Η τουρκική εισβολή στη Συρία: Προληπτικός πόλεμος ή εθνοκάθαρση;


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Ήπιας, μέχρι στιγμής, μορφής οι αντιδράσεις των Δυτικών

Έχει ήδη περάσει ένα δεκαήμερο από την εισβολή των τουρκικών στρατευμάτων στη ΒΔ Συρία και οι πληροφορίες, όπως τις μεταφέρουν τα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία και οι επιτόπου πολεμικοί α­νταποκριτές, είναι αρκετά συγκεχυμένες. Ωστόσο ορισμένα σημεία είναι ήδη ευκρινή. 

Πρώτον, την απρόσμενη αντίσταση που συνάντησαν οι εισβολείς από τους Κούρδους, με σημαντικό στοιχείο τη συνδρομή τους από τις συριακές καθεστωτικές δυνάμεις. Δεύτερον, τη σχεδόν πλήρη αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων, χωρίς την οποία θα ήταν προβληματική έως αδύνατη η εισβολή. Τρίτον, την ενεργότερη ανάμειξη της Ρωσίας, η οποία, έπειτα από μικρή σιωπή, διεμήνυσε στην Άγκυρα ότι δεν θα επιτρέψει επέλαση των τουρκικών δυνάμεων πέραν της επίμαχης πολεμικής ζώνης ασφαλείας. Ο Ερντογάν και οι επιτελείς του ονόμασαν τη στρατιωτική επιχείρηση «Πηγή Ειρήνης», όρος που κάθε άλλο παρά ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

Στο παρελθόν σημειώνονταν ανάλογες ενέργειες, που ονομάζονταν προληπτικοί πόλεμοι (preventive wars) και πραγματοποιούνταν από ένα κράτος το οποίο αισθανόταν ισχυρό, αλλά θεωρούσε ότι απειλούνταν από ένα άλλο και επενέβαινε στρατιωτικά με στόχο να αποτρέψει εχθρικές ενέργειες στο μέλλον. Κλασικό παράδειγμα προληπτικού πολέμου, η αιφνιδιαστική επίθεση του Ισραήλ το 1967 κατά αραβικών χωρών.

Τέτοιες όμως πρακτικές είναι παρωχημένες και η Άγκυρα δεν μπορεί να τις επικαλεσθεί σοβαρά, υπό την έννοια ότι διέτρεχε κίνδυνο από τους Κούρδους της ΒΔ Συρίας. Εξάλλου, αιτιολογική βάση της εισβολής, διά στόματος του ίδιου του Ερ­ντογάν, αποτέλεσε η δημιουργία μιας ζώνης ασφαλείας, που αρχικά την προσδιόρισε σε βάθος τριάντα χιλιομέτρων, αλλά συνεχώς ανασκεύαζε. Δεν απέκρυψε όμως ότι ο κύριος στόχος είναι η εκκαθάριση της περιοχής από το κουρδικό στοιχείο, που η Άγκυρα χαρακτηρίζει συλλήβδην ως τρομοκράτες, και η πλήρωση της περιοχής από πρόσφυγες και οικονομικούς μετανάστες που βρίσκονται σε κέντρα φιλοξενίας στην Τουρκία.

Το τελευταίο στοιχείο της απομάκρυνσης γηγενών πληθυσμών από τις εστίες τους προσλαμβάνει τη μορφή εθνοκάθαρσης και, δυστυχώς για τον Ερντογάν, η ιστορική μαρτυρία δεν βοηθάει τη χώρα του. Να θυμίσουμε την εθνοκάθαρση των Ελλήνων του Πόντου το 1915, που έγινε με υπό­δειξη γερμανού στρατηγού και ολοκληρώθηκε το 1922 με τη Μικρασιατική Καταστροφή, τη Γενοκτονία των Αρμενίων, που έχει αναγνωρισθεί διεθνώς, το πογκρόμ κατά των Ελλήνων της Πόλης το 1955 και ασφαλώς την εισβολή στην Κύπρο το 1974. Δυστυχώς, τα μαθήματα της Ιστορίας σπάνια λαμβάνονται υπόψη στις διεθνείς σχέσεις, που κυριαρχούνται από τα συμφέροντα, βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα, των κρατών.

Δεν πρέπει όμως να αγνοούνται, ιδιαίτερα όταν έχουν χαραχθεί βαθιά στη μνήμη των λαών. Δεν ανησυχούμε, π.χ., το ίδιο για την άνοδο ενός ακροδεξιού κόμματος σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα όσο στη Γερμανία και τούτο λόγω του ναζιστικού παρελθόντος.

Η Τουρκία, αναμφίβολα, τόσο στο Συριακό όσο και στην Ανατολική Μεσόγειο (Κύπρος) και στο Αιγαίο ακολουθεί μια άκρως οπορτουνιστική και συγχρόνως επιθετική εξωτερική πολιτική. Και η παραβατική συμπεριφορά της πηγάζει από αναλύσεις, γνωρίζοντας καλά τις αδυναμίες και τους δισταγμούς των Δυτικών, είτε λόγω σοβαρών επενδυμένων οικονομικών συμφερόντων στην Τουρκία είτε λόγω της παγιωμένης αντίληψης σύμφωνα με την οποία η Τουρκία είναι αναγκαίος παράγων για τα συμφέροντα της Δύσης στη Μέση Ανατολή. Σε ό,τι αφορά την εισβολή στη ΒΔ Συρία, η ενέργεια της Άγκυρας πληρώνει και τις δύο έννοιες που αναφέρθηκαν παραπάνω.

Του προληπτικού πολέμου και της εθνοκάθαρσης. Το καθεστώς Ερ­ντογάν έκρινε κατάλληλη τη στιγμή να εκδιώξει το κουρδικό στοιχείο από τη συνοριακή περιοχή με τη Συρία και να εξασφαλίσει μόνιμη τουρκική παρουσία και έλεγχο στην περιοχή. Άλλωστε δεν έχει αποκρύψει την αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάννης, που καθόρισε το στάτους της περιοχής. Οι αντιδράσεις των Δυτικών, όπως καταγράφονται μέχρι στιγμής, χαρακτηρίζονται ως αρκετά ήπιες, δίνοντας προτεραιότητα στις διπλωματικές ενέργειες και αναγγέλλο­ντας ορισμένα επιλεκτικά μέτρα οικονομικής και πολιτικής φύσης. Το ΝΑΤΟ, διά του ΓΓ κ. Στόλτενμπεργκ, που επισκέφθηκε διαδοχικά Αθήνα και Άγκυρα, συνδέοντας Κυπριακό, παράνομες ενεργειακές ερευνητικές δραστηριότητες της Τουρκίας στη κυπριακή ΑΟΖ, την τουρκική παραβατικότητα στο Αιγαίο και το Συριακό, κινήθηκε στη γνωστή και παραδοσιακή γραμμή των ίσων αποστάσεων, συστήνοντας στην Άγκυρα να επιδείξει αυτοσυγκράτηση. Εδώ θα ταίριαζε, νομίζω, η γνωστή φράση του μακαρίτη βουλευτή και υπουργού του ΠΑΣΟΚ Βαγγέλη Γιαννόπουλου, την οποία χρησιμοποιούσε όταν ήθελε να υποτιμήσει τη σημασία ενός πολιτικού γεγονότος.

Τα Ηνωμένα Έθνη, το κατ’ εξοχήν αρμόδιο διεθνές όργανο για τη διατήρηση της ειρήνης και τον σεβασμό της διεθνούς έννομης τάξης, αδράνησαν λόγω της αδυναμίας επίτευξης συμφωνίας μεταξύ των χωρών-μελών του ΣΑ, που σπάνια συναινούν στη λήψη δυναμικών μέτρων εναντίον παραβατικού κράτους. Οι ΗΠΑ τήρησαν και τηρούν την πλέον υποκριτική στάση. Μπορεί, βέβαια, η αποχώρηση των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων από τη Συρία να είχε αποφασισθεί από καιρό, δύσκολα όμως μπορεί να γίνει πιστευτό το γεγονός ότι δεν υπήρχαν μυστικές διαβουλεύσεις με την Άγκυρα. Ο Πρόεδρος Τραμπ ακολουθεί στάση Ποντίου Πιλάτου.

Από τη μία ζητάει από την Άγκυρα αυτοσυγκράτηση και από την άλλη δηλώνει δημοσίως ότι ο πόλεμος δεν είναι δικός μας και στέλνει στην Άγκυρα τον αντιπρόεδρο και τον υπουργό των Εξωτερικών, με τους οποίους ο Ερντογάν αρνείται να συναντηθεί, για να υπαναχωρήσει μέσα σε λίγες ώρες. Ενεργότερο ρόλο φαίνεται να αναλαμβάνει η Ρωσία, η οποία προειδοποίησε την Άγκυρα να μην προχωρήσει πέραν των δέκα χιλιομέτρων ασφαλείας εντός του συριακού εδάφους.

Και η ΕΕ, συγκεκριμένα το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων (14/10/19), παρά τις γνωστές αδυναμίες της, υιοθέτησε σκληρό κείμενο, με το οποίο καταδικάζεται η τουρκική εισβολή και αναγγέλλεται σειρά κυρωτικών μέτρων πολιτικού και οικονομικού περιεχομένου. Οι αντιδράσεις της Άγκυρας ήταν οι αναμενόμενες, με τον Ερντογάν να δηλώνει ότι τα αγνοεί! Τι σύμπτωση, που λίγες ημέρες νωρίτερα, στη Ναύπακτο, γίνονταν εκδηλώσεις για την επέτειο των 448 χρόνων από τη Ναυμαχία του Λεπάντο (Ναύπακτος), όταν ο συνασπισμένος στόλος Βενετσιάνων, Γενουατών, Ισπανών και Παπικών κατεναυμάχησε τον τουρκικό, ο οποίος απειλούσε τα ανατολικά ιταλικά παράλια, αφού στο μεταξύ είχε κυριαρχήσει στο Αιγαίο και το ίδιο έτος είχε καταλάβει και την Κύπρο. Από τότε, ακόμη και σήμερα, στην Ιταλία όταν θέλουν να εκφράσουν φόβο για κάποιο επερχόμενο κίνδυνο λένε «Mama i Turchi».

Ειλικρινά, αυτά δεν γράφονται με αρνητική διάθεση προς τον τουρκικό λαό, με τον οποίο άλλωστε μας συνδέουν πολλά κοινά συμφέροντα. (Αργά την Πέμπτη ανακοινώθηκε η κατάπαυση του πυρός ή εκεχειρία 120 ωρών μεταξύ των τουρκικών δυνάμεων εισβολής και των κούρδων μαχητών, με αμερικανική διαμεσολάβηση. Θετική εξέλιξη, αρκεί να μη συνοδεύεται από ανέφικτους όρους, προϋποθέσεις και υπαναχωρήσεις.)


Σχολιάστε εδώ