Η υπουργός Παιδείας να πάρει τις σωστές αποφάσεις…

Η υπουργός Παιδείας να πάρει τις σωστές αποφάσεις…


Του
ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΓΑΛΟΥΣΗ
πρ. Πρύτανη ΔΠΘ


Να παραβλέψει το πολιτικό κόστος

-Η βάση να καθορίζει τους επιτυχόντες και όχι το ανάποδο

Κύριε Διευθυντά
Διάβασα το άρθρο σας της 1/9/2019 σχετικά με τη στάση της Ακαδημίας Αθηνών και θεωρώ ότι είναι άδικο να τη σχολιάζετε με αυτόν τον τρόπο. Υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να τους ξυπνήσετε (τους ακαδημαϊκούς, τους περισσότερους με «α», άλλες οι εποχές που άξιζε το «Α» σε όλους) και να μπουν στον κόπο να διαμορφώσουν άποψη. Δεν είδατε ότι ούτε για τα Μνημόνια, ούτε για το Σκοπιανό, ούτε για την πολιτική μιζέρια είχαν σαφή ομαδική άποψη και θέλετε να έχουν για την παιδεία; Είχαν ποτέ και θα διατυπώσουν τώρα;

Θυμίζω ότι σε πρακτικά εκλογής παλαιότερης εποχής αναφέρθηκε από αείμνηστο Ακαδημαϊκό ότι ο υποψήφιος θα πρέπει να θεωρηθεί «εθνικός προδότης» και εξηγούσε και το γιατί – αυτός τώρα είναι ακαδημαϊκός.

Ρωτήστε τους κάτι πιο απλό, π.χ., ποια είναι η άποψη της Ακαδημίας Τεχνών, Γραμμάτων και Πολιτισμού για τη Συμφωνία των Πρεσπών, και θα εκπλαγείτε από τη «σαφέστατη» διατύπωση της απάντησης (αν δώσουν).

Δεν θα πείραζε κανέναν αν συνέχιζαν τον βαθύ ύπνο της κοινωνικής αφάνειας, αλλά παίρνουν πολλά λεφτά γι’ αυτό (μήπως πρέπει να το ξέρει και ο ελληνικός λαός, που πληρώνει;). Οργανώνουν, όμως, πλουμιστές τελετές εθνικών επετείων.

Σε ό,τι αφορά τις εισαγωγικές για τα πανεπιστήμια, το θέμα είναι πιο πολύπλοκο απ’ ό,τι ακούγεται. Οι μόνοι που δεν έχουν ευθύνη είναι οι υποψήφιοι. Εκείνοι αντιμετωπίζουν την κατάσταση όπως διαγράφεται και όπως τους προσφέρεται κάθε φορά.

Όταν από τους 110.000 υποψηφίους έχουν προεξοφληθεί 80.000 θέσεις, τι περιμένει κανείς; Μόνον οι βάσεις είναι το πρόβλημα; Το γεγονός ότι πρέπει να υπάρχει ένα κατώτερο όριο είναι αυτονόητο. Να είναι γνωστό από πριν όμως και ο αριθμός των εισαγομένων να διαμορφώνεται από αυτό. Στη συνέχεια, βέβαια, ελέγχονται οι διδάσκοντες για τις αποτυχίες τους. Είναι ένας έμμεσος τρόπος αξιολόγησής τους, που θα επέτρεπε στο υπουργείο να τους μετακινεί σε άλλες θέσεις, που θα απέδιδαν καλύτερα, αφού οι «καλοί αυτοί καθηγητές» αρνούνται πεισματικά, με ρηχές αιτιολογίες του τύπου «ποιος θα αξιολογεί τους αξιολογητές;», την αυτονόητη, για κάθε επιτυχημένο σύστημα, αξιολόγηση.

Η άρνηση αυτή και μόνον τους χαρακτηρίζει.

Σε ό,τι αφορά την ενημέρωση-πληροφόρηση, ας δει κάποιος πώς γίνεται (όταν και όπως) ο επαγγελματικός προσανατολισμός και θα καταλάβει γιατί οι υποψήφιοι δηλώνουν στην πλειοψηφία τους διαισθητικά και ενστικτωδώς τις επιθυμίες τους.

Κανείς δεν τους ενημερώνει ότι η ανεργία και η ετεροαπασχόληση των αποφοίτων είναι τεράστια και ότι «τζάμπα» θα σπουδάσουν.

Καμία πλήρης μελέτη έρευνας αγοράς δεν υπάρχει για να δώσει βάση να σκεφτούν και κάτι άλλο.

Οι πρυτάνεις, από την άλλη πλευρά, γιατί συζητούν μόνον μεταξύ τους τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν; Γιατί δεν τα δημοσιοποιούν; Τι φοβού­νται; Αν το κάνουν, καλό θα κάνουν και να μη φοβούνται ότι θα διασυρθούν τα πανεπιστήμια για κάτι που δεν έχουν ευθύνη. Κάποιους θα ξυπνήσουν.

Όταν ένα τμήμα ζητάει 80 νέους φοιτητές, γιατί αυτή είναι η δυνατότητά του, με ποια λογική ή αιτιολογία το υπουργείο στέλνει 150, οι οποίοι με τις μεταγραφές θα γίνουν 200 και πλέον. Πώς περιμένει έτσι κάποιος να έχει παιδεία επιπέδου;

Όταν το «διαθέσιμο» σοβαρό επιστημονικό δυναμικό της χώρας είναι αριθμητικά πολύ μικρότερο από το αναγκαίο για να πληρώσει τις ανάγκες των πολλών «Γαβρογλικών», και όχι μόνον, πανεπιστημίων και αυτές συμπληρώνονται από «επιστημονικά υπόλοιπα» της αγοράς (με κατάληξη φακελάκηδες ή «εραστές» λόγω καθηγητικής εξουσίας), τι πανεπιστημιακή παιδεία περιμένει κανείς;

Ας σκεφτεί η νέα υπουργός Παιδείας μήπως η δραστική μείωση του αριθμού των εισαγομένων βοηθήσει.
Επίσης, να θεσπιστεί υψηλή βάση και το δικαίωμα των σχολών-τμημάτων να εγγράφουν μόνον μέχρι τον αριθμό που έχουν προτείνει και εφόσον έχουν πιάσει την βάση. Έτσι η βάση θα καθορίζει τους επιτυχόντες και όχι το ανάποδο.

Η προσαρμογή στις ανάγκες της ελληνικής αγοράς και όχι των ξένων, όπου πηγαίνουν έτοιμοι να αποδώσουν, χωρίς να έχει καταβληθεί το τίμημα της εκπαίδευσής τους από τη φιλοξενούσα χώρα.

Η δραστική μείωση των πολλών και άχρηστων τμημάτων και όπου χρειαστεί η αντικατάστασή τους με άλλης βαθμίδας εκπαίδευση.

Τη διαμόρφωση της εκπαίδευσης και σε ενδιάμεσες βαθμίδες (π.χ. μηχανικοί, υπομηχανικοί, εργοδηγοί, τεχνίτες ή γιατροί, νοσηλευτές, βοηθοί, τραυματιοφορείς κ.λπ.), με ώθηση, κατόπιν ενημέρωσης, προς τέτοιους επαγγελματικούς προσανατολισμούς και πάντα σύμφωνα με τις ανάγκες της αγοράς.

Ας παραμεριστούν τα «κακαρίσματα» του τύπου «όλοι δικαιούνται πρόσβαση στη δωρεάν παιδεία». Κανείς δεν τους εμποδίζει, αλλά όλοι δεν κάνουν για όλα. Ας αποδείξουν ότι δικαιούνται τη δωρεάν παιδεία, υπό τον όρο να την αξιοποιήσουν, και όχι να τη σπαταλούν με καταλήψεις ή «αιώνιες» σπουδές.

Ευτυχώς που το άσυλο νομοθετικά καταργήθηκε. Στην πράξη βέβαια θα φανεί το αποτέλεσμα. Υπάρχουν δε πολλοί τρόποι παράνομων μορφών ασύλου. Κάποιοι εντελώς άγνωστοι δημοσίως.
Ας ελπίσουμε ότι η κυρία υπουργός θα παραβλέψει το πολιτικό κόστος και θα πάρει τις σωστές αποφάσεις.
Όπου αυτό συνυπολογίζεται, μοιάζει με τη μεγάλη δόση αλατιού στο φαγητό. Δεν τρώγεται.


Σχολιάστε εδώ