Μπορούν να ενωθούν οι προοδευτικές – δημοκρατικές δυνάμεις;

Μπορούν να ενωθούν οι προοδευτικές – δημοκρατικές δυνάμεις;


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Η. ΧΑΛΑΖΙΑ


Η συζήτηση για την ενότητα των προοδευτικών – δημοκρατικών δυνάμεων είναι αρκετά σοβαρό θέμα για τη δημοκρατική παράταξη αλλά και αρκετά δύσκολο.

Ένα πολιτικό θέμα που συζητιέται εδώ και πολλά χρόνια, πριν ακόμα από τη Μεταπολίτευση, χωρίς ακόμη να διαγράφεται κάποια σαφής στρατηγική και προοπτική. Η ένωση δεν είναι κάτι που απασχολεί μόνο τα δημοκρατικά κοινοβουλευτικά και εξωκοινοβουλευτικά κόμματα αλλά και τους πολίτες.

Ένας προβληματισμός για τη δυστοκία γύρω από την ενότητα των δημοκρατικών – προοδευτικών δυνάμεων είναι ότι ακόμη δεν έχει βρεθεί η κοινή γραμμή στρατηγικής και εννοιολογικής πολιτικής που θα πρέπει να χαραχτεί.

Το πρώτο ερώτημα για την ενότητα είναι ποιες δυνάμεις πρέπει ή μπορούν να συμμετέχουν σ’ αυτήν την κίνηση, μιας και ο όρος «δημοκρατικές – προοδευτικές δυνάμεις» έχει μεγάλη ελαστικότητα και αναφέρεται σε έναν χώρο όπου μπορεί να στεγαστεί πλήθος διαφορετικών απόψεων και ερμηνειών. Υπάρχουν όμως και άλλα αναπάντητα μέχρι στιγμής ερωτήματα: Ποιος θα είναι ο στόχος αυτής της σύ­μπραξης; Θα είναι ενιαία η θέση της κίνησης σε όλα τα θέματα, δημιουργώντας ένα μέτωπο κατά της κυβέρνησης με κοινή συμπεριφορά ή θα εκφράζονται τυπικά μόνο κάτω από την ονομασία της; Σε ορισμένα θέματα, που μπορεί να μην υπάρχει κοινή άποψη, θα διαφοροποιούνται ή θα κρατάνε στάση ανοχής;

Το θέμα της ενότητας έχει απασχολήσει το πολιτικό μας σύστημα και πριν από τη χούντα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Ένωση Κέντρου. Το αποτέλεσμα αυτής της κομματικής ένωσης με τις αποστασίες και την εξαγορά βουλευτών προβληματίζει ακόμη και σήμερα την πολιτική σκηνή.
Πολλές είναι οι κατηγορίες και σήμερα που έχουν εκτοξευτεί προς όλες τις πολιτικές προοδευτικές δυνάμεις, κομματικές ομάδες και πρόσωπα για την πολυδιάσπαση του χώρου.

Πέρα απ’ όλα αυτά, οι κομματικές και αρχηγικές αγκυλώσεις δεν πρέπει να απογοητεύσουν τον κόσμο της, αλλά να ανοίξουν έναν δημόσιο διάλογο παραμερίζοντας τις αγκυλώσεις και βάζοντας έναν βασικό άξονα, όπου θα κυριαρχεί το συμφέρον του λαϊκού κινήματος και το καλό της χώρας. Η κίνηση αυτή της ενότητας να εκφράζει τα πλαίσια της ελληνικής πραγματικότητας και όχι την εικονική, για να εξαπλωθεί, να δυναμώσει, να επανέλθει η κοινωνική συνοχή και να δώσει και πάλι την ελπίδα στον λαό.

Η κίνηση αυτή να αποτελεί μια αρχική σκέψη και θεώρηση της ενότητας αυτών των δυνάμεων, με κύριο στόχο της να είναι η εκλογική αναμέτρηση μέσο των διακυβερνητικών δυνάμεων και η κύρια θέση όχι της παλινόρθωσης των διακυβερνήσεων και της οικονομικής ελίτ που ορίζει του πολιτικούς κανόνες.

Οι ενδοταξικές διαφορές αφορούν κυρίως την τακτική που ακολουθείται για την εξυπηρέτηση των ίδιων συμφερόντων και όχι τη στρατηγική προοδευτικών πατριωτικών δυνάμεων, που πάντα μπορούν να βρουν τρόπο συνεννόησης και να υπηρετήσουν τα εθνικά συμφέροντα.

Όταν κάποιος προσπαθεί να αξιολογήσει τις πολιτικές δυνάμεις και τις δυνατότητες σε μια χώρα, για να διαμορφώσει την κατάλληλη στρατηγική πρέπει να κάνει την ανάλυση με άξονα τα συγκεκριμένα συμφέροντα των τάξεων ή στρωμάτων που εκπροσωπεί ο κάθε πολιτικός φορέας και όχι με άξονα τις προθέσεις και τη θέληση που μπορεί να έχουν ή αποδίδονται ότι διαθέτουν συγκεκριμένα ανεξάρτητα πρόσωπα από τον πολιτικό φορέα στον οποίο ανήκουν.

Έτσι, μιλώντας πάντα για ενότητα των προοδευτικών – δημοκρατικών δυνάμεων, όσο πλατιά και αόριστη ερμηνεία μπορεί να δοθεί στην έννοια «προοδευτικές δυνάμεις», αυτές δεν μπορεί να στεγάσουν συντηρητικές και αυταρχικές ιδέες. Το ερώτημα που μπαίνει πολλές φορές είναι πώς θα αντιδράσουν οι φίλοι και τα μέλη των προοδευτικών δυνάμεων σε μια τέτοια κίνηση.

Αυτό όμως που πρέπει να αποτελεί τον γνώμονα στην όποια συζήτηση για την ενότητα των προοδευτικών-δημοκρατικών δυνάμεων είναι το συμφέρον του λαού και της χώρας μόνο.

Μπορεί σήμερα το συμφέρον των πολιτικών φορέων ή ακόμη και οι προσωπικές φιλοδοξίες να μην ευνοούν την ενότητα. Αυτό δεν έχει σημασία. Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι αν η ενότητα εξυπηρετεί το συμφέρον της πατρίδας. Κι αν αυτά τα συμφέροντα, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, είναι μέρος της ίδιας στρατηγικής όλων των φορέων και αν υπάρχει ταύτιση για την εφαρμογή τους και όχι να βλέπουν τι εξυπηρετεί τους κομματικούς μηχανισμούς.

Με τους σημερινούς πολιτικούς φορείς η διάκριση αυτή δεν είναι σαφής. Η κίνηση για την ενότητα πρέπει να γίνει μεταξύ της οικονομικής ολιγαρχικής ελίτ, των πολιτών και των πολιτικών, με αίτημα των πολιτών για την ανεξαρτησία των πολιτικών από τις ελίτ, ώστε να μη συναποφασίζονται εν αγνοία του λαού.

Για να υπάρξει η ενότητα και να είναι στέρεα, πρέπει να ξεκινήσει ένας δημόσιος διάλογος, να παραμεριστούν τα «εγώ» και να εφαρμοστεί το «εμείς», πάνω σε ειλικρινείς θέσεις, που θα εφαρμόζονται, για να ακολουθήσει ο λαός.


Σχολιάστε εδώ