Η διαφύλαξη του εθνικού μας χώρου είναι η πρώτιστη ευθύνη και προτεραιότητα για κάθε κυβέρνηση
Mιλούν για μετατροπή της Ελλάδος σε «πολυπολιτισμική» και για λύση του δημογραφικού προβλήματος «και με τη μετανάστευση». Έλληνες, γρηγορείτε…
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Παρακολουθώντας την κυβερνητική πολιτική για τον υποτιθέμενο έλεγχο της παράνομης μεταναστεύσεως απορεί κανείς για τις αντικρουόμενες λογικές και τις εξόφθαλμες αντιφάσεις που χαρακτηρίζουν την πολιτική αυτή. Αναμφισβήτητα, είναι πολύ θετικό ότι αυτή η κυβέρνηση ομολόγησε επιτέλους το γεγονός ότι η τεράστια πλειοψηφία των παρουσιαζομένων ως προσφύγων είναι παράνομοι μετανάστες.
Ο ίδιος ο πρωθυπουργός εκτίμησε, βασιζόμενος σε αντικειμενικά στατιστικά στοιχεία, ότι οι Σύριοι αιτητές ασύλου δεν υπερβαίνουν το 2%. Η ομολογία είναι πολύ σημαντική, γιατί, δυστυχώς, η προηγούμενη κυβέρνηση, για να δικαιολογήσει την πολιτική των ανοικτών συνόρων, απέφευγε συστηματικά να κάνει αυτήν τη διάκριση και συνέχεε σκοπίμως πραγματικούς πρόσφυγες και μετανάστες από κάθε άκρη της Γης.
Στο σημείο αυτό, είναι σκόπιμο να υπενθυμίσουμε, για τη σαφήνεια των λεγομένων, ποιος θεωρείται πρόσφυγας με βάση τη σχετική Διεθνή Σύμβαση της Γενεύης του 1951. Πρόσφυγας θεωρείται αυτός που φεύγει από τη χώρα του, γιατί λόγω πολέμου ή άλλης μεγάλης αναταραχής και ανάγκης κινδυνεύει η ζωή του, και καταφεύγει στην πρώτη ασφαλή γειτονική χώρα. Με την έννοια αυτή, πρόσφυγες από τη Συρία είναι αυτοί που καταφεύγουν στις ασφαλείς γειτονικές της χώρες, όπως είναι η Τουρκία, ο Λίβανος, η Ιορδανία.
Εάν, π.χ., η γειτονική μας Τουρκία εμπλεκόταν σε πόλεμο ή σε εμφύλιο πόλεμο και εξαιτίας αυτού έρχονταν Τούρκοι πρόσφυγες στην Ελλάδα, η τελευταία θα είχε τότε διεθνείς υποχρεώσεις, με βάση τη Διεθνή Σύμβαση της Γενεύης, να παράσχει σ’ αυτούς προστασία και άσυλο.
Με βάση, λοιπόν, τη Σύμβαση της Γενεύης, δεν θεωρούνται πρόσφυγες ακόμη και αυτοί που προέρχονται από τη Συρία, όταν έρχονται από μια ασφαλή γειτονική χώρα της Συρίας, όπως αυτές που αναφέρθηκαν. Ασφαλώς, οι γειτονικές χώρες μπορούν να ζητήσουν διεθνή βοήθεια και συνδρομή για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Εάν επίσης στην εμπόλεμη χώρα, που εκπέμπει πρόσφυγες, η κρίση περιορίζεται σε μία μόνο περιοχή και υπάρχουν άλλες ασφαλείς περιοχές είναι λόγος για άρνηση ασύλου, εφόσον είναι δυνατή η εγκατάσταση ή η επιστροφή των προσφύγων σ’ αυτές τις περιοχές.
Στη σημερινή, π.χ., Συρία ο πόλεμος και η ανασφάλεια έχει περιορισθεί σε μια μικρή περιοχή στην Ιντλίμπ. Προσφάτως, ανασφαλείς έγιναν και οι περιοχές της ΒΑ Συρίας, μετά την Τουρκική εισβολή. Σ’ όλες όμως τις άλλες περιοχές της Συρίας, που αντιπροσωπεύουν το 80% περίπου της χώρας, έχει αποκατασταθεί η τάξη και αρχίζει η περίοδος της ανοικοδομήσεως. Η ίδια η κυβέρνηση της χώρας έδωσε πολιτική αμνηστία και καλεί όλους τους εκτοπισμένους και πρόσφυγες να γυρίσουν στις εστίες τους.
Ασφαλώς, δεν έχουν όλοι σπίτι για να γυρίσουν και ένας μεγάλος αριθμός από αυτούς δεν θέλει να αναλάβει τον κίνδυνο της επιστροφής. Δεν είναι όμως δυνατόν οι χώρες της υποδοχής να εξακολουθήσουν να παρέχουν άσυλο σε νέους πρόσφυγες από τη Συρία και στο όνομα αυτών σε οικονομικούς μετανάστες από όλο τον κόσμο.
Η κυβέρνηση εισήγαγε εσπευσμένα στη Βουλή νομοσχέδιο για την παράνομη μετανάστευση και το άσυλο, το οποίο παρουσιάσθηκε ως το νομικό πλαίσιο μιας νέας πολιτικής που θα βασίζεται στην αυστηρή διάκριση μεταξύ πραγματικών προσφύγων και μεταναστών. Θα επανέλθουμε λεπτομερειακά σ’ αυτό το νομοσχέδιο.
Οι κύριες όμως πρόνοιές του εμπνέουν μεγάλη ανησυχία. Το πνεύμα που το διαπνέει έχει ως άξονα τη μόνιμη εγκατάσταση των μεταναστών, την παροχή σ’ αυτούς εργασίας και την οικογενειακή επανένωση, ενώ εκκρεμεί ακόμη ο διαχωρισμός προσφύγων και μεταναστών.
Προβάλλεται ως άλλοθι ότι αυτά θα ισχύουν γι’ αυτούς που θα αναγνωρισθούν ως πρόσφυγες. Ήδη όμως όλα τα πλήθη των παρανόμως εισελθόντων και εισερχομένων προωθούνται από τα νησιά στην ενδοχώρα για μόνιμη εγκατάσταση σε συνοικισμούς και διαμερίσματα.
Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, ο Διεθνής Οργανισμός για τη Μετανάστευση και ποικιλώνυμες ΜΚΟ συμπεριφέρονται ως σε κατεχόμενη χώρα, ενοικιάζουν σπίτια, δημιουργούν συνοικισμούς, μοιράζουν γη και εφαρμόζουν ολοκληρωμένα προγράμματα, όπως τα Προγράμματα «Ήλιος» και «Εστία», για μόνιμη εγκατάσταση παρανόμων μεταναστών στη χώρα.
Η μεταφορά μεταναστών από τα νησιά σ’ όλη τη χώρα προβάλλεται ως εθνική ανάγκη και εθνική αλληλεγγύη. Αυτό θα είχε κάποιο νόημα εάν ελέγχονταν τα σύνορα και δεν αναπληρώνονταν αμέσως αυτοί που φεύγουν για την ενδοχώρα από άλλους που έρχονται.
Η κυβέρνηση αρνείται να αντιμετωπίσει κατάματα το πρόβλημα και να πάρει μέτρα αποτροπής και ελέγχου των συνόρων και περιορίζεται σε διαχειριστική πολιτική, η οποία είναι εκ των πραγμάτων και συμπληρωματική των Τουρκικών επιδιώξεων. Οι ψευδείς και υποκριτικές πρόσφατες δηλώσεις του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Τσαβούσογλου ότι η Ελλάδα απωθεί δήθεν προς την Τουρκία τους «πρόσφυγες» έχει ακριβώς ως στόχο να ασκήσει πίεση στην Ελλάδα να συνεχίσει την ίδια πολιτική των ανοικτών συνόρων, που εξυπηρετεί τους γεωστρατηγικούς και διπλωματικούς στόχους της Άγκυρας.
Προσφάτως έγινε γνωστό ότι η Σουηδική εταιρεία Intrum διαπραγματεύεται την αγορά πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ «κόκκινων» δανείων της Τράπεζας Πειραιώς. Τα δάνεια αφορούν, στο μεγαλύτερό τους μέρος, ακίνητα των Ελλήνων. Η κυβέρνηση εξήγγειλε τη στέγαση 40.000 μεταναστών σε διαμερίσματα.
Είναι βέβαιο ότι πρόκειται για μια πρώτη δόση, που θα ακολουθηθεί και από άλλες. Εκτός της κυβερνήσεως, υπάρχουν και άλλοι φορείς, όπως αναφέρθηκε, που ασχολούνται με τη στέγαση των μεταναστών. Τέσσερα χρόνια πριν, από τις στήλες αυτής της εφημερίδας, είχα γράψει για ένα συνέδριο που είχε γίνει στη Σουηδία, με πρωτοβουλία του γνωστού Σόρος, και με θέμα τη συγκρότηση ενός Ταμείου για την αγορά ακινήτων και τη στέγαση προσφύγων και μεταναστών στην Ελλάδα.
Χρειάζεται να παρακολουθήσουμε το θέμα. Είναι πολύ πιθανόν τα κατασχεμένα ακίνητα των Ελλήνων να αγορασθούν σε τιμή ευκαιρίας για τη στέγαση και τη μόνιμη εγκατάσταση στη χώρα των παρανόμων μεταναστών. Η χώρα βρίσκεται μπροστά σ’ έναν πρωτόγνωρο εθνικό κίνδυνο. Η παράνομη μετανάστευση προσλαμβάνει διαστάσεις πραγματικής εισβολής και οι ιθύνοντες περιορίζονται σε διαχειριστική πολιτική, αντί να πάρουν μέτρα αποτροπής και συνεχίζουν την πολιτική των ανοικτών συνόρων και τον εκ των πραγμάτων εποικισμό της χώρας με Ευρωπαϊκή χρηματοδότηση.
Επιπλέον, μιλούν για μετατροπή της Ελλάδος σε «πολυπολιτισμική» και για λύση του δημογραφικού προβλήματος «και με τη μετανάστευση». Έλληνες, γρηγορείτε.