Ν. Γ. Χαριτάκης: NPL’s: Thomas Cook και Lehman Brothers
Υπό
Ν. Γ. ΧΑΡΙΤΑΚΗ
Επ. καθηγητής ΕΚΠΑ,
Γραμμ. Αποκρατικοποιήσεων, ΔΣ ΤΑΝΕΟ
Ήταν Σεπτέμβριος του 2008, όταν κατέρρευσε – πτώχευσε η επενδυτική τράπεζα Lehman Brothers. Τότε που, αρχίζοντας με το πιστωτικό σύστημα των ΗΠΑ και τελειώνοντας με το ευρωπαϊκό, το παγκόσμιο πιστωτικό σύστημα βρέθηκε σε αδιέξοδο. Οι επιπτώσεις της κρίσης στη χώρα μας είναι γνωστές σε όλους. Η ελληνική οικονομία δεσμεύθηκε να ακολουθήσει συγκεκριμένες υποδείξεις και η κρίση μάτωσε οικονομικά επιχειρήσεις και απλούς πολίτες. Δεν πλήγωσε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, ούτε βέβαια αποκλειστικά και μόνο τους πολίτες του σήμερα. Κόστη επώδυνα τα επωμισθήκαμε καταρχήν όλοι και μαζί μας πολλές ακόμη γενεές στο μέλλον.
Ήταν Σεπτέμβριος του 2019, θα αναφέρει ο ιστορικός του μέλλοντος, όταν κατέρρευσε – πτώχευσε η επιχείρηση τουρισμού Thomas Cook. Προφανώς με μικρότερης κλίμακας διάχυση των επιβαρύνσεων, αλλά για ορισμένους, και πάλι Νοτιοευρωπαίους, το βάρος προβλέπεται να είναι ίσως και δυσβάστακτο. Όπως στην πρώτη περίπτωση η κρίση και η πιστωτική ασφυξία που προέκυψε στην οικονομική δραστηριότητα της χώρας οδήγησε κάποιους πολίτες στο να χάσουν τη δουλειά τους, να απειλούνται να χάσουν το ενυπόθηκο σπίτι τους και γενικά να ψάχνουν να μετατρέψουν την ποινή φυλάκισης λόγω χρεών σε κοινωνικό έργο, έτσι και τώρα, για ευθύνες τρίτων, και λόγω παγκοσμιοποίησης, κυβερνήσεις που διαχειρίζονται συνολικά τα προβλήματα κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν, μεταφέροντας ευθύνες σε τρίτους, όπως, για παράδειγμα, τους μικρομεσαίους ξενοδόχους του Νότου.
Ο συνδετικός κρίκος και στις δύο περιπτώσεις είναι το τραπεζικό σύστημα και οι ευθύνες που του αναλογούν, ανεξάρτητα από τον έλεγχο που του επιβάλλουν τα κεντρικά συστήματα της χώρας, π.χ., Fed, Τράπεζα της Αγγλίας ή ΕΚΤ. Δεν είναι δυνατόν η κεντρική διοίκηση να απαιτεί φόρους και να επιβάλλει πρόστιμα, οι εμπορικές τράπεζες να μη ρυθμίζουν χρέη, σύμφωνα με τα συμφέροντα των μετόχων τους, και να καθυστερούν τον εξορθολογισμό των ισολογισμών τους, χωρίς να αποδέχονται τις δικές τους ευθύνες, ιδιαίτερα μάλιστα όταν η κοινωνία συνέβαλε απεριόριστα στην εξυγίανσή τους. Και επειδή το επιχείρημα φαντάζει ως και παράλογο, θα χρησιμοποιήσουμε το ειδικό παράδειγμα της Thomas Cook, ώστε να γίνει κάπως πιο εύπεπτο.
Μία επιχείρηση τουρισμού στην Κρήτη μισθώνει σε μία τιμή το ξενοδοχείο στην Thomas Cook. Η σύμβαση, επειδή είναι σε πίστωση, προβλέπει ότι η ξενοδοχειακή εταιρεία θα πληρωθεί μετά την ολοκλήρωσή της. Ως εμπορική πρακτική μπορούμε να την προσομοιάσουμε με μια μεταχρονολογημένη επιταγή. Η συναλλαγή ολοκληρώνεται από την πλευρά του ξενοδόχου, πληρώνεται ΦΠΑ, έστω και αν δεν έχει καταβληθεί το τίμημα, και η ζωή συνεχίζεται.
Και οι δύο επιχειρήσεις, ο μικρομεσαίος επιχειρηματίας της Κρήτης και ο διαχειριστής του 10% του παγκόσμιου τουριστικού προϊόντος, λειτουργούν συμβατικά, μέχρι τη στιγμή που ο μεγάλος οφειλέτης δηλώνει πτώχευση και αδυναμία εξυπηρέτησης των πιστωτών. Τη σχέση υποθάλπει με τη συμπεριφορά του ο τραπεζίτης της Cook, που άτυπα καλύπτει την αναξιοπιστία του πελάτη του. Θεωρεί τα δάνεια ενήμερα, ανεξαρτήτως του τεράστιου πιστωτικού υπολοίπου.
Εξασφαλισμένοι πιστωτές, π.χ., τράπεζες, φαίνεται ως να μη γνωρίζουν την υπέρβαση του πιστωτικού ορίου της εταιρείας Cook στη δέσμευσή της σε τουριστικά πακέτα που δεν μπορεί να εξυπηρετήσει. Ο απλός ξενοδόχος στην Κρήτη, όπως και ο πελάτης της, αποδέχονται τον έλεγχο αξιοπιστίας της εξασφαλισμένης τράπεζας. Ένας έμπειρος βέβαια άγγλος δικηγόρος θα έλεγε ότι αν η Cook αποδειχθεί αναξιόπιστη δεν φταίει η τράπεζα, αφού ο ξενοδόχος θα μπορούσε να είχε ασφαλίσει το συμβόλαιο στην αγορά και να διεκδικήσει τα χρήματά του από την ασφαλιστική εταιρεία.
Υπενθυμίζεται ότι το 2008 η παρέμβαση της αμερικανικής κυβέρνησης στην πτώχευση της Lehman έγινε όταν οι ιθύνοντες αντιλήφθηκαν το κόστος στην οικονομία, όχι από την κατάρρευση της Lehman, αλλά από την κατάρρευση της ασφαλιστικής (ΑΙΑ). «Δεν γνώριζε, δεν πίστευε, ας πρόσεχε», λέει ο δικηγόρος κυνικά.
Ο ξενοδόχος μένει με κάποιες ανασφάλιστες απαιτήσεις και τυχαίνει να χρωστάει και κάποια δάνεια στις ελληνικές τράπεζες, που θα εξυπηρετούσε αν τον πλήρωνε η Cook. Έχει κάποιους προμηθευτές που του πούλησαν προμήθειες επί πιστώσει και τώρα απειλούν να τον στείλουν φυλακή. Έχει το Δημόσιο που ζητάει φόρους από μη εξοφληθείσες πιστώσεις, ασφαλιστικά ταμεία και τέλος εργαζόμενους που κάνουν δικαιολογημένα απεργία. Γενικά η τουριστική επιχείρηση στην Κρήτη αλλά και προσωπικά ο επιχειρηματίας βρίσκονται σε αδιέξοδο, ζώντας ό,τι ζει το παραγωγικό τμήμα της ελληνικής οικονομίας από το 2008. Μόνος και απροστάτευτος από το νομικό πλαίσιο προσπαθεί να επιζήσει. Γι’ αυτόν ισχύει το Ελληνικό Πτωχευτικό Δίκαιο και για τον πελάτη του το Αγγλικό.
Το πρόβλημα του επιχειρηματία του τουρισμού ταυτίζεται απόλυτα με το πρόβλημα του ενυπόθηκου δανειστή με «κόκκινο» δάνειο. Όπως και ο δεύτερος, έτσι και ο πρώτος δεν γνωρίζει ποιο νομικό πλαίσιο ισχύει στις απαιτήσεις και στις υποχρεώσεις του. Στα «κόκκινα» δάνεια υπάρχουν πέντε πτωχευτικές διαδικασίες, στην Thomas Cook δύο. Άλλη για τις απαιτήσεις και άλλη για τις υποχρεώσεις. Πολύ σύντομα τον ξενοδόχο θα αρχίσουν να τον χαρακτηρίζουν είτε στρατηγικό κακοπληρωτή είτε, επί το ελληνικότερο, μπαταχτσή, αφού θα μπει στην ίδια λίστα με το 60% του πληθυσμού ή το 90% του οικονομικά ενεργού. Θα ψάχνει λύση του προβλήματός του, ενώ τράπεζες και κράτος θα τοκίζουν και θα ανατοκίζουν απαιτήσεις, αδιαφορώντας. Το 2008 έφταιγε η Lehman, το 2019 φταίει η Cook.
Μεταφράζουμε, προς γνώση των υπευθύνων, από το καλύτερο βιβλίο που έχει κυκλοφορήσει και περιγράφει την επίπτωση της παγκόσμιας κρίσης στο ευρώ («The Euro and the battle of Ideas», Princeton University Press): «…Υπάρχει διάσταση μεταξύ Αγγλο-Αμερικανών και Ευρωπαίων στην πτώχευση. Ιδιαίτερα στη Γαλλία, αλλά και αλλού η μεγάλη μεταρρύθμιση του Ναπολεόντειου Κώδικα είχε ως αποτέλεσμα η πτώχευση να θεωρείται τεράστιο αδίκημα. Άτομα που δήλωναν πτώχευση, υποχρεούντο να δεχτούν το όνομά τους να γράφεται με κόκκινη μελάνη στα αρχεία της Τραπέζης της Γαλλίας, έτσι ώστε να είναι αδύνατο να ανακτήσουν στο μέλλον αξιοπιστία και πίστωση. Αντίθετα, στις ΗΠΑ (και στην Αγγλία) η πτώχευση αποτελεί τιμητική αναγνώριση, που κερδήθηκε από κάποιον, ο οποίος είχε καινοτόμες και μπροστά από τον καιρό τους επιχειρηματικές ιδέες.
Για τους επιχειρηματίες στο Silicon Valley η πτώχευση θεωρείται μηχανισμός εκμάθησης. Προσωπικότητες της αμερικανικής ζωής, όπως ο πρόεδρος Trump, οφείλουν την περιουσία τους και την θέση τους στην κατ’ επανάληψη αξιοποίηση των πτωχευτικών δικαιωμάτων που χορηγεί το δίκαιο στον πτωχευμένο επιχειρηματία»…
Από την οπτική γωνία των Αγγλοσαξόνων η πτώχευση της Lehman και της Cook είναι η ίδια. Πιστωτές και οφειλέτες έχουν ίση ευθύνη. Εκ των υστέρων, για παράδειγμα, δεν νοείται διεκδίκηση, όταν το σύστημα των πιστωτικών εξασφαλίσεων ήταν δεδομένο. Αν είσαι τράπεζα και δεν έχεις εξασφαλίσεις από τους πελάτες σου δανειστές, συμμετέχεις αναγκαστικά στον πτωχευτικό και επιχειρηματικό κίνδυνο. Αν δεν έχεις ασφάλιστρο, οφείλεις να πληρώσεις το ασφαλιστικό κενό, καθώς οι καταθέσεις των πελατών σου είναι και αυτές ανασφάλιστες. Εξίσου και ο προμηθευτής που χορηγεί πιστωτικά τιμολόγια χωρίς εξασφάλιση.
Από την οπτική του ευρωσυστήματος η πτώχευση είναι δισυπόστατη. Για την Thomas Cook, αγγλική εταιρεία που πτωχεύει, ισχύει το δίκαιο της χώρας. Για την επιχείρηση της Κρήτης ισχύει ότι ίσχυσε και για όλες τις άλλες που πτώχευσαν από την κρίση της Lehman και των ΗΠΑ. Τι θα γίνει αν σε λίγες ημέρες αποχωρήσει από την ΕΕ η Αγγλία; Ποιος θα πληρώσει πιστωτικές διαφορές από στρατηγικούς κακοπληρωτές πέραν της Μάγχης; Πώς θα τις διεκδικήσουν οι τράπεζες; Με Αγγλικό ή με Ελληνικό Δίκαιο;
Μήπως ήρθε λοιπόν η στιγμή να ακολουθήσουμε μία κοινή λύση με το αγγλοσαξονικό σύστημα, πριν βρεθούμε στο αδιέξοδο των διεθνών εμπορικών διαφορών και νομικών αμφισβητήσεων στις αμοιβαίες πληρωμές μεταξύ ελληνικών και αγγλικών πτωχεύσεων; Πριν οι Έλληνες αποφασίσουν να συμπεριφερθούν ως στρατηγικοί κακοπληρωτές; Μία απλή υπενθύμιση για όσους έχουν μνήμη. Το πρώτο που ζητήθηκε από τις διεθνείς τράπεζες στην αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους το 2012 ήταν ή αλλαγή στο ισχύον δίκαιο…
Και καλά τότε, για τη χώρα. Τον ιδιώτη οφειλέτη ή πιστωτή σήμερα, όπως, για παράδειγμα, τον ξενοδόχο στην Κρήτη, ποιος τον καλύπτει;