Η «σκληρή» Δεξιά είναι παρούσα και ανερχόμενη
Του
ΕΙΔΙΚΟΥ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗ
Είναι μια εύκολη, αν και κατά κανόνα πρόσκαιρη, λύση στην πολιτική να βαφτίζεις ένα πρόβλημα λυμένο ή έναν αντίπαλο τελειωμένο. Υπάρχει η πίστη ότι ανακουφίζεις το δικό σου ακροατήριο και η προσδοκία ότι αποθαρρύνεις το αντίπαλο δέος. Αυτό, βέβαια, αν θέλει να πειστεί ο ίδιος ο αντίπαλος ή αν πράγματι δεν έχει ούτε το βάθος ούτε το υπόβαθρο για να αντιδράσει.
Σε κάθε άλλη περίπτωση, η τακτική αυτή δεν είναι τίποτα άλλο παρά έκφραση ευσεβών πόθων και στρουθοκαμηλισμού. Χωρίς βέβαια να αποκλείεται και να είναι απλός τυχοδιωκτισμός, που αποσκοπεί στον προσπορισμό πρόσκαιρων ωφελειών. Και αλί σε όσους πιστέψουν…
Η άνοδος των κομμάτων που κινούνται στο περιθώριο της πολιτικής κανονικότητας και των κυρίαρχων μέχρι πριν από λίγα χρόνια πολιτικών οικογενειών (καμιά σχέση με τις αναλογίες σε πρόσωπα στον ελλαδικό θαυμαστό πολιτικό κόσμο), διέτρεξε, σε διαφορετικούς ρυθμούς και χρόνους, το σύνολο των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κυρίαρχη επιλογή ήταν να αντιμετωπιστεί ως παροδικό φαινόμενο, που από μόνο του θα ξεφούσκωνε και θα κατανικούνταν μέσα από την ιστορική μνήμη και έναν καλβινιστικό ορθολογισμό.
Με άλλα λόγια, με την απαγωγή στο άτοπο, ότι κανείς μετρημένος πολίτης δεν θα έμπαινε σε περιπέτειες, που δεν παρουσίαζαν καμιά εναλλακτική. Συλλογισμός που ήταν εξ ορισμού εξαιρετικά εύθραυστος, αν όχι σαθρός, στηριζόταν σε αμφίβολες παραδοχές και ελλιπή κατανόηση της πραγματικότητας.
Ούτε η ιστορική μνήμη, εφόσον υπάρχει, είναι αρκετή για να αποτρέψει ούτε οι συνθήκες που βιώνουν οι ευρωπαίοι πολίτες, σε σχέση με την πρόσφατη εμπειρία τους και το επίπεδο ζωής τους, είναι συνηθισμένες. Η ανασφάλεια, σε σχέση ιδίως με την κάθε μορφής εγκληματικότητα, καθώς και η οικονομική ύφεση και η επιδείνωση του τρόπου ζωής τους άλλαξαν συθέμελα προτεραιότητες και προτιμήσεις. Απέναντι στο δυσάρεστο αυτό σκηνικό, προτιμήθηκε να υιοθετηθούν από τους ιθύνοντες του πανευρωπαϊκού πολιτικού σκηνικού τακτικές εξορκισμού και δαιμονοποίησης του αντιπάλου. Και να κηρυχθεί μάλιστα η νίκη απέναντί του, με ορόσημο τα αποτελέσματα των εθνικών εκλογών σε Γαλλία, Ολλανδία και Αυστρία και των ευρωεκλογών του 2019.
Επιλογή που κατά τεκμήριο δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα. Τόσο των ίδιων των εκλογικών αποτελεσμάτων, όσο και των συνθηκών μέσα στα οποία αυτά έλαβαν χώρα. Γιατί μπορεί η Λεπέν να μην επικράτησε στη Γαλλία, αλλά διεκδίκησε την εκλογή της στον δεύτερο γύρο, όπως έγινε και στην Αυστρία, ενώ στην Ολλανδία ο χώρος της «σκληρής» Δεξιάς εμπλουτίστηκε με νέα κόμματα και συνολική επαύξηση της εκλογικής επιρροής του. Θα ήταν τουλάχιστον ανώριμο να βαφτιστούν οι πολιτικές αυτές δυνάμεις συλλήβδην λαϊκίστικες και ευκαιριακές, όταν μάλιστα σε βάθος χρόνου αποδεικνύουν την ανθεκτικότητα και τη διεύρυνση της επιρροής τους.
Τρανό παράδειγμα είναι τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα στη Θουριγγία της Γερμανίας και την Ούμπρια της Ιταλίας. Στη Γερμανία οι Χριστιανοδημοκράτες υποχώρησαν από την πρώτη στην τρίτη θέση, με τους διαδόχους των Κομμουνιστών να καταλαμβάνουν την πρώτη θέση και την Εναλλακτική για τη Γερμανία να κατατάσσεται δεύτερη, υπερδιπλασιάζοντας το ποσοστό της.
Στην Ούμπρια ο Σαλβίνι με τους συμμάχους του σάρωσαν, σε ένα προπύργιο επί 50 χρόνια της Αριστεράς, παίρνοντας το 57% των ψήφων. Προοίμιο, όπως φαίνεται, της πολιτικής του κατακυρίευσης και της δραματικής απομείωσης των ποσοστών του συνασπισμού της Κεντροαριστεράς, που επιταχύνει και επιτείνει η παραμονή της στην εξουσία.
Τα μηνύματα αδιαμφισβήτητα αφορούν τη χώρα μας. Βιώνουμε ανάλογες και κατά συνθήκη χειρότερες συνθήκες. Κατά τα άλλα, η νίκη απέναντι στον λαϊκισμό έχει αναγγελθεί. Μένει να βρούμε τους ηττημένους.