Σχέσεις Ελλήνων και Αράβων
Του
ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΠΑΡΚΟΥΛΑ
Οικονομολόγου, Αναλυτή οικονομικών,
γεωστρατηγικών εξελίξεων στη Μέση Ανατολή
Μακραίωνοι ιστορικοί, πολιτιστικοί και φιλικοί δεσμοί υπάρχουν μεταξύ Ελλήνων και Αράβων. Η πρώτη κύρια συνάντηση μεταξύ αυτών των δύο λαών έγινε την εποχή του έλληνα στρατηλάτη Μεγάλου Αλεξάνδρου και του ελληνικού στρατού στα πέρατα της Ασίας. Εν συνεχεία, η περίοδος της ελληνιστικής περιόδου εγκαθίδρυσε μια νέα, αληθινή και βαθιά γνωριμία μεταξύ αυτών, που συνοδεύτηκε με μια οικονομική, πολιτιστική και πνευματική ανάπτυξη στις αραβικές περιοχές.
Εκεί ήρθαν κοντά ο ελληνικός και ο αραβικός πολιτισμός σε μεγάλα αστικά κέντρα της εποχής, όπως η Δαμασκός, η Αλεξάνδρεια, η Αντιόχεια και η Παλμύρα, που έγιναν κέντρα φιλίας και αλληλοσεβασμού μεταξύ του ελληνικού και αραβικού στοιχείου. Ενδυνάμωσε την αλληλεπίδραση μεταξύ τους η περίοδος της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και οι πολίτες της τότε αυτοκρατορίας ήρθαν ακόμα πιο κοντά όχι μόνο πολιτιστικά αλλά και θρησκευτικά. Ήρθαν σε επαφή με την αναδυόμενη τότε θρησκεία του Ισλάμ και αναπτύχθηκε γύρω απ’ αυτούς τους λαούς μια έντονη συζήτηση γύρω από θρησκειολογικά ζητήματα. Αυτό όμως δεν στάθηκε εμπόδιο στην εμβάθυνση των σχέσεων των δύο λαών και αυτό φαίνεται ακόμα και μέχρι τις μέρες μας.
Πολλοί Άραβες από τη Συρία, τον Λίβανο και την Αίγυπτο έρχονται στην Ελλάδα για σπουδές ή και για νέες επαγγελματικές ευκαιρίες. Συνάμα, οι εξαιρετικές σχέσεις τόσο σε διπλωματικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο φαίνονται και μεταξύ των ψηφοφοριών στους διάφορους διεθνείς οργανισμούς, όπου υπάρχει αλληλοϋποστήριξη μεταξύ Ελλάδος και αραβικών χωρών.
Οι σχέσεις των δύο λαών έχουν να κάνουν και με τη γεωγραφική εγγύτητα που υπάρχει μεταξύ τους. Η Ελλάδα βρίσκεται πολύ κοντά στις αραβικές χώρες γεωγραφικά, όπου αυτό την καθιστά ανοιχτή προς αυτές. Το ίδιο βεβαίως ισχύει για τις αραβικές χώρες, αφού, αν παρατηρήσει κανείς τον χάρτη, πολλές απ’ αυτές βρίσκονται περιμετρικά της Ελλάδος και είναι σαν να την αγκαλιάζουν, να την υποδέχονται. Συνδετικός κρίκος ανάμεσα στους λαούς αυτούς είναι και η Μεσόγειος Θάλασσα, που από αρχαιοτάτων χρόνων είχε φέρει σε επαφή αυτούς τους λαούς για οικονομικοεμπορικούς λόγους.
Το μεσογειακό κλίμα και ο μεσογειακός χώρος καθιστούν πολλές από τις αραβικές χώρες συνταξιδιώτες με την Ελλάδα ως προς την κοινή συμβίωση των λαών αλλά και των ιδιαίτερων λαϊκών εθίμων. Οι σχέσεις βαθαίνουν και εμπλουτίζονται και από την κοινή ιστορική συνύπαρξη, όπως ακόμα και από τον γλωσσικό πολιτισμό. Η ελληνική και αραβική γλώσσα κατάφεραν να επιβληθούν έναντι άλλων γλωσσών. Η πρώτη σ’ ένα μεγάλο μέρος της Δύσεως, καθώς απ’ αυτήν δημιουργήθηκαν πολλές σύγχρονες ευρωπαϊκές γλώσσες, ενώ η δεύτερη εγκολπώθηκε σ’ ένα μεγάλο μέρος της Ασίας και της Αφρικής.
Ο πολιτισμός ενός λαού φαίνεται στη γλώσσα του. Η πλούσια ελληνική και αραβική γλώσσα υπήρξαν οι μόνες και κύριες γλώσσες όπου στηρίχθηκε η εξάπλωση των δύο μεγαλύτερων θρησκειών του κόσμου, του Χριστιανισμού και του Ισλάμ. Συνοψίζοντας, Έλληνες και Άραβες είναι δύο από τους αρχαιότερους λαούς της Γης. Η φιλία δημιουργείται και αναπτύσσεται σε δύο πυλώνες: Την αλήθεια και την εκτίμηση. Όταν ένας λαός είναι ανοιχτός και αληθινός απέναντι σε κάποιον άλλο, τότε δημιουργείται η βάση αυτής της υψηλής αξίας.
Παράλληλα, όταν υπάρχει θέληση για γνωριμία με κάποιον άλλο πολιτισμό και τον αγαπάς δεν τον αλλάζεις, ούτε τον καταστρέφεις, ούτε τον κατέχεις, διότι η αγάπη δεν είναι κατοχή, είναι εκτίμηση. Η φιλία μεταξύ Ελλήνων και Αράβων έχει βαθιές ιστορικές και πολιτισμικές ρίζες, η οποία στηρίχθηκε σ’ αυτούς τους δύο πυλώνες.
Ο Ελληνισμός και ο Αραβισμός δεν μπορούν να συνδεθούν με τις θρησκείες αυτών. Διότι άλλο θρησκεία και άλλο έθνος. Όποιος θέλει να καταλάβει αυτούς τους δύο πολιτισμούς θα πρέπει να γνωρίζει ότι η απεραντοσύνη του Ελληνισμού και του Αραβισμού φαίνεται και από τα δύο μαγικά συστατικά αυτών: Τη θάλασσα και την έρημο.