Η ΑΟΖ δεν είναι υπερφυσικό πρόβλημα αλλά πολιτικό
Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Η. ΧΑΛΑΖΙΑ
Οι ωκεανοί και οι θάλασσες καλύπτουν περίπου 105,5 εκατομμύρια τετραγωνικά μίλια, με απλά λόγια, το 71% της επιφάνειας της Γης, και πάντα τα παραλιακά κράτη έπαιξαν και παίζουν σημαντικό ρόλο σε όλα τα κοινωνικά – οικονομικά επίπεδα για την ανάπτυξη. Γι’ αυτό, άλλωστε, χρειάστηκε να νομοθετηθούν τα θαλάσσια σύνορα των κρατών.
Θα πρέπει να θυμηθούμε ότι πρώτη η Αμερική, επί προεδρίας Χ. Τρούμαν, υπέγραψε μια διακήρυξη το 1945, πολύ πριν την τελική σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας το 1982. Η διακήρυξη αυτή αναγνώριζε το αποκλειστικό δικαίωμα στις ΗΠΑ να εκμεταλλεύονται τους πόρους της υφαλοκρηπίδας τους. Η διακήρυξη δεν διεκδικούσε κυριαρχία, αλλά μόνο τη δικαιοδοσία στους πόρους της.
Το 1947 ο ΟΗΕ δημιουργεί την Επιτροπή Διεθνούς Δικαίου, η οποία θα κληθεί να μελετήσει ένα νέο νομικό καθεστώς για τα θαλάσσια σύνορα. Δέκα χρόνια αργότερα αποφασίστηκε η σύγκληση της 1ης Διάσκεψης του Δικαίου της Θάλασσας στη Γενεύη. Προτάθηκαν έξι σημεία, στα οποία δεν συμφώνησαν τα κράτη που συμμετείχαν, γι’ αυτό αναβλήθηκε η διάσκεψη για να γίνουν νέες μελέτες.
Η τρίτη διάσκεψη του 1982 έγινε στην πόλη Μοντίγκο Μπέι της Ιαμαϊκής και είχε ως αποτέλεσμα το Δίκαιο των Θαλασσών, που στηρίχθηκε σε 320 άρθρα και εννιά παραρτήματα, που ξεκαθάριζαν τα δικαιώματα του κάθε παραλιακού κράτους.
Η διακήρυξη αυτή ανέδειξε δύο βασικά σημεία: α) Να μπει τάξη στις θάλασσες. β) Να εφαρμοστεί διανεμητική δικαιοσύνη, μέσω πολιτικών εξελίξεων.
Το άρθρο 121, που μιλά για τα νησιά και αποτέλεσε αντικείμενο έντονης ελληνοτουρκικής διαμάχης, τόνιζε ότι τα νησιά έχουν αιγιαλίτιδα ζώνη, συνορεύουσα ζώνη, αποκλειστική οικονομική ζώνη (ΑΟΖ) και υφαλοκρηπίδα, με εξαίρεση τις βραχονησίδες, οι οποίες στερούνται υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, όταν δεν μπορούν να δημιουργήσουν δική τους οικονομική δραστηριότητα.
Το πλαίσιο της χωρικής θάλασσας είναι ξεκάθαρο και όμως υπάρχει μια τάση ανοχής από τις ελληνικές κυβερνήσεις, που όχι μόνο αλλοιώνει τα πράγματα, αλλά επιτρέπει κιόλας στην Τουρκία να προωθεί στον δικό μας χώρο το casus belli (παράνομο για μια χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ). Μια σωστή μελέτη των δεδομένων φτάνει για να απορριφθεί αυτή η τάση.
Η χώρα μας έχει καθορίσει το εύρος των έξι ναυτικών μιλίων για τη χωρική θάλασσα με τον ν. 230/17-9-1936, ο οποίος επιβεβαιώνεται με τον νέο ν. 187/20-9-1973. Στη συνέχεια κύρωσε τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θαλάσσης με τον ν. 2321/1995, η οποία καθορίζει το εύρος των 12 ναυτιλιακών μιλίων για χωρική θάλασσα.
Δεν θα πρέπει οι πολιτικοί μας να ξεχνούν ότι η Τουρκία έχει ορίσει εύρος 12 ναυτικών μιλίων στη Μαύρη Θάλασσα και στη Μεσόγειο με την υπ’ αριθμόν 8/4672 απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου. Ενώ η Τουρκία προσπαθεί να μας πείσει ότι δεν είναι σωστό να εφαρμόσουμε τα 12 ναυτικά μίλια στο Αιγαίο. Πολλοί από τους πολιτικούς δηλώνουν ότι η Τουρκία δεν έχει αναγνωρίσει τη Σύμβαση του Διεθνές Δικαίου της Θάλασσας του 1982.
Η Σύμβαση του 1982 αναφέρει στο άρθρο 121 παρ. 2 ότι όλα τα νησιά διαθέτουν ΑΟΖ και καθορίζεται με τον ίδιο τρόπο που καθορίζεται για τις ηπειρώτικες περιοχές. Επομένως, η Τουρκία δεν μπορεί να χρησιμοποιεί για την ΑΟΖ τα ίδια επιχειρήματα που προβάλλει για την υφαλοκρηπίδα των νησιών του Αιγαίου, δηλαδή ότι τα νησιά μας δεν διαθέτουν υφαλοκρηπίδα.
Αν οι πολιτικοί μας αδιαφορούν για το άρθρο 2 του κυρωτικού νόμου και επιφυλάσσονται για το πότε θα κινήσουν τις διαδικασίες για επέκταση της χωρικής θάλασσας έως τα 12 ναυτικά μίλια, δεν είναι θέμα δικαιοσύνης, αλλά απλά πολιτικής βούλησης, διότι κάθε φορά που κάποιος πολιτικός δεν μπορεί να σταθεί στο ύψος των εθνικών δικαίων βρίσκει διάφορες δικαιολογίες. Για να αποφύγει την εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας.
Ίσως να είμαστε η μοναδική χώρα στον κόσμο που δεν εφαρμόζει έναν διεθνώς αναγνωρισμένο νόμο για το Δίκαιο της Θάλασσας, την ίδια στιγμή που όλες οι χώρες τον εφαρμόζουν, ενώ από την πλευρά της Τουρκίας δεν υπάρχει σοβαρό επιχείρημα εναντίον της χώρας μας, εφόσον υπάρχει και η Συνθήκη της Λωζάννης.