και αυτής της μορφής χρηματοδότησης, για όσες επιχειρήσεις την είχαν επιλέξει.

Επιπλέον, είναι βέβαιο ότι δεν καλύπτει πλέον το στόχο της θέσπισής της, δεδομένου ότι βρίσκεται σε πλήρη δυσαρμονία με το Ενωσιακό Δίκαιο, το οποίο απαγορεύει τις ενισχύσεις που παρέχονται κατά τρόπο επιλεκτικό προς τις επιχειρήσεις, για την αποφυγή της νόθευσης του ανταγωνισμού.

Ο Σύνδεσμος υπογραμμίζει ότι, η διατήρηση μιας επιπλέον επιβάρυνσης του κόστους των χρηματοπιστωτικών συμβάσεων, είναι επιζήμια συνέπεια στο κόστος του χρήματος, που τελικά λειτουργεί αποτρεπτικά για τις επιχειρήσεις στην αναζήτηση της χρηματοδοτικής υποστήριξης των αναπτυξιακών προσπαθειών τους και ότι αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα στην προσπάθεια τόνωσης της ανταγωνιστικότητας της εθνικής οικονομίας.

Κλείνοντας την επιστολή του ο Σύνδεσμος εξέφρασε την προσδοκία ότι η πρότασή του για την κατάργηση της ειδικής εισφοράς 0,6%, θα εξετασθεί και δήλωσε τη διαθεσιμότητά του για την ανάπτυξη κάθε καλής συνεργασίας.


Σχολιάστε εδώ