Αναμένοντας τον προϋπολογισμό του 2020
Σύμφωνα με τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού στις προγραμματικές δηλώσεις, τόσο για το τρέχον έτος, όσο και στον προϋπολογισμό για το 2020 δεν θα διαταραχθεί η δημοσιονομική ισορροπία, ούτε θα αμφισβητηθούν οι στόχοι των πρωτογενών πλεονασμάτων της προηγούμενης κυβέρνησης. Δηλαδή ο στόχος παραμένει στο 3,5%. Παράλληλα, ο πρωθυπουργός εξήγγειλε την οριζόντια μείωση του ΕΝΦΙΑ από το 2019, και όχι από το 2020, όπως είχε προαναγγείλει στην προεκλογική περίοδο, μεσοσταθμικά κατά 22%. Αυτό μεταφράζεται σε κόστος περίπου 650 εκατ. ευρώ ή 0,3% του ΑΕΠ.
Επίσης, από το 2019 βελτιώνεται και η ρύθμιση των 120 δόσεων για οφειλές στο Δημόσιο. Βασικός στόχος είναι να μπουν στη ρύθμιση περισσότεροι και να παραμείνουν σε αυτήν. Και αυτό θα γίνει με μικρότερη ελάχιστη μηνιαία δόση, ευνοϊκότερα κριτήρια υπαγωγής και κίνητρα παραμονής στη ρύθμιση.
Συγκεκριμένα:
– Η ελάχιστη μηνιαία καταβολή μειώνεται από τα 30 στα 20 ευρώ.
– Το επιτόκιο για νοικοκυριά και επιχειρήσεις μειώνεται από 5% σε 3%.
– Ανοίγει η ρύθμιση για όλες τις επιχειρήσεις και τα νομικά πρόσωπα με βασική οφειλή μέχρι 1 εκατ. ευρώ.
– Αναστέλλονται οι κατασχέσεις και τα μέτρα αναγκαστικής είσπραξης για όσους εντάσσονται και παραμένουν στη ρύθμιση.
– Θεσπίζεται νέα πάγια ρύθμιση από 12 έως 24 δόσεις για όσους έχουν δυσκολίες στην εξυπηρέτηση των οφειλών τους στο Δημόσιο.
Οι δύο αυτές ενέργειες δείχνουν ότι με τα συγκεκριμένα μέτρα δεν πρόκειται να υπάρξει, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του οικονομικού επιτελείου της νέας κυβέρνησης, απόκλιση από τον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2019, σε αντίθεση με τις εκτιμήσεις της ΕΕ και της ΤτΕ, που θεωρούσαν (θεωρούν ακόμη;) ότι με τα μέτρα που είχαν ψηφισθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση (και τα οποία είχε ψηφίσει η τότε αντιπολίτευση) το πρωτογενές πλεόνασμα θα έφθανε στο ύψος του 2,9%.
Συνεπώς, φαίνεται να επιβεβαιώνονται οι εκτιμήσεις της προηγουμένης κυβέρνησης, ότι παρά τα μέτρα του Μαΐου του 2019 ο προϋπολογισμός θα εκτελεστεί κανονικά και θα επιτευχθεί ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5%.
Καθοριστική αναμένεται ότι θα είναι η επίπτωση της ρύθμισης των 120 δόσεων. Με τις αλλαγές που ανακοινώθηκαν το υπουργείο Οικονομικών θέλει να αυξήσει τον αριθμό των οφειλετών που θα συμμετέχουν στη διαδικασία, εκτιμώντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα τονώσει και τα δημόσια έσοδα.
Με την ένταξη των νομικών προσώπων στη ρύθμιση αλλά και τις βελτιωτικές κινήσεις για τα φυσικά πρόσωπα το οικονομικό επιτελείο εκτιμά ότι τα έσοδα που θα συγκεντρωθούν μέχρι το τέλος του έτους μπορούν να προσεγγίσουν το μισό δισ. ευρώ, έναντι μόλις 140 – 150 εκατ. ευρώ που έχουν εισπραχθεί μέχρι τώρα.
Πρέπει να σημειωθεί ότι σε δημοσιονομικό επίπεδο δεν παίζουν ρόλο μόνο οι εισπράξεις της ρύθμισης, αλλά το ύψος των χρημάτων που θα συγκεντρωθούν συνολικά από τις ληξιπρόθεσμες οφειλές των προηγούμενων ετών. Στον προϋπολογισμό του 2019 έχει εγγραφεί πρόβλεψη για την είσπραξη περίπου 5,5 δισ. ευρώ. Αν συγκεντρωθεί μεγαλύτερο ποσό, τότε δημιουργείται ένα «απόθεμα» για τη χρηματοδότηση και της πρόσθετης έκπτωσης του ΕΝΦΙΑ, η οποία θα επιβαρύνει τον φετινό προϋπολογισμό με επιπλέον 270 εκατ. ευρώ. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η έντονη διαφορά της ΕΕ όσον αφορά την επίτευξη του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2019 συνίσταται ακριβώς στην αποτελεσματικότητα της ρύθμισης των 120 δόσεων.
Τώρα, το ενδιαφέρον του οικονομικού επιτελείου, μετά την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, μετατοπίζεται στον σχεδιασμό του προϋπολογισμού του 2020.
Η εκτέλεση του φετινού προϋπολογισμού μέσα στους επόμενους μήνες θα είναι καθοριστική για την πορεία των διαπραγματεύσεων με τους «θεσμούς». Ακόμη, όμως, και αν ο προϋπολογισμός του 2019 εκτελεστεί ομαλά, οι δυσκολίες για τον προϋπολογισμό του 2020 θα είναι πολλές. Συγκεκριμένα:
1. Στο φορολογικό νομοσχέδιο του Σεπτεμβρίου θα ενσωματωθεί η μείωση του κατώτερου συντελεστή της φορολογικής κλίμακας από το 22% στο 9% και δεν πρόκειται να μειωθεί το αφορολόγητο από τα 8.600 ευρώ που είναι σήμερα. Αυτές οι δύο δηλώσεις μεταφράζονται σε πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος περίπου 2,5 δισ. ευρώ για τον προϋπολογισμό του 2020, καθώς μόνο η διατήρηση του αφορολόγητου κοστίζει 1,9 δισ. ευρώ, ενώ περίπου 500 – 600 εκατ. ευρώ θα κοστίσει και η μείωση της παρακράτησης φόρου για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους.
2. Όπως υποστήριξε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν θεωρεί ότι το ποσό που μοιράστηκε στους συνταξιούχους τον Μάιο συνιστά 13η σύνταξη, ωστόσο δεσμεύτηκε ότι θα υπάρξει οικονομική ενίσχυση της συγκεκριμένης κοινωνικής τάξης και το 2020. Το συγκεκριμένο μέτρο κοστίζει 830 εκατ. ευρώ.
3. Τα μέτρα του ΦΠΑ έχουν δημοσιονομικό κόστος 650 εκατ. ευρώ για το 2020, καθώς οι μειωμένοι συντελεστές θα ισχύσουν για το σύνολο του έτους.
4. Η μείωση του φορολογικού συντελεστή για τα επιχειρηματικά κέρδη στο 24% θα αφορά τα κέρδη του 2019, άρα ο προϋπολογισμός του 2020 χρειάζεται επιπλέον περίπου 800 εκατ. ευρώ για τη χρηματοδότηση και αυτού του μέτρου.
5. Η έκπτωση του ΕΝΦΙΑ θα φτάσει στο 30% του χρόνου, άρα απαιτούνται επιπλέον 280 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2019.
Το ερώτημα που προκύπτει αφορά το πώς θα χρηματοδοτηθούν αυτά τα μέτρα.
Για τις συγκεκριμένες απαντήσεις θα πρέπει να περιμένουμε τον νέο προϋπολογισμό του 2020. Πάντως, σύμφωνα με όσα έχουν αναφερθεί, η κυβέρνηση αναμένει υπεραπόδοση στο πρωτογενές πλεόνασμα το 2020 (δηλαδή υπερπλεόνασμα πάνω από το 3,5%), που θα βοηθηθεί από τη μείωση στο σκέλος των δαπανών (ποιες;) και από τον υψηλότερο ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας. Ας περιμένουμε, όμως, πρώτα τον προϋπολογισμό και έπειτα θα κρίνουμε.