Η φύση προειδοποιεί, αλλά κανενός δεν ιδρώνει το αυτί…
Της ΕΛΕΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ – ΛΑΜΠΡΑΚΗ
Ένα φαινόμενο εξαιρετικά επικίνδυνο και τόσο ακραίο είναι η εκδίκηση της φύσης, που καμιά ανθρώπινη δύναμη δεν μπορεί να αντιμετωπίσει. Και πώς να μην εκδικηθεί, όταν, χρόνια τώρα, αδιαφορούμε εμείς οι ίδιοι για το περιβάλλον που ζούμε.
Τόνοι σκουπιδιών αφήνονται στις άκρες δρόμων, κοντά σε δάση, μολύνουν τον αέρα που αναπνέουμε και μπορεί για μήνες να βρίσκονται εκεί και να αυγατίζουν. Δηλαδή, αυτό που μας ενδιαφέρει είναι να διώξουμε μακριά από το σπίτι μας ό,τι ενοχλητικό, θαρρείς και ζούμε σε μια άλλη χώρα. Και βέβαια αυτό δεν συμβαίνει μόνο στη δική μας γη.
Υπάρχουν οι μεγάλοι ρυπαντές, με τα εργοστάσια παραγωγής προϊόντων ευρείας κατανάλωσης, που ωστόσο αδιαφορούν για το αν η αλόγιστη χρήση υποπροϊόντων, για μεγαλύτερη παραγωγή και κέρδος, και οι λευκές στήλες καπνού μολύνουν τον αέρα και το νερό, τις θάλασσες και τα ποτάμια, ενώ ρυπαίνουν και τη γη. Και η γη αγωνίζεται να προσφέρει τους καρπούς της, αμυνόμενη, πληγωμένη από τις απανωτές ριπές βροχής μες στο κατακαλόκαιρο, με χαλάζι που μοιάζει με μπαλάκι του τένις.
Τώρα βάλθηκαν να εξάγουν από τη θάλασσα πετρέλαιο και φυσικό αέριο και τρυπούν όλο και πιο βαθιά την καρδιά της γης, που όταν θα έρθει η ώρα να αντιδράσει, θα καταστρέψει κάθε ζωντανό οργανισμό. Οι πάγοι στους πόλους λιώνουν, το νερό κατακλύζει τη στεριά και οι άνθρωποι το βιολί τους.
Ποιος θα πάρει τα περισσότερα από ένα νησί που ζει και υπάρχει μέσα σε ένα γαλάζιο πέλαγος, μια πινελιά μέσα στην απεραντοσύνη της Μεσογείου. Άφρονες ηγέτες, ψευτοπαλικαράδες, που με ένα κούνημα της γης κρύβονται κάτω από το τραπέζι. Και απειλές, προκλήσεις ότι είναι ισχυροί, υπεροπλισμένοι, δυνατοί, όμως ανίκανοι εμπρός σε μια φύση που φαίνεται ότι έχει καρδιά, παλμό, πονά, αντιδρά.
Η εικόνα που εντελώς τυχαία είδα σε ένα κανάλι με έκανε να συγκινηθώ και να προσπαθώ να καταλάβω πώς ένα σαλάχι τεράστιο έδειξε την ευγνωμοσύνη του στους δύτες που κολυμπούσαν μαζί του. Τους έδειχνε την κοιλιά του μέχρι να αντιληφθούν τα αγκίστρια που ήταν επάνω του και όταν του τα έβγαλαν –το πιστεύετε;– άνοιξε τα τεράστια πτερύγια και αγκάλιασε με τόση αγάπη τον δύτη, ως μια απίστευτη ανταπόκριση στη βοήθεια που του πρόσφεραν.
Έμεινα άφωνη, έχει αυτό το πελώριο ασπόνδυλο αισθήματα, νιώθει; Ρωτούσα και ξαναρωτούσα τον ίδιο μου τον εαυτό, η στοργική του αγκαλιά έδειχνε την ευγνωμοσύνη ενός ανθρώπου που τον βοηθάς να απαλλαγεί από τον πόνο. Μέρες το θυμόμουν και ανατρίχιαζα με τη σκέψη ότι η γη κάνει πολύ υπομονή, αντιλαμβάνεται, πονάει, συνθλίβεται με κρουστά μηχανήματα. Αν, όμως, κάποτε θυμώσει, τι θα γίνει; Θα μας στείλει από ‘κει που ήρθαμε, για να απαλλαγεί από τη φθορά και τις ατελείωτες πληγές που της έχουμε ανοίξει. Εκείνη προειδοποιεί, αλλά κανενός δεν ιδρώνει το αυτί. Εδώ πνιγόμαστε και αυτοί προκαλούν και εκβιάζουν ο ένας τον άλλον.
Στήνουν το σκηνικό του πολέμου, αψηφώντας τις ανθρώπινες απώλειες. Στήνουν ολόκληρη σειρά πολεμικών πλοίων και κραυγάζουν σαν τα κοράκια, δεν σκέπτονται ότι μπορεί η μπουκιά που κρατούν να πέσει από το στόμα τους έτσι που αλαλάζουν και πιέζουν έναν λαό ότι θα τον λιανίσουν. Ποιον λαό, τους Κούρδους, σάρκα από τη σάρκα τους, που κι αυτοί με τον πρώτο διωγμό κατέφυγαν στην «Αγία Ελλάδα», τη μάνα των λαών όλου του κόσμου. Μια Ελλάδα που, ό,τι και να κάνουν, την ευλόγησε ο Θεός να υπάρχει και θα υπάρχει πάντα…
Φωτό: skai.gr