ΤΑ ΕΞ ΑΜΑΞΗΣ ΑΝ ΤΟ ΨΑΞΕΙΣ

ΤΑ ΕΞ ΑΜΑΞΗΣ ΑΝ ΤΟ ΨΑΞΕΙΣ

Ο αμαξάς πάντα εκεί
κι η άμαξα γεμάτη
αυτόν τόν έλεγαν σκορπιό
κι εμέ ζαχαροπλάστη.
•••
Κρατούσε το μαστίγιο
καί χτύπαγε αβέρτα
όλοι εμείς στήν παγωνιά
κι αυτός χρυσή κουβέρτα.
•••
Εμείς στό μεροκάματο
κι αυτός στήν παραλία
μετρούσε αδιάντροπα
τά λατρευτά του πλοία.
•••
Τόν λέγαν όλοι Αμαξά
κι αυτός χαμογελούσε
τήν ώρα πού η φτωχολογιά
τήν πείνα της μετρούσε.
•••
Είχε καί ελικόπτερο
γιά ύψη καί γιά βάθη
σέ άλλους όμως χρέωνε
τά λάθη καί τά πάθη.
•••
Δέν ήταν άνθρωπος κακός
γενιάς ήτανε γόνος
μά δέν τόν άγγιζε ποτέ
τό δίκιο καί ο πόνος.
•••
Ένιωθε ώς θεόσταλτος
ώς άγγελος Κυρίου
κρύπτης καί ασυλλόγιστος
σέ θέσεις μυστηρίου.
•••
Η αμοιβή ήταν γι’ αυτόν
μιά θέση τραπεζίτη
από τή Θράκη άρχιζε
καί έφτανε στήν Κρήτη.
•••
Έδωσε κάτι ψίχουλα
σέ μιά φτωχή γυναίκα
καί γιά τήν πράξη του αυτή
βραβεύτηκε με 10.
(…)
Ωραίος ειν’ ο κόσμος μας
φτάνει νά μήν τόν ζήσεις
καλύτερα τόν Σατανά
μέ δάκρυα νά ποτίσεις.
•••
Ζούμε σέ μίαν άβυσσο
μέ πλαστικά λουλούδια
μέ τσαρλατάνους αρχηγούς
καί πληκτικά τραγούδια.
•••
Χαίρε πανούργε Ουρανέ
καί τράπεζα γλυκιά μου
εσείς παιδάκια τού χρυσού
κι εγώ παιδί τής άμμου.
……………………………………………….
«Χίλιοι μαστόροι εκτίζανε
της Άρτας το γυοφύρι
ολημερίς εκτίζανε,
κι από βραδίς γκρεμιέται…»
ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΕΘΝΙΚΑ
ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΜΑΝΟΥΣΟΥ, 1850.


 
Απολαύστε περισσότερο Φιοράντε  ΕΔΩ


Σχολιάστε εδώ