Π. Νεάρχου: Νέα κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικότητας

Π. Νεάρχου: Νέα κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικότητας


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Ο Τούρκος Πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν, την στιγμή που πραγματοποίησε την Τετάρτη την επέμβαση στη Συρία, ανατολικά του Ευφράτη, και εντείνει τις πιέσεις και τον ασύμμετρο πόλεμο στο Αιγαίο, με τους λαθρομετανάστες, προχώρησε και σε ένα νέο, άκρως προκλητικό βήμα στην Κυπριακή ΑΟΖ.

Οι Τουρκικές παραβιάσεις, με γεωτρήσεις, στην Κυπριακή ΑΟΖ είχαν περιορισθεί μέχρι τώρα στη μη οριοθετημένη ΑΟΖ δυτικά της Κύπρου, λόγω αρνήσεως της ίδιας της Άγκυρας να συνεργασθεί με τη μη αναγνωριζόμενη απ’ αυτήν Κυπριακή Δημοκρατία για την οριοθέτησή της αλλά και λόγω των γνωστών διεκδικήσεών της με τη λεγόμενη «Γαλάζια Πατρίδα».

Ως γνωστόν, με βάση τις Τουρκικές θεωρίες, που αγνοούν το διεθνές θαλάσσιο δίκαιο, τα νησιά, ακόμη και του μεγέθους της Κύπρου και της Κρήτης, δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, πέραν των χωρικών τους υδάτων. Με τη θεωρία αυτή η Άγκυρα διεκδικεί ως δήθεν δική της την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ πέραν των 12 ναυτικών μιλίων, δυτικά της Κύπρου. Οι διεκδικήσεις της φθάνουν μέχρι και το ήμισυ περίπου του Οικοπέδου 8, το οποίο είναι στην καρδιά της ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου και είναι πολλά υποσχόμενο σε ενεργειακά αποθέματα.

Η άλλη Τουρκική γεώτρηση έλαβε χώρα κοντά στις ακτές της κατεχόμενης Καρπασίας. Η προκλητικότατη απόφαση της Άγκυρας να στείλει το Τουρκικό γεωτρύπανο «Γιαβούζ» στο Οικόπεδο 7, έχει άλλη, πολύ μεγαλύτερη σημασία και συνιστά θρασύτατη κλιμάκωση και πρόκληση. Πολύ περισσότερο, όταν το Οικόπεδο αυτό κατακυρώθηκε προσφάτως προς εκμετάλλευση, από την Κυπριακή κυβέρνηση, στη Γαλλική εταιρεία Total και στην Ιταλική ΕΝΙ.

Η Ιταλική ΕΝΙ απεχώρησε, στο παρελθόν, από το Οικόπεδο 3, όταν παρενεβλήθησαν στην πορεία του ερευνητικού της σκάφους Τουρκικά πολεμικά. Η σύμπραξή της όμως με την Total έχει ακριβώς ως στόχο να αντιμετωπισθούν από κοινού οι Τουρκικές προκλήσεις και απειλές. Η Γαλλική πλευρά, διά στόματος του Γάλλου Προέδρου Μακρόν, άφησε σαφώς να εννοηθεί ότι δεν θα επιτρέψει παρενοχλήσεις και παρεμπόδιση των εργασιών της Total στα Οικόπεδα τα οποία έχουν παραχωρηθεί νομίμως σ’ αυτή από την Κυπριακή Δημοκρατία.

Απομένει να αποδειχθεί στην πράξη ποια θα είναι η Γαλλική αντίδραση. Σημειωτέον, το Παρίσι εντάσσει την παρουσία του στην Κυπριακή ΑΟΖ σ’ ένα ευρύτερο πλαίσιο, που περιλαμβάνει τη Γαλλική παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο, τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Γαλλίας στην ανάπτυξη μιας αμυντικής διαστάσεως της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και την αξιοποίηση των ενεργειακών αποθεμάτων της Ανατολικής Μεσογείου ως εναλλακτικής πηγής ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρώπης.

Είναι προφανές ότι Ελλάδα και Κύπρος δεν μπορούν να επαναπαυθούν στην ενδεχόμενη συνδρομή μιας τρίτης χώρας, που έχει ζωτικά συμφέροντα στην Κυπριακή ΑΟΖ. Η προάσπιση της τελευταίας και των δικαιωμάτων που έχει σ’ αυτήν η Ελληνική πλευρά είναι πρώτ’ απ’ όλα δική τους εθνική ευθύνη. Δική τους ευθύνη επίσης είναι να συνθέσουν σε στρατηγική συμμαχία τις δυνάμεις που έχουν πολύ σοβαρούς οικονομικούς αλλά και στρατηγικούς λόγους για να δημιουργήσουν την απαραίτητη δύναμη αποτροπής και ανασχέσεως της Τουρκικής επιθετικότητας.

Το πρόπλασμα της συμμαχίας αυτής βρίσκεται στις τριμερείς Συναντήσεις Ελλάδος – Κύπρου – Ισραήλ και Ελλάδος – Κύπρου – Αιγύπτου, όπως επίσης στις διμερείς στρατηγικές σχέσεις Ελλάδος και Κύπρου με τον Γαλλικό παράγοντα. Θα έπρεπε ήδη από καιρό οι σχέσεις αυτές να είχαν πάρει το βάθος και τη μορφή που επιτάσσουν οι περιστάσεις και να είχαν διαμορφωθεί, πάνω στη βάση αυτή, σενάρια κοινής δράσεως και κοινών αντιδράσεων, περιλαμβανομένης της παροχής ναυτικών και αεροπορικών διευκολύνσεων στην Ελλάδα από χώρες της περιοχής, στο πλαίσιο μιας συμφωνημένης σχέσεως και συλλογικής δράσεως.

Ο ρόλος, βεβαίως, του Αμερικανικού παράγοντα παραμένει, όπως και στο παρελθόν, καθοριστικός. Δεν είναι τυχαία η επιλογή της στιγμής κατά την οποία εκδηλώνεται η Τουρκική πρόκληση στο Οικόπεδο 7. Συμπίπτει με την προγραμματισμένη επίσκεψη στην Ελλάδα του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Πομπέο, που εντάσσεται στο πλαίσιο του Ελληνο-Αμερικανικού στρατηγικού διαλόγου. Μια πρόγευση του διαλόγου αυτού ήταν οι όροι στους οποίους κατέληξε η Ελληνο-Αμερικανική Συμφωνία.

Στη Συμφωνία αυτή είναι σαφής η ενίσχυση της Αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας και της ελευθερίας δράσεώς της στον Ελληνικό χώρο. Είναι όμως νεφελώδη και δυσδιάκριτα τα ανταλλάγματα τα οποία εξασφάλισε η Ελληνική πλευρά, σε μια συγκυρία κατά την οποία έχει πολύ μεγάλη και επείγουσα ανάγκη να ενισχύσει την αμυ­ντική αποτρεπτική της ισχύ και να καλύψει μεγάλα και επικίνδυνα κενά στην αμυντική της ετοιμότητα.

Η επιλογή, από την Τουρκική πλευρά, της στιγμής αυτής για την αποστολή του γεωτρύπανου «Γιαβούζ» στο Οικόπεδο 7 είναι ένα μήνυμα και άσκηση πιέσεως στην Αμερικανική πλευρά να λάβει υπ’ όψιν την Τουρκική «αποφασιστικότητα» και να πιέσει την Ελληνική πλευρά, στην Κύπρο και την Ελλάδα, να δεχθεί «συνδιαχείριση» και «συνεκμετάλλευση» των ενεργειακών πόρων «στην Ανατολική Μεσόγειο», στην πραγματικότητα σε βάρος της ΑΟΖ της Ελλάδος και της Κύπρου.

Είναι πολύ σημαντικά τα μηνύματα που θα δώσει η Ελληνική πλευρά στον Αμερικανό συνομιλητή της. Δεν πρέπει ο τελευταίος να αποκομίσει οποιαδήποτε εντύπωση Ελληνικής υποχωρητικότητας, γιατί θα μπορούσε να την ερμηνεύσει ως περιθώριο διπλωματικού παιχνιδιού με την Άγκυρα, χωρίς κόστος στις Ελληνο-Αμερικανικές σχέσεις.

Υπάρχουν επίσης δύο άλλα θέματα, τα οποία προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει η κυβέρνηση τη σημερινή επικίνδυνη κατάσταση με την Τουρκία. Το πρώτο είναι η συνεχιζόμενη ολιγωρία στην αμυντική ετοιμότητα της χώρας. Η άλλη πλευρά δεν κρύβει τις διεκδικήσεις της και τον τρόπο με τον οποίο επιδιώκει να εκβιάσει την επιβολή τους. Επιδίδεται για τον λόγο αυτό σε μεγάλους και συνεχείς εξοπλισμούς, με στόχο να αποκτήσει αναμφισβήτητη αεροναυτική, κατά πρώτο λόγο, υπεροχή.

Η Ελληνική πλευρά αδρανεί επικίνδυνα και δεν παίρνει αποφάσεις, με την αιτιολογία ότι δεν υπάρχουν χρήματα. Η αιτιολογία αυτή για την άμυνα, όταν υπάρχει άμεσος κίνδυνος, είναι άτοπη. Τίποτε άλλο δεν μπορεί να είναι υπεράνω της εθνικής ασφάλειας, όταν η απειλή είναι πραγματική και άμεση.

Το δεύτερο θέμα, που προκαλεί μεγάλη ανησυχία, είναι η συνεχιζόμενη ανεδαφική και ανεύθυνη πολιτική για τη λαθρομετανάστευση, που αποτελεί ασύμμετρη εθνική απειλή.

Η εμμονή στην πολιτική των ανοικτών συνόρων, όταν οι άλλες χώρες κλείνουν τα σύνορά τους και όταν η χώρα βρίσκεται σε κίνδυνο ένοπλης ρήξεως με την Τουρκία, που χειραγωγεί τη λαθρομετανάστευση και τη χρησιμοποιεί ως γεωπολιτικό και διπλωματικό όπλο, αγγίζει τα όρια της πολιτικής αφροσύνης.

Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με μεγάλους κινδύνους και δεν έχει κανένας το δικαίωμα και, κατά πρώτο λόγο η κυβέρνηση, να αδρανεί και να συνεχίζει ολέθριες και αυτοκαταστροφικές πολιτικές.


Σχολιάστε εδώ