Αλ. Τσίπρας στην 4η Ευρωαραβική Σύνοδο: Παρακαταθήκη της Ελλάδας για έναν ακόμα πιο ενεργό ρόλο στην περιοχή

Αλ. Τσίπρας στην 4η Ευρωαραβική Σύνοδο: Παρακαταθήκη της Ελλάδας για έναν ακόμα πιο ενεργό ρόλο στην περιοχή

Ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, μίλησε στην 4η Ευρωαραβική Σύνοδο που διεξάγεται στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.

Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έκανε ειδική αναφορά στις πρόσφατες εξελίξεις στη Βόρεια Μακεδονία, μετά το γαλλικό βέτο,  μίλησε επίσης για την Τουρκία καθώς και για την Κύπρο.

Διαβάστε ολόκληρη την ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στην 4η Ευρωαραβική Σύνοδο.

«Με τη φετινή, 4η Διάσκεψη, επιβεβαιώνεται μια ακόμη φορά ότι το Ευρωαραβικό Φόρουμ, που δειλά ξεκινήσαμε πριν από τέσσερα χρόνια, έχει γίνει πια ένας σημαντικός θεσμός. Και είμαι πολύ χαρούμενος γι΄ αυτό.

Ένας θεσμός που αναδεικνύει το ρόλο του, αναδεικνύει το ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η Ελλάδα στο διάλογο και τη συνεργασία ανάμεσα στην Ευρώπη και τον Αραβικό Κόσμο.

Και νομίζω έχει ιδιαίτερη σημασία η σταθερή συμμετοχή εκπροσώπων, βεβαίως, από τον αραβικό κόσμο, αλλά φέτος για πρώτη φορά αυτή η συμμετοχή υψηλών εκπροσώπων και χωρών των Βαλκανίων.

Διότι ακριβώς αυτή είναι νομίζω η μεγάλη δυνατότητα της Ελλάδας: ως ένα σταυροδρόμι στην νοτιοανατολική Ευρώπη, ανάμεσα σε τρεις ηπείρους, τόπος συνάντησης αλλά και γέφυρα. Η Ελλάδα που μπορεί να φέρνει πιο κοντά χώρες μιας ευρύτερης περιοχής, μιας περιοχής η οποία αντιμετωπίζει μεν μεγάλες προκλήσεις, αλλά διαθέτει και μεγάλες δυνατότητες για πρωτοβουλίες στους τομείς της οικονομίας, της διπλωματίας, των νέων τεχνολογιών, του πολιτισμού και του τουρισμού.

Νομίζω έχουμε πει όλοι οι Έλληνες ομιλητές σε αυτό το φόρουμ, ξανά και ξανά, πόσο μεγάλη σημασία είχαν και έχουν οι εμπορικοί, πολιτιστικοί και φιλικοί δεσμοί μεταξύ των Αράβων και των Ελλήνων μέσα στην ιστορία.

Έχουμε τονίσει ξανά και ξανά τη σημασία της γεωγραφικής θέσης της Ελλάδας.

Και βέβαια, έχουμε όλοι αναδείξει τις μεγάλες επενδυτικές ευκαιρίες που ανοίγονται στην Ελλάδα με την έξοδο της χώρας από την οικονομική κρίση.

Το μεγάλο ζήτημα, όμως, για το μέλλον των ευρωαραβικών σχέσεων και την ανάδειξη του ρόλου της Ελλάδας, δεν αφορά μόνο την πλούσια κοινή ιστορία μας, ούτε μόνο την γεωγραφία, ούτε καν θα έλεγα μονάχα τους οικονομικούς δείκτες.

Το μεγάλο ζήτημα είναι να υπάρχει η πολιτική βούληση και το όραμα για να μπούμε σε μια νέα εποχή. Σε μια νέα εποχή η οποία έχει δυνατότητες, αλλά και μεγάλες προκλήσεις.

Ειδικά τώρα, που η αποσταθεροποίηση και η ρευστότητα εντείνεται ξανά, δυστυχώς, στην περιοχή μας.

Θέλω να θυμηθώ ότι ήμουν εκεί το Φλεβάρη του 2019 στη Σύνοδο ΕΕ-Αραβικού Συνδέσμου στην Αίγυπτο και θυμάμαι τις προσπάθειες που κατέβαλαν όλοι – και ειδικά οι οικοδεσπότες μας – για μια πετυχημένη Σύνοδο.

Συμφωνήσαμε σε μια Διακήρυξη και συμφωνήσαμε να ξανασυναντηθούμε το 2022 στις Βρυξέλλες.

Και αναρωτιέμαι αν οι προσπάθειές μας και τα αποτελέσματα που είχαμε ανταποκρίνονται στις δυνατότητες που έχει η συνεργασία μας και στις απαιτήσεις των καιρών.

Θέλω να πω, δηλαδή, ότι ήταν ένα σημαντικό βήμα αυτή η Σύνοδος ΕΕ – Αραβικού Συνδέσμου, αλλά δεν είμαι βέβαιος ότι τα αποτελέσματα ήταν αυτά που απαιτούνται από τους καιρούς.

Θεωρώ πως τόσο η Ευρώπη, όσο και ο Αραβικός κόσμος πρέπει να αποφασίσουμε μαζί σε ένα πολύ πιο δυναμικό πλαίσιο διαλόγου και συνεργασίας, μαθαίνοντας από τα τραγικά λάθη του παρελθόντος.

Και είναι ακόμα πιο σημαντικό να το κάνουμε αυτό, σε μια περίοδο που άλλες δυνάμεις – δυνάμεις που σε πολλούς τομείς είναι συνομιλητές μας, παραδοσιακοί φίλοι ή εταίροι μας – αυτές οι δυνάμεις όμως είτε φαίνεται να βάζουν σε δεύτερη μοίρα τη σταθερότητα της περιοχής, είτε αναπτύσσουν την δική τους ατζέντα.

Αναφέρομαι ειδικότερα σε μία περίοδο όπου οι ΗΠΑ αποσύρονται από την Συρία, διακηρύσσοντας ότι δεν ευθύνονται για την εξασφάλιση της ειρήνης και τη σταθερότητα στη χώρα.

Σε μια περίοδο που οι ΗΠΑ και το Ισραήλ ακυρώνουν τις προϋποθέσεις για μια δίκαιη λύση δύο κρατών στο Μεσανατολικό.

Σε μία περίοδο, επίσης, όπου η Τουρκία απομακρύνεται από την Δύση και αποφασίσει να παρακάμψει το Διεθνές Δίκαιο εισβάλλοντας στη Συρία, αγνοώντας το αν με αυτή την πρωτοβουλία, με αυτή την επιλογή δημιουργούνται ακόμα μεγαλύτερες προσφυγικές ροές και προφανώς αγνοώντας το αν επιδεινώνεται η κρίση ασφάλειας στην περιοχή.

Και, βεβαίως, αναφέρομαι σε μία περίοδο όπου η Ρωσία και το Ιράν προωθούν νέους συσχετισμούς στην Μέση Ανατολή ενισχύοντας την επιρροή τους.

Και σε μια περίοδο όπου οι τρομοκρατικές δυνάμεις – αν και δέχονται πλήγματα – παραμένουν ζωντανές και δυστυχώς αναπαράγονται.

Σε μια τέτοια λοιπόν περίοδο αυξημένης γεωπολιτικής αστάθειας και ρευστότητας, ασφαλώς το εγχείρημα της ευρωαραβικής συνεργασίας είναι ακόμα πιο δύσκολο διότι και εμείς οι ίδιοι διανύουμε σοβαρές κρίσεις.

Δυστυχώς, ο αραβικός κόσμος αντιμετωπίζει τη μεγαλύτερη κρίση των τελευταίων εκατοντάδων χρόνων, όπως ανέφερε ο Γ.Γ. του Αραβικού Συνδέσμου και η ίδια η Ε.Ε. όμως, έχοντας χτυπηθεί από την οικονομική κρίση και την προσφυγική κρίση, αλλά και το Brexit, αντιμετωπίζει ολοένα και πιο σύνθετες, πολυπλοκότερες πολιτικές προκλήσεις, ας μου επιτραπεί ο όρος.

Γι’ αυτούς, όμως, ακριβώς τους λόγους θα έλεγα ότι είναι ακόμα πιο σημαντικό να επιδείξουμε όραμα και πολιτική βούληση, για να αντιμετωπίσουμε τα εμπόδια που έχουμε μπροστά μας.

Γι’ αυτό εγώ πιστεύω και θα ήθελα να καταθέσω αυτές τις σκέψεις σήμερα εδώ με αυτή την ευκαιρία. Πιστεύω ότι πρέπει να εργαστούμε, για να δημιουργήσουμε ένα πλαίσιο συνεργασίας, ευρωαραβικής συνεργασίας, κυρίως σε τέσσερις κρίσιμους τομείς:

Πρώτον, στον τομέα της διπλωματίας.

Το 2015 εγκαινιάσαμε έναν στρατηγικό ευρωαραβικό διάλογο για θέματα ασφάλειας που συμπεριλαμβάνει υπουργικές συναντήσεις δύο φορές τον χρόνο. Επιτέλους αυτό το πλαίσιο πιστεύω ότι πρέπει να τον αξιοποιήσουμε.

Οφείλουμε να συνεργαστούμε για την ειρήνη και σταθερότητα στη Συρία, τη Λιβύη, την Υεμένη και το Ιράκ, αναγνωρίζοντας σαφώς ότι μόνο με πολιτικές λύσεις, που βασίζονται σε έναν ενεργό ρόλο του ΟΗΕ, μπορεί να υπάρξει διέξοδος για την περιοχή, αλλά και αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και των αιτιών της.

Και οφείλουμε να συνεργαστούμε για την επανέναρξη αξιόπιστων συνομιλιών για το Μεσανατολικό, με στόχο τη δίκαιη λύση στη βάση δύο κρατών που θα συνυπάρχουν με ασφάλεια.

Με την ίδρυση ενός ανεξάρτητου, βιώσιμου Παλαιστινιακού κράτους επί τη βάσει των συνόρων του 1967, με πρωτεύουσα τα Ανατολικά Ιεροσόλυμα.

Οφείλουμε, επίσης, να στηρίζουμε δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού. Πέρα και έξω από τη λογική του αναχρονιστικού θεσμού των εγγυήσεων και, βεβαίως, έξω από τη λογική της παρουσίας κατοχικών στρατευμάτων στο νησί.

Οφείλουμε να στηρίζουμε μαζί το Διεθνές Δίκαιο ως βάση για την περιφερειακή ενεργειακή συνεργασία, όπως γίνεται ήδη στο Περιφερειακό Ενεργειακό Φόρουμ που εγκαινιάστηκε στην Αίγυπτο.

Με τον ίδιο τρόπο πρέπει να βρισκόμαστε μαζί απέναντι σε οποιαδήποτε παραβίασή του Διεθνούς Δικαίου.

Και το κοινό μήνυμα στην Τουρκία πρέπει να είναι σαφές.

Είτε αφορά την παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΑΟΖ, είτε αφορά παραβίαση κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας στο Αιγαίο, είτε αφορά την εισβολή στρατιωτικών δυνάμεων στη Συρία.

Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα, ιστορικά, αλλά ειδικά τα τελευταία χρόνια, στήριξε συστηματικά στην Ε.Ε. και σε όλους τους διεθνείς οργανισμούς, τη συνεργασία της Ε.Ε. με αραβικές χώρες.

Προωθήσαμε σχήματα συνεργασίας διμερώς – ή και τριμερώς μαζί με την Κύπρο, με την Αίγυπτο, την Ιορδανία, το Ισραήλ, τα ΗΑΕ, την Παλαιστίνη, το Λίβανο, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στον πολιτικό διάλογο, την οικονομία και την ενέργεια.

Προωθήσαμε, τη Σύνοδο των εφτά Νοτίων Ευρωπαϊκών χωρών που έθεσε σε όλες τις συναντήσεις της σε προτεραιότητα την ειρήνη και την ανάπτυξη της Μεσογείου ως κεντρικό ζήτημα για το μέλλον της Ε.Ε.

Διοργανώσαμε σημαντικές περιφερειακές πρωτοβουλίες για τη Μεσόγειο και την ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, όπως η Διάσκεψη της Ρόδου για την Ασφάλεια ή η Διάσκεψη για την προστασία της πολυπολιτισμικότητας και των μειονοτήτων.

Η παρακαταθήκη αυτή πιστεύω ότι οφείλει να αποτελέσει τη βάση για έναν ακόμα πιο ενεργό ρόλο της Ελλάδας στην περιοχή.

Ο δεύτερος τομέας όπου πιστεύω ότι οφείλουμε να εμβαθύνουμε το πλαίσιο συνεργασίας της ευρωαραβικής οικονομικής συνεργασίας είναι αυτός που αφορά τους τομείς της καινοτομίας, της έρευνας και της ψηφιακής τεχνολογίας και βεβαίως τις υποδομές στον τουρισμό και την ενέργεια.

Και εδώ πιστεύω ότι η Ελλάδα διαθέτει μια ισχυρή παρακαταθήκη, έχοντας εξέλθει από την κρίση με σημαντικούς για τα δεδομένα της ευρωζώνης σήμερα ρυθμούς ανάπτυξης και, κυρίως, ως αναδυόμενος κόμβος ενέργειας, μεταφορών και δικτύων.

Η Ελλάδα που βασίζεται σε ένα ανθρώπινο δυναμικό υψηλής κατάρτισης και σε τομείς όπου αποτελεί παγκόσμια δύναμη –ας μην το ξεχνάμε αυτό- όπως ο τουρισμός και η ναυτιλία.

Την ίδια στιγμή, οι υποδομές της χώρας έχουν αναβαθμισθεί και συνδέονται με τα υπόλοιπα Βαλκάνια, μετά από μία επιτυχή ενεργητική διπλωματική και οικονομική ατζέντα στην περιοχή.

Παράλληλα, η Ελλάδα έχει καταστεί και ενεργειακός παίκτης στην ευρύτερη περιοχή με πολλά σημαντικά έργα σε εξέλιξη όπως ο αγωγός TAP (Trans-Adriatic Pipeline), ο IGB (Interconnector Greece-Bulgaria), το μεγάλο πρότζεκτ ο EastMed, η αναβάθμιση του τερματικού σταθμού LNG στη Ρεβυθούσα και ο σχεδιαζόμενος σταθμός FSRU στην Αλεξανδρούπολη.

Κυρίως όμως η Ελλάδα θα έλεγα ότι έχει μεγάλη εμπειρία οικονομικής συνεργασίας με αραβικές χώρες και σημαντικές δυνατότητας αραβικών επενδύσεων. Έχει εμπειρία επενδύσεων και μπορεί αυτή την εμπειρία να την επεκτείνει περαιτέρω εις το μέλλον.

Ο τρίτος τομέας συνεργασίας είναι αυτός που αφορά τη διαχείριση της μεγάλης πρόκλησης της εποχής μας που είναι η προσφυγική κρίση και οι προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές και η αντιμετώπιση, όχι μόνο του αποτελέσματος, αλλά και των αιτιών αυτού του φαινομένου.

Άλλωστε, το 40% των περίπου 60 εκατομμυρίων εκτοπισμένων παγκοσμίως, προέρχονται από τις αραβικές χώρες και περίπου το 1/3 των αφίξεων στην Ευρώπη το 2018 ήταν άτομα με Αραβική καταγωγή.

Αυτό σημαίνει συνεργασία για προώθηση επενδύσεων στις χώρες καταγωγής προσφύγω και μεταναστών, σημαίνει παροχή αναπτυξιακής βοήθειας ή αντιμετώπιση κρίσεων, ανάλογα τι απαιτείται ανά περίπτωση.

Σημαίνει ταυτόχρονα όμως και την αντιμετώπιση των δικτύων διακινητών και τη συνεργασία στην καθιέρωση μηχανισμών επιστροφών, αλλά και καθιέρωση νόμιμων οδών ασύλου και μετανάστευσης προς την Ευρώπη.

Σημαίνει συνεργασία με τις πιο πλούσιες αραβικές χώρες, όπου απαιτείται, αλλά και αναθεώρηση του Δουβλίνου προς μια δίκαιη κατεύθυνση, ώστε τα βάρη να μην πέφτουν μονάχα στις χώρες της πρώτης γραμμής.

Και σε αυτόν τον τομέα θα έλεγα ότι η παρακαταθήκη της Ελλάδας είναι σημαντική.

Της Ελλάδας που, παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε με την οικονομική κρίση, ταυτόχρονα στήριξε με αξιοπρέπεια και ανθρωπισμό τους εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες που εισήλθαν μαζικά στη χώρα το 2015.

Της Ελλάδας που, σας θυμίζω, γύρισε τότε την πλάτη της στις ρατσιστικές πολιτικές δυνάμεις της Ευρώπης, σε αντίθεση με αρκετές ευρωπαϊκές χώρες πιο εύπορες, που αντιμετώπισαν ενδεχομένως και πολύ μικρότερες ροές.

Της Ελλάδας που τότε με κλειστά σύνορα, αντιστάθηκε στις ευρωπαϊκές φωνές που μιλούσαν για επαναπροωθήσεις στη θάλασσα και για παραβίαση της Συνθήκης της Γενεύης. Και που στήριξε τη δύσκολη Κοινή Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας, με την οποία, όμως, μειώθηκαν δραστικά οι ροές, κυρίως όμως μειώθηκαν δραστικά οι θάνατοι αθώων ανθρώπων στη θάλασσα του Αιγαίου.

Και της Ελλάδας που τότε, μέσω ενός καινούργιου Υπουργείου Μετανάστευσης, που δυστυχώς σήμερα καταργήθηκε, μιας νέας Υπηρεσίας Ασύλου και ενός βεβαρημένου από την κρίση Λιμενικού Σώματος, σήκωσε αναλογικά το μεγαλύτερο βάρος της Ε.Ε. στη μεγαλύτερη προσφυγική κρίση μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Και της Ελλάδας στην οποία διαβιούν σήμερα 15,000 Έλληνες πολίτες αραβικής καταγωγής, 30,000 Άραβες με άδεια παραμονής και πάνω από 40,000 Άραβες πρόσφυγες.

Αυτή η Ελλάδα, λοιπόν, είναι μια χώρα κομβικής σημασίας για να χτιστεί ένας σοβαρός ευρωαραβικός διάλογος και για την αντιμετώπιση της σημαντικότερης πρόκλησης της νέας εποχής που είναι η προσφυγική κρίση.

Και ο τέταρτος τομέας –και κλείνω- ο τέταρτος τομέας συνεργασίας αποτελεί το μεγάλο θέμα της νέας εποχής, που είναι η κλιματική αλλαγή. Πιστεύω ότι μπορούμε να συνεργαστούμε για να προωθήσουμε την Ατζέντας 2030 για την βιώσιμη ανάπτυξη και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και όλων των σημαντικών οικολογικών προκλήσεων της Μεσογείου.

Και εδώ –επιτρέψτε μου να πω- ότι η Ελλάδα έχει μια σημαντική παρακαταθήκη, όσον αφορά την τήρηση των στόχων της Συνθήκης των Παρισίων, σε ότι τη σταδιακή επένδυση σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και τη Διεθνή Διάσκεψη για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην πολιτιστική κληρονομιά που εγκαινίασε τον περασμένο Ιούνιο.

Σε αυτή τη βάση, πρέπει να πρωτοστατήσει ώστε στις επόμενες ευρωαραβικές υπουργικές συνομιλίες, και το θέμα της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής να βρεθεί ψηλά στην ατζέντα.

Αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι,

Είναι κατά την άποψή μου σαφές, ότι η αναβάθμιση της ευρωαραβικής ατζέντας οφείλει να αποτελέσει σημαντικό στόχο της επόμενης περιόδου και για τις δύο πλευρές. Και σε αυτό το πλαίσιο πιστεύω ότι η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να παίξει έναν σημαντικό ρόλο.

Να παίξει έναν σημαντικό ρόλο

Ως ευρωπαϊκός πυλώνας ειρήνης και σταθερότητας.

Ως αναδυόμενος οικονομικός κόμβος ενέργειας, μεταφορών και δικτύων.

Ως μια κρίσιμη χώρα στη διαχείριση του προσφυγικού, που προασπίζεται ταυτόχρονα τα ανθρώπινα δικαιώματα και το διεθνές δίκαιο.

Ως μια Μεσογειακή χώρα που θέτει σε προτεραιότητα τη βιώσιμη ανάπτυξη.

Και φυσικά ως μια χώρα που υπήρξε ιστορικά η γέφυρα της Ευρώπης με τον Αραβικό κόσμο.

Θεωρώ όμως –και δεν θέλω να το παραλείψω αυτό, θα το πω και κλείνοντας- ότι στο επόμενο διάστημα σε μεγάλο βαθμό θα κριθεί τόσο η αξιοπιστία της Ε.Ε. όσο και η ικανότητα της Ελλάδας να υπερασπιστεί και να αξιοποιήσει όλες τις σημαντικές κατακτήσεις των τελευταίων ετών στην εξωτερική πολιτική, που της έδωσαν μια νέα γεωπολιτική δυναμική στην περιοχή.

Η αξιοπιστία της Ε.Ε. θα κριθεί στα Βαλκάνια, στη Μ. Ανατολή και στη Ν.Α. Μεσόγειο. Θα κριθεί από το αν θα καταφέρει να διασφαλίσει την ευρωπαϊκή προοπτική των δυτικών Βαλκανίων και άρα την σταθερότητα στην περιοχή, αξιοποιώντας το ιστορικό βήμα της Συμφωνίας των Πρεσπών. Ιστορικό βήμα ανάμεσα σε δύο λαούς της περιοχής. Θα κριθεί στη Μ. Ανατολή από το αν θα έχει έναν ουσιαστικό ρόλο για την ειρήνη στη Συρία αλλά και τη δίκαιη επίλυση του Μεσανατολικού. Θα κριθεί, επίσης, στη Ν.Α. Μεσόγειο από τη δυνατότητά της να επιβάλει σε έναν κρίσιμο εταίρο της, την Τουρκία, την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου.

Και βεβαίως, ταυτόχρονα, όπως είπα πριν, θα κριθεί και η ικανότητα της Ελλάδας να υπερασπιστεί και να αξιοποιήσει τις κατακτήσεις στην εξωτερική πολιτική. Πρώτα απ’ όλα θα κριθεί από το εάν η νέα κυβέρνηση θα επιδείξει το αναγκαίο πολιτικό θάρρος να προστατεύσει το εθνικό κεκτημένο της Συμφωνίας των Πρεσπών που με ανεύθυνο λαϊκισμό πολέμησε ως αντιπολίτευση. Αλλά βεβαίως η ικανότητά της να αξιοποιήσει αυτή τη δυναμική στην εξωτερική πολιτική θα κριθεί και από την οξυδέρκεια και την ικανότητα της εξωτερικής της πολιτικής σήμερα ώστε να αξιοποιήσει αυτές τις στρατηγικές συμμαχίες που έχουμε δημιουργήσει στην περιοχή της Ν.Α. Μεσογείου, μεταξύ άλλων και με πολύ σημαντικούς εταίρους του Αραβικού κόσμου.

Σε αυτήν λοιπόν την προσπάθεια τη σύνθετη πιστεύω ότι πολύ σημαντικό πράγμα είναι η πολιτική βούληση, σε περιόδους κρίσης σημαντικότερο από ποτέ. Τόσο για την Ευρώπη, όσο και για τον Αραβικό Κόσμο και φυσικά για την Ελλάδα.

Με αυτές τις σκέψεις θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την πρόσκληση και να ευχηθώ από δω και στο εξής το Φόρουμ αυτό να έχει μόνο επιτυχίες».


Σχολιάστε εδώ