ΕΙΣ ΤΟ ΠΥΡ ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΟΝ, ΦΙΛΟΙ, ΦΩΤΙΕΣ ΔΕΝ ΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΚΥΛΟΙ

ΕΙΣ ΤΟ ΠΥΡ ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΟΝ, ΦΙΛΟΙ, ΦΩΤΙΕΣ ΔΕΝ ΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΚΥΛΟΙ

Ήτανε γέρος κι άκληρος
καί πλήρωνε τά πάντα
τό Κράτος τόν αγνόησε
τόν πέταξε στήν πάντα.
•••
Ζούσε μέσα στήν ερημιά
μέ λύκους κι αλεπούδες
καί κάπου-κάπου έρχονταν
κάτι γλυκιές αρκούδες.
•••
Δέν ήταν άγριες πολύ
ρούχα καλά φορούσαν
καί έδειχναν στό γέροντα
ότι τόν συμπονούσαν.
•••
Τού έδιναν στό πού καί πού
καί λίγο χαρτζιλίκι
γιά νά γλιτώσει ο έρημος
από τό νταϊλίκι.
•••
Τό νταϊλίκι τών σκληρών
γιά ΦΠΑ καί ρεύμα,
ζούσε στό σκότος τών καιρών
χωρίς ούτε ένα κέρμα.
•••
Περνούσανε τόν Αύγουστο
μόνο κάτι παπάδες
μέ τίς εικόνες αγκαλιά
καί πίσω οι ψαλτάδες.
•••
Τού έριχναν καμιά μπουκιά
καί λίγη ευλογία
στήν μνήμη πού γιορτάζανε
-στήν Άγια Παναγία.
•••
Ο δυστυχής ο γέροντας
πάντα ευχαριστούσε
έμπαινε στό κονάκι μου
πρίν νά λιγοθυμούσε.
•••
Άναβε τό κεράκι του
κι ο δόλιος προσευχόταν
μπροστά σ’ ένα εικόνισμα
καί τρώγοντας ευχόταν,
•••
τό Κράτος του νά βυθιστεί
μήπως κι αυτός γλιτώσει
πρίν κάποιονε πολιτικό
μέ πίκρα θανατώσει.
•••
Μία ζωή στά πέλαγα
γύριζε δώθε πέρα
διά τήν οικογένεια
-μητέρα καί πατέρα.
•••
Όταν εκείνοι πέθαναν
γύρισε στό χωριό του
στήν ερημιά τής εξοχής
στό ένα πατρικό του.
•••
Η σύνταξή του κόπηκε
γιατί στά όρη επάνω
πού νά τόν βρουν οι κόρακες
-άχ τό μυαλό μου χάνω.
•••
Στό τέλος τής εφήμερης
ζωής όπου υπηρετούσε
άκουσε ένα περπάτημα
κι η πόρτα πού βροντούσε.
•••
Ήταν αρκούδες φιλικές
καί κάναν συμφωνία
αυτοί νά βάλουν τά λεφτά
κι αυτός τήν λιτανεία
•••
Όπου, σημαίνει τίς φωτιές
εκείνος νά ανάψει
κι εκείνοι υποσχέθηκαν
ουδείς νά τόν πειράξει.
•••
Ο Γέροντας τά έχασε
αλλά η πείνα δέρνει
καί τήν γλιτώνει ο σοφός
πού τούς παράδες παίρνει.
………………………………….
Ο Κόσμος γεννήθηκε απ’ τήν πυρά
καί μέ αυτήν θά τελειώσει!
Η ζούγκλα τού Ταρζάν καί οι μαϊμούδες
ήταν ταινία, τώρα έχουμε
τήν ζούγκλα τών ορέων.


 
Απολαύστε περισσότερο Φιοράντε  ΕΔΩ


Σχολιάστε εδώ