Δεν σεβόμαστε αυτά που μας δίνει η ζωή
Της ΕΛΕΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ – ΛΑΜΠΡΑΚΗ
Ένα πελώριο «γιατί» πλανάται στην ατμόσφαιρα και αυτό το «γιατί» δηλητηριάζει πάντα την ίδια περίοδο: Το καλοκαίρι με μελτέμια γίνεται ένα καλοκαίρι εφιαλτικό, καθώς οι εικόνες της τηλεόρασης δείχνουν τις αδηφάγες φλόγες μιας κόλασης να εξαφανίζουν ένα καταπράσινο δάσος μέσα σε λίγες ώρες. Και αναρωτιέται κανείς:
Εμπρησμός για χάζι, έτσι για να ακούσουν τα γκαζάκια να σκάνε σαν μικρές βόμβες, ή είναι η ίδια η φύση, που μπορεί να καταστραφεί από ένα μπουκάλι πεταγμένο από σκουπίδια σωρό, που εγκαταλείπονται σε κάθε γωνιά της, από φρύγανα ξερά που ανάβουν με τις τόσο υψηλές θερμοκρασίες.
Και αναρωτιέμαι και πάλι, εμείς, ως πολίτες, πότε θα απαιτήσουμε το αίσθημα του σεβασμού σε ό,τι μας δίνει ζωή. Το αίσθημα του να σεβόμαστε το βουνό και τη θάλασσα, που ακόμα κι αυτή αποτελεί ένα μεγάλο καζάνι απορριμμάτων, με ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς πεταμένο στον βυθό της.
Καυχιόμαστε για τις θάλασσες, τα νησιά μας, τη φύση ολόκληρη και από την άλλη πλευρά την κακοποιούμε βάναυσα. Αν υπάρχουν εχθροί της ίδιας της χώρας που τους γέννησε, τότε αξίζουν κάθε είδους τιμωρία. Δεν θα ήθελα να το πιστέψω, ούτε γιατί έχουν να τα κάνουν βοσκοτόπια ούτε γιατί θέλουν να τα εκμεταλλευτούν με άλλον τρόπο.
Εκεί κάτω, στον Σίμο, στην Ελαφόνησο, πράγματι πηγαίνοντας κανείς θαυμάζει αυτήν τη λωρίδα γης, την πάλλευκη, που χωρίζει τη θάλασσα σε δύο κομμάτια, μια θάλασσα πλανεύτρα, ήρεμη, με κάτασπρη άμμο και μοναδική. Κι εκεί έκαψαν. Τι έκαψαν; Τα πουρνάρια, τους ξερούς θάμνους από θυμάρι και γέμισαν έναν τόπο με μαύρο καπνό, κάνοντάς τον αποκρουστικό, κλέβοντάς του τη χάρη, την ομορφιά μιας θάλασσας κρυμμένης, θαρρείς, μέσα στον κόλπο, ήρεμης, έτοιμης να δεχτεί τους πάντες, ανακουφίζοντάς τους από το θερμό καλοκαίρι.
Ας προσπαθήσουμε να καταπολεμήσουμε το συναίσθημα της αυτοκαταστροφής, γιατί έτσι δεν έχουμε
αντίπαλο και μπορούμε να χαρούμε τη δύναμη της ανόητης υπεροψίας μας έναντι της γης, που είναι ωστόσο ικανή με ένα απλό κούνημα των 5,2 Ρίχτερ να σε κάνει να κρυφτείς κάτω από το τραπέζι και τότε να θυμηθείς ότι είσαι ανίσχυρος μπρος σ’ αυτήν τη φύση, που σου προσφέρθηκε με όλα της τα αγαθά για να ζήσεις.