Πρόεδρος ΕΒΕΠ: “Αβάσιμοι” οι λόγοι αντίδρασης στις τρεις “βάσιμες” αλλαγές στα εργασιακά
Στην κατάργηση τριών διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας, που αφορούν στη θεσμοθέτηση του βάσιμου λόγου απόλυσης στο εθνικό δίκαιο, τη συνυπευθυνότητα μεταξύ αναθέτοντος την εκτέλεση εργασίας ή έργου και του εργολάβου ή υπεργολάβου, για την τήρηση της εργατικής νομοθεσίας, καθώς και τις αλλαγές στις ημερομηνίες στην περίπτωση της συμφιλιωτικής διαδικασίας, ορθώς προχώρησε το υπουργείο Εργασίας. Με τροπολογία που κατατέθηκε στο πολυνομοσχέδιο καταργούνται από την έναρξη ισχύος τους και εφεξής, οι διατάξεις:
α) του νόμου 4554 του 2018 που προβλέπουν την ευθύνη αναθέτοντος εργολάβου και υπεργολάβου έναντι των εργαζομένων. Με το άρθρο 9 του Ν. 4554/2018 επιχειρήθηκε ανεπιτυχώς να αντιμετωπιστούν προβλήματα εργασιακών σχέσεων στις κάθε είδους συμβάσεις εξωτερίκευσης υπηρεσιών μιας επιχείρησης προς τρίτους (outsourcing).
Η ποικιλία των συμβάσεων αυτών, η πολυπλοκότητα και η δυναμική τους, όμως, δεν επιτρέπει τον εντοπισμό αλληλέγγυας ευθύνης μεταξύ αναθέτοντος την εκτέλεση υπηρεσίας ή έργου και του παρόχου αυτής με μέσα και προσωπικό που διαθέτει ο πάροχος.
Για τον λόγο αυτό, η κυβέρνηση θεωρεί πως η διάταξη πρέπει να καταργηθεί ώστε να είναι σαφής η ευθύνη του εργοδότη έναντι των εργαζομένων που αυτός απασχολεί, ανεξαρτήτως των συμβατικών σχέσεων που αναπτύσσει ο εργοδότης με τρίτους ως επιχειρηματίας.
β) του νόμου 4611 του 2019 που θεσμοθετούν τον βάσιμο λόγο ως σωρευτικό κριτήριο για το έγκυρο της καταγγελίας της εργασιακής σχέσης εργαζόμενου. Για την περίπτωση του άρθρου 48 του Ν.4611/2019 που ψηφίστηκε λίγο πριν από τη διεξαγωγή των ευρωεκλογών τον Μάιο του τρέχοντος έτους, η κυβέρνηση αναφέρει πως πρέπει να καταργηθεί, γιατί ανατρέπει την ισορροπία της εθνικής νομοθεσίας σε σχέση με την προστασία των εργαζομένων σε περίπτωση απόλυσης. Επίσης, το υπουργείο Εργασίας εκτιμά πως η σχετική διάταξη αλλά και αυτή του άρθρου 58 που επίσης καταργείται, δεν είναι ευθύγραμμες και συνεπείς με το πνεύμα και το γράμμα του άρθρου 24 του Αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, που κυρώθηκε με τον Ν. 4359/2016.
γ) επίσης του νόμου 4611 του 2019 για την αναστολή προθεσμιών κατά τη συμφιλιωτική διαδικασία και τη διαδικασία επίλυσης εργασιακών διαφορών. Οσον αφορά στην κατάργηση του άρθρου 58 του νόμου που ψηφίστηκε τον περασμένο Μάιο, η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η αναστολή της αποσβεστικής προθεσμίας για την άσκηση της προβλεπόμενης από τον νόμο αγωγής για ακυρότητα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, δημιουργεί χρονική αβεβαιότητα και επομένως παράταση της άσκησης του δικαιώματος του εργαζόμενου με αίτημα την ακυρότητα της απόλυσής του, ή την καταβολή ή τη συμπλήρωση της νόμιμης αποζημίωσης απόλυσης, γεγονός που οδηγεί σε ανασφάλεια δικαίου.άρθρο 58 ν. 4611/2019).
Ο πρόεδρος του ΕΒΕΠ & ΠΕΣΑ Βασίλης Κορκίδης δήλωσε στα ΜΜΕ σχετικά με το θέμα:
«…Το Υπουργείο Εργασίας αιτιολόγησε τη κατάργηση των τριών διατάξεων, αναφέροντας ότι στα στοιχεία του Ιουλίου του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ αποτυπώνονται οι επιπτώσεις όσων ψηφίστηκαν λίγο πριν από τις Ευρωεκλογές.
Όπως δείχνει η ΕΡΓΑΝΗ, τον Ιούλιο αυξήθηκαν οι ελαστικές μορφές απασχόλησης και χάθηκαν 14.691 θέσεις εργασίας κυρίως από τις συγκεκριμένες εργασιακές διατάξεις. Αυτή η εξέλιξη έπρεπε σίγουρα να αλλάξει χωρίς καθυστέρηση, αλλά λόγω των συνταξιοδοτικών διατάξεων έπρεπε να περάσει και από το Ελεγκτικό Συνέδριο.
Η Ελλάδα με απόφαση της Βουλής το 2016 έχει ενσωματώσει στο εθνικό της Δίκαιο και τον Αναθεωρημένο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη. Στην περίπτωση απόλυσης εργαζομένου υπήρχαν πάντα δύο επιλογές: Είτε ο «βάσιμος λόγος απόλυσης» χωρίς αποζημίωση, είτε η καταβολή αποζημίωσης στον εργαζόμενο χωρίς «βάσιμο λόγο απόλυσης». Τον περασμένο Μάιο, όμως ψηφίστηκε διάταξη σύμφωνα με την οποία περιορίστηκε σε μόνο μία επιλογή: Η καταγγελία της σύμβασης να γίνεται μόνο για «βάσιμο λόγο».
Η ρύθμιση αυτή όχι μόνο δεν είναι «φιλεργατική», αλλά λειτουργεί εναντίον των εργαζομένων, καθώς καθιστά δύσκολη τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και φέρνει τους ήδη εργαζόμενους σε χειρότερη θέση, αφού αυτός που απολύεται στιγματίζεται για τον υπόλοιπο εργασιακό του βίο. Εάν ο τρόπος της κοινοβουλετικής διαδικασίας θα έπρεπε να είναι διαφορετικός από τη γρήγορη λύση της τροπολογίας είναι άλλοι αρμόδιοι να το κρίνουν.
Όμως τα λάθη στην αγορά εργασίας δεν διορθώνονται με νέα λάθη, ούτε με καθυστερήσεις, απαιτούν άμεσες αποφάσεις και ενέργειες, όπερ και εγένετο…»