Οι στόχοι του Σουλτάνου, τα όπλα της Λευκωσίας και της Αθήνας
Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ
-Η «ώρα της κρίσης» για τα παιχνίδια του Ερντογάν σε Κύπρο και Αιγαίο
-Ο κ. Ερντογάν με την ισχύ και την πειρατική πολιτική επιχειρεί να κερδίσει διά της βίας αυτό που η γεωγραφία δεν χάρισε στην Τουρκία, ενεργειακούς πόρους
Σ ε μια νέα, λεπτή, ευαίσθητη και με πολλές ευκαιρίες αλλά και κινδύνους περίοδο εισέρχονται οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, καθώς εκτός της έντασης που προκαλεί ο κ. Ερντογάν προκειμένου να δημιουργήσει τετελεσμένα στην Ανατολική Μεσόγειο, η Τουρκία νιώθει πλέον στριμωγμένη και στην Κεντρική Μεσόγειο, όπου η Ελλάδα, με καθυστέρηση δεκαετιών, ξεκινά την αναζήτηση υδρογονανθράκων εκτός των χωρικών υδάτων της, νοτιοδυτικά της Κρήτης.
Στην Ανατολική Μεσόγειο η Τουρκία έχει διττό στόχο: Να μην επιχειρηθεί από την Ελλάδα η ανατροπή του status quo με την ανακήρυξη ΑΟΖ ή την επέκταση των χωρικών υδάτων και στην Κύπρο, εφόσον δεν μπορεί εύκολα πλέον να ανατραπεί και να διακοπεί το ενεργειακό πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, στόχος είναι η δημιουργία τετελεσμένων, ώστε να οδηγηθεί η Λευκωσία σε επανέναρξη των συνομιλιών, όπου πλέον βασική παράμετρος θα είναι και το ενεργειακό.
Στο Αιγαίο και μέχρι το Καστελλόριζο η Τουρκία έχει επιτύχει τον στόχο της καθώς η κυβέρνηση, με επιπολαιότητες όπως εκείνες του κ. Καμμένου, που σε κάθε επίσκεψη στο Καστελλόριζο ή στη Ρόδο υποσχόταν σύντομη ανακήρυξη ΑΟΖ, αλλά και με το γεγονός ότι και ο κ. Τσίπρας έβαλε στο ράφι την αναγγελία για επέκταση των χωρικών υδάτων στο Ιόνιο, έδωσε την εντύπωση ότι υποκύπτει στις απειλές και τους εκβιασμούς της Τουρκίας. Συνεπώς, έτσι θεωρεί ότι «αγόρασε» από τον κ. Ερντογάν την εξασφάλιση της μη πρόκλησης «θερμού επεισοδίου» ή εισβολής με γεωτρύπανο, αντίστοιχης αυτής που επιχειρεί στην Κύπρο.
Τόσο από τη συνάντηση του κ. Τσίπρα με τον Ταγίπ Ερντογάν, στην Άγκυρα τον Φεβρουάριο, όσο και του κ. Κατρούγκαλου και του κ. Αποστολάκη με τους ομολόγους τους Μεβλούτ Τσαβούσογλου και Χουλουσί Ακάρ ήταν προφανές ότι το μόνο που επεδίωκε η ελληνική πλευρά ήταν να εξασφαλίσει εγγυήσεις ότι δεν θα στηνόταν ένα επεισόδιο σε μια μακρά, όπως φαινόταν τότε, προεκλογική περίοδο, η οποία θα ολοκλήρωνε την καταστροφική εικόνα που επιδείκνυε ήδη η κυβέρνηση σε ό,τι αφορά τη διαχείριση κρίσεων αλλά και των εθνικών θεμάτων.
Έτσι, οι περισσότερες βαρύγδουπες δηλώσεις και ανακοινώσεις, ότι «δεν θα επιτρέψουμε γεώτρηση στο Καστελλόριζο», οι διαρροές για σχέδια… βύθισης του «Γιαβούζ» και άλλα τέτοια, γίνονται εκ του ασφαλούς, καθώς, όπως φαίνεται, και διαβεβαιώσεις είχαν δοθεί, αλλά και κανένα στοιχείο δεν υπήρχε από τουρκικής πλευράς ότι το γεωτρύπανο θα πλεύσει σε ελληνική υφαλοκρηπίδα. Αντιθέτως, από την πρώτη στιγμή η Άγκυρα, σε όλα τα επίπεδα, ήταν σαφής ότι στοχεύει στην παρούσα φάση την Ανατολική Μεσόγειο και την Κύπρο.
Πάντως, μετά την υπογραφή, την Πέμπτη, των συμφωνιών για την παραχώρηση των οικοπέδων νοτιοδυτικά της Κρήτης στις ExxonMobil, Total και ΕΛΠΕ για έρευνες υδρογονανθράκων, δεν θα πρέπει να αποκλεισθεί κάποια τουρκική αντίδραση. Και αυτό διότι η Τουρκία εδώ και μια δεκαετία έχει προβάλει την ανυπόστατη αξίωση, βάσει της οποίας για κάθε οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών στη Μεσόγειο απαιτείται συμφωνία όλων των παράκτιων χωρών. Πολύ περισσότερο όμως η Τουρκία είχε αντιδράσει στη γνωστή ως «τροπολογία Μανιάτη», καθώς ο τότε υπουργός Γιάννης Μανιάτης (2011) εισήγαγε την τροπολογία βάσει της οποίας κατέστη δυνατή η οριοθέτηση των οικοπέδων που την Πέμπτη ανατέθηκαν στους δύο πετρελαϊκούς κολοσσούς για έρευνες.
Σύμφωνα με την τροπολογία αυτή, η Ελλάδα, σε περίπτωση μη οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών της, προκειμένου να εκμεταλλευθεί τους φυσικούς πόρους της, θεωρεί ως εξωτερικό όριο των ζωνών της και μέχρις ότου υπάρξει οριοθέτηση τη μέση γραμμή. Αυτή η νομοθετική ρύθμιση, η οποία έχει κατατεθεί στον ΟΗΕ, είχε προκαλέσει εντονότατες αντιδράσεις από την Τουρκία, τόσο με ρηματική διακοίνωση στον ΟΗΕ, όσο και σε διμερές επίπεδο, με την ανταλλαγή εντονότατων ανακοινώσεων.
Συνεπώς, δεν θα αποτελούσε έκπληξη κάποια αντίδραση είτε από την Τουρκία είτε από τη φιλική προς το καθεστώς Ερντογάν, επίσημα αναγνωρισμένη λιβυκή κυβέρνηση. Όμως πλέον η Ελλάδα –που ακολουθεί, με καθυστέρηση μίας δεκαετίας τουλάχιστον, την Κύπρο– εντάσσοντας πετρελαϊκούς κολοσσούς στην ελληνική υφαλοκρηπίδα κάνει ένα βήμα πιο μπροστά και δημιουργεί αναχώματα στις τουρκικές επιδιώξεις.
Σε ό,τι αφορά την Κύπρο, η Τουρκία διαπιστώνει ότι δεν μπορεί να ανατρέψει τον ενεργειακό σχεδιασμό, στον οποίο συμμετέχουν κολοσσοί, όπως η ExxonMobil, Total και ΕΝΙ. Και έχει ένα ακόμη σημαντικό πρόβλημα, καθώς η προσπάθειά της να αμφισβητήσει στο παρελθόν τα οικόπεδα της κυπριακής ΑΟΖ την οδήγησε στην αμφισβήτηση των διεθνών συμφωνιών με βάση τις οποίες έχουν οριοθετηθεί, συμφωνίες που έχει συνάψει η Κυπριακή Δημοκρατία με την Αίγυπτο και το Ισραήλ.
Εκ των πραγμάτων, η αμφισβήτηση αυτών των συμφωνιών θα απαντηθεί όχι μόνο από τη Λευκωσία, αλλά και από την Αίγυπτο και το Ισραήλ, που αυτήν τη στιγμή φαίνονται να είναι οι πιο εχθρικές προς την Τουρκία χώρες της περιοχής.
Αλλά και η Ουάσινγκτον, η οποία πήρε θέση υπέρ του δικαιώματος της Κύπρου να πραγματοποιεί έρευνες στην ΑΟΖ της, έχει πρακτικά θέσει «κόκκινη γραμμή» στην Τουρκία, όμως δεν θα πρέπει να παραβλέπεται η σταθερή επίσης επωδός ότι τα έσοδα των υδρογονανθράκων θα πρέπει να μοιραστούν δίκαια μεταξύ των δύο κοινοτήτων στο πλαίσιο μιας συνολικής λύσης του Κυπριακού.
Αυτή η διατύπωση αφήνει περιθώρια παρερμηνειών, καθώς από τουρκικής πλευράς ερμηνεύεται ότι τίθεται η λύση ως προϋπόθεση για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων.
Πάντως, όσο κι αν είναι εντελώς παρακινδυνευμένη η επιλογή του κ. Αναστασιάδη να στείλει νέα επιστολή στον ΓΓ του ΟΗΕ κ. Γκουτιέρες, δηλώνοντας έτοιμος για επανέναρξη των συνομιλιών, με την προϋπόθεση φυσικά της διακοπής των παράνομων τουρκικών γεωτρήσεων, η Λευκωσία αποτινάσσει με τέτοιες κινήσεις την κατηγορία ότι δεν επιθυμεί λύση προκειμένου να καρπωθούν μόνο οι Ελληνοκύπριοι τα οφέλη από το φυσικό αέριο. Συγχρόνως υπάρχει και το Ταμείο Υδρογονανθράκων, για το οποίο έχει προβλεφθεί ότι θα κρατάει διαρκώς ως πάγιο τουλάχιστον το 50% όλων των εσόδων του φυσικού αερίου, ώστε να μπορεί να αποδοθεί, όταν και όποτε συμφωνηθεί, το μερίδιο που θα αναλογεί στην τουρκοκυπριακή κοινότητα.
Με βάση αυτά τα δεδομένα ο Ταγίπ Ερντογάν προσπαθεί να δημιουργήσει τετελεσμένα, τα οποία όμως δεν ανατρέπουν τις ενεργειακές εξελίξεις που έχουν δρομολογηθεί στην περιοχή και έχουν παρακάμψει την Τουρκία, όχι μόνο για λόγους πολιτικούς, αλλά κυρίως λόγω… γεωγραφίας.
Γιατί πολύ απλά ο κ. Ερντογάν με την ισχύ και την πειρατική πολιτική επιχειρεί να κερδίσει διά της βίας αυτό που η γεωγραφία δεν χάρισε στην Τουρκία, ενεργειακούς πόρους.
Αλλά για τις επιδιώξεις του αυτές κρίσιμη είναι η έκβαση της σύγκρουσης με τις ΗΠΑ και το τι μέλλει γενέσθαι με τους S-400. Γιατί πλέον, όσο ισχυρή και αν είναι η φιλία του με τον Ντόναλντ Τραμπ, στην Ουάσινγκτον έχουν δρομολογηθεί οι νομοθετικές πρωτοβουλίες που προβλέπουν την αυστηρή τιμωρία της Τουρκίας, εφόσον επιμείνει να πρωταγωνιστεί στα παιγνίδια επιρροής της Ρωσίας τόσο στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ, όσο και στη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο…
Φωτό: real.gr