Η ΧΩΡΑ ΔΕΝ ΑΛΛΑΖΕΙ, ΩΣ ΠΛΟΙΟ ΒΟΥΛΙΑΖΕΙ
Άν ήμαστε όλοι ναυτικοί
θά είχαμε πυξίδα,
τό πλοίο πού μπαρκάραμε
χίλιες φορές τό είδα,
•••
είμαι δεμένος μέ σχοινιά
καί ο αγέρας βρίζει
από Δεξιά κι Αριστερά
τό ψέμα, νύν, σαλπίζει,
•••
κάποιοι λοστρόμοι άψυχοι
τούς καπετάνιους κάνουν
καί φτύνουνε τό πλήρωμα
καί άλλο τί δέν κάνουν,
•••
οι καπετάνιοι είν’ αλλού
καί οι πυξίδες χάλια
γιατί μάς τίς πουλήσανε
τά Βόρεια ρεμάλια.
•••
Τό πλοίο, πιά, παράλυτο
γκρεμίζεται στούς βράχους
– κοιτάξτε μας στήν ερημιά
πάμφτωχους καί μονάχους.
•••
Σκύλοι καί γάτες χαίρονται
πού έχουν προστασία,
στού λόγου μας, όμως, παιδιά
καμία σημασία.
•••
Νοσοκομεία άχρηστα
βάλε καί φαρμακεία
καί σύ νά μένεις άστεγος
χωρίς μιά κατοικία.
•••
Τό πλοίο, ναί, ναυάγησε
κλέψανε τίς πυξίδες
οι Τράπεζες αδειάζουνε
τό ένιωσες, τό είδες.
•••
Υπάλληλοι μηδενικοί
ψάχνουνε γιά μιά θέση
κι όποιος καπνίζει, φίλε μου
στό βάραθρο θά πέσει.
•••
Έτσι μάς κοροϊδεύουνε
γιατί η Εμπορία
γελάει ασταμάτητα
σέ πόλεις καί χωρία.
•••
Δέν θέλει απαγόρευση
καί όλο βρίσκει λύσεις
καί λέει στόν δικάζοντα:
Εσύ δέν θά μιλήσεις.
•••
«Άκρα του τάφου σιωπή
στον κάμπο βασιλεύει,
λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί
κι η μάνα το ζηλεύει».
•••
Τό είπε πρίν ο Ποιητής
καί τώρα ήρθε η μπόρα,
σκύψε μαλάκα Έλληνα
κι άμα μπορείς, ΠΡΟΧΩΡΑ.
•••
Οι λίγοι βατραχάνθρωποι
μάς βρήκαν βουλιαγμένους
χωρίς πυξίδα καί πνοή
καί είπαν: Τούς καημένους.
•••
Γέροντας ήταν καί σοφός
μέ κοίταξε καί λέει:
Όποιος τά κότσια έχασε
μία ζωή θά κλαίει.
………………………………………………
Στό νησί πού μεγάλωσα καί κάπως
σπούδασα Ναυτιλία,
δέν μάς έδωσαν σωσίβια.
Κάτι πυξίδες σάπιζαν πάνω
στήν Έδρα τού διδασκάλου
καί έδειχναν συνέχεια τόν Βορρά:
Μάντεις ήταν!
Απολαύστε περισσότερο Φιοράντε ΕΔΩ