ΔΕΗ και τράπεζες: Βίοι παράλληλοι

ΔΕΗ και τράπεζες: Βίοι παράλληλοι

Υπό
Ν. Γ. ΧΑΡΙΤΑΚΗ
Επ. καθηγητής ΕΚΠΑ,
Γραμμ. Αποκρατικοποιήσεων, ΔΣ ΤΑΝΕΟ


Η τελευταία εικοσαετία, ιδιαίτερα όπως διαμορφώθηκε μετά την κρίση, ανέδειξε ένα τεράστιο πρόβλημα σε δύο επιχειρηματικούς κλάδους υψίστης σημασίας για την ανάπτυξη της χώρας. Ο ένας αφορά την ενέργεια, με τον καθοριστικό ρόλο της κρατικής ΔΕΗ, και ο δεύτερος την πίστη, με πάλι καθοριστικό ρόλο τις συστημικές τράπεζες. Και στους δύο επιχειρηματικούς κλάδους το πρόβλημα γεννήθηκε και υπάρχει από έναν κοινό παράγοντα, όπως θα εξηγηθεί στη συνέχεια. Το εξαιρετικά χαμηλού επιπέδου ανθρώπινο κεφάλαιο που διαθέτουν. Από τις διοικήσεις μέχρι τα διευθυντικά στελέχη, απλή ανάλυση της συμπεριφοράς τους επιβεβαιώνει το επιχείρημα.

Είκοσι χρόνια είναι αρκετά για να θεμελιώσουν τη θέση ότι το πρόβλημα είναι οι άνθρωποι και όχι κάτι άλλο. Οι άνθρωποι της ΔΕΗ και των τραπεζών δεν γνώριζαν και δεν θέλησαν να μάθουν πώς λειτουργεί ο ανταγωνισμός σε μία αγορά. Ίσως γιατί δεν πίστευαν στην έννοια της ανταγωνιστικής λειτουργίας των αγορών. Ίσως γιατί νόμιζαν ότι δεν θα εφαρμοστεί στην Ελλάδα η βασική λογική που ισχύει για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης. Λογική που επιβάλλει να προσδιορίζεται το κανονιστικό πλαίσιο λειτουργίας των αγορών ενέργειας και πίστης σε Βρυξέλλες – Φρανκφούρτη και να μεταγράφεται στην Αθήνα. Ίσως, τέλος, γιατί απλά δεν μπορούσαν να παρακολουθήσουν τις τεχνολογικές εξελίξεις των προηγμένων αγορών, που επέβαλαν βίαιη προσαρμογή στις ανταγωνιστικές εξελίξεις.

Όταν μιλούσαμε για πράσινη ενέργεια, η ΔΕΗ μιλούσε για λιγνίτη. Όταν η αγορά πίστης δημιουργούσε προϊόντα που έκαναν διάχυση κινδύνου μεταξύ βραχυχρόνιας κατάθεσης και μακροχρόνιας χρηματοδότησης, οι τράπεζες καρκινοβατούσαν στην ετήσια ανανέωση των κεφαλαίων κίνησης. Η εξασφάλιση σε ανταγωνιστικά επίπεδα της ηλεκτρικής ενέργειας ή της πίστης και των ασφαλών καταθέσεων δεν αποτελούσε στόχο για τον καθολικό πάροχο ή για τους διαχειριστές καταθέσεων. Κακή διαχείριση και κεφαλαιακά προβλήματα σήμαινε κρατική ενίσχυση.

Ήταν στραβό το κλίμα, ήρθε και η –μετά την κρίση– περίοδος του ανταγωνισμού και των υποχρεωτικών ρυθμιστικών παρεμβάσεων προστασίας του α­νταγωνισμού για να αναδείξει τη στρατηγική αδυναμία του ανθρωπίνου δυναμικού. Επί σειρά ετών τα διευθυντικά στελέχη της ΔΕΗ ακολουθούσαν τις υπουργικές αποφάσεις που καθόριζαν τις τιμές της ενέργειας, με αποτέλεσμα να αδιαφορούν για την ανάπτυξη των ανταγωνιστικών παρόχων με νέες πηγές ενέργειας. Αντίστοιχα, τα τραπεζικά, ακολουθώντας την παράδοση Ζολώτα, περίμεναν την ερμηνευτική οδηγία του διοικητού της Τραπέζης της Ελλάδος για να μάθουν πώς θα δανείζουν. Αναπόφευκτα, εθίστηκαν στο να λειτουργούν παθητικά.

Δεν είναι άδικο λοιπόν σήμερα που οι εκτός κυκλώματος έγκυροι παρατηρητές τους ταυτίζουν με τη «Λεονώρα» στην όπερα του Verdi «Η δύναμη του πεπρωμένου». Είναι στην τέταρτη πράξη που η «Λεονώρα», αφού εξεγείρεται κατά της μοίρας της, κάνει απολογισμό της ύπαρξής της, θρηνώντας για τη χαμένη της ζωή.

Δεκαετίες τώρα τα εγχειρίδια αναφέρουν: Ο ανταγωνισμός για να λειτουργήσει δεν απαιτεί πολλές επιχειρήσεις. Και μία περισσότερη από το μονοπώλιο είναι αρκετή. Ο ανταγωνισμός γίνεται στις τιμές και αν θελήσουν οι επιχειρήσεις να τον αποφύγουν, προσφεύγουν στην ποιότητα των υπηρεσιών. Όσο λιγότερες επιχειρήσεις υπάρχουν, τόσο πιο σκληρός και ανελέητος είναι ο ανταγωνισμός στις τιμές. Αν οι επιχειρήσεις δεν διαφοροποιήσουν την ποιότητα, ώστε να μην κλείσουν, έχουν μία διέξοδο. Να κάνουν μεταξύ τους μυστική συμφωνία ή να ζητήσουν επίσημα από το κράτος ή την Τράπεζα της Ελλάδος να τους προστατεύσει.

Η συμβουλή των εγχειριδίων προς τις επιχειρήσεις είναι απλή. Αν προσπαθήσουν να κάνουν συμφωνία, τουλάχιστον ας αναλογιστούν ότι υπάρχει και η ανεξάρτητη και παντοδύναμη Επιτροπή Ανταγωνισμού. Αν γνωρίζεις έστω και ελάχιστα, αποφεύγεις να κάνεις το ίδιο λάθος με τα supermarkets, που αφελώς πήγαν σε γνωστό ξενοδοχείο του αεροδρομίου για να αποφύγουν την Επιτροπή Ανταγωνισμού και κράτησαν ακόμη και πρακτικά…

Ιερά τέρατα της παγκόσμιας οικονομίας, βλέπε Microsoft κ.ά., τρέμουν, όταν και η πιο απλή απόφαση της δημόσιας διοίκησης θέλει έγκριση από την πανίσχυρη DGCom. Η λογική του «αποφασίζουμε και διατάσσουμε» έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Άλλωστε δεν είναι δύσκολο να ενημερωθούν τα στελέχη των δύο επιχειρηματικών κλάδων από άλλους κλάδους, όπως τα πετρελαιοειδή και οι κατασκευές, για τα προβλήματα που αντιμετώπισαν στο παρελθόν. Εκτός κι αν ζούσαν με την ψευδαίσθηση, όπως, για παράδειγμα, οι κατασκευαστικές επιχειρήσεις, ότι θα μπορούσαν να επικοινωνούν και να συμφωνούν τις εκπτώσεις-προμήθειες που στόχευαν να προσφέρουν στους διαγωνισμούς δημοσίων έργων. Θεωρούσαν αφελώς ότι είναι σχεδόν αδύνατο να διαβάσουν οι αρμόδιοι τις εξελίξεις στην τιμολογιακή πολιτική σε ενέργεια, τηλεπικοινωνίες και άλλους κλάδους δικτύων, έτσι ώστε έγκαιρα να συμπεριφερθούν αναλόγως. Όπως λέει και ο λαός «δεν ήξερες, δεν ρώταγες;».

Σε λίγες ημέρες ανοίγουν στη χώρα δύο παγκοσμίου διαμετρήματος κινεζικές τράπεζες. Η εξασφάλιση των καταθέσεων που θα αρχίσουν να δέχονται κατά κύριο λόγο θα προκύπτει από τη φερεγγυότητά τους. Όταν είσαι φερέγγυος και δεν ζητάς εξασφαλίσεις για τα «κόκκινα» δάνειά σου από το Δημόσιο, ο καταθέτης το μετράει πολύ σοβαρά. Γνωρίζει ότι ως τράπεζα δεν περιμένεις την εξασφάλιση της Τράπεζας της Ελλάδος ή της ΕΚΤ. Αναγκαστικά, ο πραγματικός ανταγωνισμός μεταφέρεται στην πόρτα των συστημικών ελληνικών τραπεζών. Ό,τι έπαθε η ΔΕΗ, που μη υπολογίζοντας το κόστος των επενδύσεών της συγκριτικά με τον ανταγωνισμό της οδηγήθηκε σήμερα στο να μην είναι βιώσιμη, έτσι σύντομα και οι τράπεζες θα το καταλάβουν, αν δεν δραστηριοποιηθούν έστω και την τελευταία στιγμή.

Επιχειρηματολογήσαμε λέγοντας ότι η κρίση στους δύο κλάδους οφείλεται στη χαμηλή ποιότητα του ανθρωπίνου κεφαλαίου. Το επιχείρημα στηρίχθηκε στην ακαμψία που επιδεικνύουν τα διευθυ­ντικά στελέχη στο πώς θα αντιμετωπίσουν μία άμεση ροή καταθετών προς τις νέες τράπεζες, λόγω προοπτικών καλύτερης εξασφάλισης των καταθέσεών τους. Και επειδή για τον ίδιο λόγο η δανειακή επάρκεια των κινεζικών τραπεζών είναι τεράστια για τα ελληνικά δεδομένα, τίθεται το απλό ερώτημα: Έχουν αναλογιστεί και πάλι τα ίδια στελέχη, με τι πελάτες θα παραμείνουν, αν τους απορροφήσουν τον αφρό των δανειακών τους συμβολαίων; Να γιατί το τραπεζικό κατεστημένο δεν σώνεται ακόμη και στην περίπτωση που δεχτούμε ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού τους αντιμετωπίσει με επιείκεια.

Για πολλές δεκαετίες, η ΟΤΟΕ και η ΓΕΝΟΠ λειτουργούσαν σε αγαστή συνεργασία με τις αναποτελεσματικές διοικήσεις. Αμφίπλευρη συνεργασία με θετικά και για τις δύο πλευρές αποτελέσματα. Όταν οι επιχειρήσεις του κλάδου αντιμετώπιζαν αδιέξοδο στη κάλυψη των ευθυνών και των λαθών τους, ο λογαριασμός πληρωνόταν από τον εκάστοτε υπουργό με αυξήσεις τιμών και επιχορηγήσεις – κεφαλαιοποιήσεις. Και η ζωή συνεχιζόταν. Οι απλοί πολίτες πλήρωναν τελικά τον κίνδυνο του πεπρωμένου των συγκεκριμένων επιχειρήσεων.

Αυτήν τη στιγμή υπάρχουν δύο σχέδια στο τραπέζι. Καθένα συνδέεται με τους συγκεκριμένους δύο επιχειρηματικούς κλάδους. Το πρώτο αφορά το σχέδιο αναδιάρθρωσης της ΔΕΗ και επιβάλλει πλήρη παραγωγική και εργασιακή αναδιάρθρωση, αλλαγή στη χρήση πρώτων υλών, κατάργηση μονάδων, αποδέσμευση διασύνδεσης παραγωγής και μεταφοράς, αλλαγή στις εργασιακές σχέσεις. Το δεύτερο (σχέδιο «Ηρακλής») ρυθμίζει μη εξυπηρετούμενες απαιτήσεις, εξασφαλίζει τις καταθέσεις και αλλάζει τελείως το μοντέλο μακροχρόνιας χρηματοδότησης. Ταυτόχρονα δημιουργεί νέες συνθήκες ανταγωνισμού στην κοστολόγηση των υπηρεσιών και στην καταναλωτική πίστη. Κυρίαρχο όπλο είναι η συμβολαιοποίηση των τραπεζικών δανείων.

Και τα δύο στοχεύουν στο να εξασφαλίσουν απρόσκοπτη παροχή του ανταγωνιστικά τιμολογημένου οξυγόνου της οικονομίας στους κλάδους της ενέργειας και πίστης, ώστε οι επιχειρήσεις του κλάδου να βγουν από το αδιέξοδο. Η κυβέρνηση έχει αντιληφθεί το πρόβλημα και ενεργεί υπεύθυνα υπό την πίεση των θεσμικών παραγόντων της ΕΕ. Αισιοδοξούμε ότι νομοτελειακά η ανάγκη επιβίωσης των στελεχών και ο ανταγωνισμός θα προσγειώσει και αυτά, όσο είναι ακόμη καιρός, στην πραγματικότητα.


Σχολιάστε εδώ