Τουρκική ανάμειξη στη Λιβύη και μεγαλομανή σχέδια για ΑΟΖ
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Πριν από μερικά χρόνια, Τούρκος ναύαρχος είχε αμφισβητήσει, για πρώτη φορά, το Ελληνικό νησί Γαύδος, νότια της Κρήτης. Οι δηλώσεις του είχαν προκαλέσει τότε θυμηδία. Ήταν ένα δείγμα του μέχρι ποιου παράλογου σημείου μπορεί να επεκτείνει η Τουρκική πλευρά τις διεκδικήσεις της σε βάρος της Ελλάδος.
Η διαρροή του χρόνου έδειξε ότι οι Τουρκικές αμφισβητήσεις εντάσσονται σε μια πολύ ευρύτερη πολιτική. Είναι μέρος μιας μεγαλομανούς Τουρκικής στρατηγικής, που επιδιώκει την αρπαγή από την Ελλάδα και την Κύπρο αναμφισβήτητων δικαιωμάτων τους, με βάση το διεθνές θαλάσσιο δίκαιο, και την επιβολή, διά της στρατιωτικής ισχύος, της Άγκυρας ως εταίρου στα ενεργειακά αποθέματα και στη γεωπολιτική της Ανατολικής Μεσογείου.
Το καθεστώς Ερντογάν υπολόγιζε πολύ στην κυβέρνηση των Αδελφών Μουσουλμάνων του Μόρσι στην Αίγυπτο. Ο Πρόεδρος Ερντογάν είχε κάνει μάλιστα δηλώσεις τότε για τη σημασία του γεωπολιτικού τόξου μεταξύ Αιγύπτου και Τουρκίας. Ένας από τους ειδικούς στόχους που επεδίωκε τότε η Άγκυρα ήταν η ανατροπή της συμφωνίας οριοθετήσεως της ΑΟΖ, που είχε υπογραφεί μεταξύ Αιγύπτου και Κύπρου.
Προετοίμαζε, επίσης, υπογραφή συμφωνίας μεταξύ αυτής και της Αιγύπτου, προβάλλοντας τη γνωστή θέση της ότι τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ και ότι η δική της υφαλοκρηπίδα προεκτείνεται μέχρι τα όρια της ΑΟΖ της Αιγύπτου. Για να κάνει πιο ελκυστική τη δική της πρόταση, η Άγκυρα «παραχωρούσε» γενναιόδωρα στην Αίγυπτο ένα μέρος της Κυπριακής ΑΟΖ, ισχυριζόμενη ότι είναι «λανθασμένη» η χάραξη και ότι η Αίγυπτος «δικαιούται» ένα επιπλέον τμήμα της ΑΟΖ μεταξύ Κύπρου και Αιγύπτου.
Η Άγκυρα ακολουθεί την ίδια τακτική της πλειοδοσίας υπέρ τρίτων, παρουσιάζοντας χάρτες στους οποίους «αναγνωρίζεται» μεγαλύτερο μέρος ΑΟΖ τόσο στο Ισραήλ όσο και στον Λίβανο, σε βάρος της Κύπρου, προσπαθώντας να προσεταιρισθεί τις χώρες αυτές ως συμμάχους στις δικές της διεκδικήσεις στην ΑΟΖ της Κύπρου και της Ελλάδος.
Η ανατροπή Μόρσι αποτέλεσε δεινό πλήγμα στις φιλοδοξίες της Άγκυρας. Ο Πρόεδρος Ερντογάν κατεδίκασε το κίνημα Αλ Σίσι και διατηρεί πάντα την αλληλεγγύη και την υποστήριξή του στους Αδελφούς Μουσουλμάνους της Αιγύπτου. Το καθεστώς Αλ Σίσι υποψιάζεται μάλιστα ότι η Άγκυρα δεν περιορίζεται μόνο σε πολιτική υποστήριξη. Παρέχει και οικονομική και ανατρεπτική βοήθεια σε ακραίες ομάδες των Αδελφών Μουσουλμάνων, που επιδίδονται σε τρομοκρατικού τύπου ενέργειες και Ισλαμιστικό αντάρτικο στο Σινά. Εσχάτως, έχουν πολλαπλασιασθεί στο Σινά οι επιθέσεις Ισλαμιστών κατά του Αιγυπτιακού στρατού.
Οι Αιγυπτιακές υποψίες δεν είναι καθόλου αβάσιμες, γιατί η Άγκυρα αποδίδει πολύ μεγάλη σημασία στις σχέσεις με την Αίγυπτο, πάνω σε θρησκευτική βάση, και γιατί το καθεστώς Ερντογάν έχει αποδείξει, κατά τα τελευταία χρόνια, ότι δεν ορρωδεί προ ουδενός για να προωθήσει το νέο Οθωμανικό όραμα, από το οποίο εμπνέεται. Στο πλαίσιο αυτό, βλέπει την Αίγυπτο ως χώρα καθοριστικής σημασίας για τις γεωπολιτικές επιδιώξεις του στην Ανατολική Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή.
Η διαμόρφωση τριμερών αξόνων στρατηγικής φιλίας και συνεργασίας μεταξύ Ελλάδος, Κύπρου, Αιγύπτου και Ελλάδος, Κύπρου, Ισραήλ αντιμετωπίζεται από την Άγκυρα ως μια πολύ αρνητική εξέλιξη για την ίδια και τις φιλοδοξίες της στην Ανατολική Μεσόγειο. Η ένταση επίσης στις σχέσεις της με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ δεν της επιτρέπει να προστρέχει στις ΗΠΑ και να ζητά, με τη μορφή ανταλλαγμάτων, τη βοήθειά τους για την προώθηση των διεκδικήσεών της. Το σενάριο αυτό δεν αποκλείεται, βεβαίως, από την Άγκυρα.
Δεν θέλει όμως ως αντάλλαγμα να υποχωρήσει στα θέματα που θέτει η Αμερικανική πλευρά. Το καθεστώς Ερντογάν είναι καχύποπτο απέναντι στις ΗΠΑ, πρώτον, γιατί πιστεύει ότι αυτές βρίσκονταν πίσω από την απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία, δεύτερον, γιατί φοβάται ενδεχόμενα Αμερικανικά σχέδια για τους Κούρδους και, τρίτον, γιατί πιστεύει ότι μια ελεγχόμενη ρήξη με τους Αμερικανούς είναι αναπόφευκτη ως το αναγκαίο τίμημα μιας πραγματικά ανεξάρτητης Τουρκικής εθνικής πολιτικής και αναδείξεως της Τουρκίας σε ανεξάρτητη περιφερειακή δύναμη.
Στο πλαίσιο αυτό, η Άγκυρα εκτιμά ότι μπορεί να διεμβολίσει τις στρατηγικές προσεγγίσεις και συμμαχίες στην Ανατολική Μεσόγειο και να επιτύχει τους στόχους της συμμετοχής της στα ενεργειακά αποθέματα μέσω της στρατιωτικής ισχύος και των απειλών πολέμου κατά της Κύπρου και της Ελλάδος. Εκτιμά ότι η στρατιωτική κατάσταση είναι πλεονεκτική για την ίδια, εφόσον Ελλάδα και Κύπρος επέδειξαν για μια ολόκληρη περίοδο πλήρη απραξία στον αμυντικό τομέα, με αποτέλεσμα να έχει επιδεινωθεί σε βάρος τους ο συσχετισμός δυνάμεων, τη στιγμή ακριβώς που διακυβεύονται ύψιστα στρατηγικά συμφέροντα αλλά και η ίδια η εθνική τους ασφάλεια.
Οι Τουρκικές αυτές εκτιμήσεις φέρνουν πιο κοντά τον κίνδυνο θερμού επεισοδίου, γιατί είναι βέβαιο ότι η Άγκυρα θα συνεχίσει τις προκλήσεις και τις αυθαίρετες ενέργειες με στόχο να εκβιάσει την Ελληνική πλευρά σε υποχωρήσεις. Οι συζητήσεις για ΜΟΕ (Μέτρα Οικοδομήσεων Εμπιστοσύνης) στο Αιγαίο είναι το εύσχημο πλαίσιο, μέσα στο οποίο προσπαθεί η Άγκυρα να αποσπάσει υποχωρήσεις από την Ελλάδα, επιδιδόμενη ταυτοχρόνως σε απειλές και αυθαίρετες ενέργειες για την υποστήριξη των διεκδικήσεών της.
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά την Κύπρο, η Άγκυρα συνεχίζει την πολιτική των τετελεσμένων γεγονότων, με την παρουσία Τουρκικού γεωτρύπανου στην Κυπριακή ΑΟΖ και την απροκάλυπτη προβολή των Τουρκικών θέσεων, σύμφωνα με τις οποίες πρέπει η Κύπρος να συμφωνήσει στην «ισότιμη» συνδιαχείριση του ενεργειακού με τους Τουρκοκυπρίους, πριν τη «λύση» του Κυπριακού, και η οριοθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ Τουρκίας και Κύπρου να γίνει μετά τη «λύση». Μετά την κατάργηση, δηλαδή, της Κυπριακής Δημοκρατίας, ώστε οι αποφάσεις να λαμβάνονται κατά 50% με 50% από τους Ελληνοκυπρίους και τους Τουρκοκυπρίους και η Άγκυρα να μπορεί να πάρει ό,τι θέλει.
Σ’ αυτό το γενικό σκηνικό προστίθεται εσχάτως και μια νέα διάσταση που αφορά άμεσα την Ελλάδα. Είναι η αναμφισβήτητη ανάμειξη της Τουρκίας στον εμφύλιο της Λιβύης. Δημοσιογραφικές πληροφορίες αναφέρουν ότι η Τουρκία αναμειγνύεται ενεργά στη Λιβύη, με την αποστολή Τζιχαντιστών από τη Συρία και όπλων και πυρομαχικών προς την «κυβέρνηση», που είναι εγκατεστημένη στην Τρίπολη και ανταγωνίζεται τον Στρατάρχη Χαφτάρ στη Βεγγάζη, στην Ανατολική Λιβύη. Ο τελευταίος υποστηρίζεται από την Αίγυπτο, τη Ρωσία και Ευρωπαϊκές δυνάμεις, μεταξύ αυτών η Γαλλία και σ’ ένα μέτρο η Ιταλία.
Η Τουρκία επιδιώκει, μέσα από την εμπλοκή της, να διαδραματίσει ενεργό ρόλο στην εγκαθίδρυση ενός νέου καθεστώτος στη Λιβύη και να εγγράψει υποθήκες για την παρουσία της στην περιοχή και τη συνεργασία της με τη Λιβύη σε θέματα ενεργειακών πόρων και ΑΟΖ. Επιδιώκει ειδικότερα να υπογράψει με τη Λιβύη συμφωνία οριοθετήσεως ΑΟΖ, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι η δική της υφαλοκρηπίδα φτάνει μέχρι τα όρια της ΑΟΖ της Αιγύπτου αλλά και της Λιβύης. Υποδαυλίζει επίσης διαφορές και διαμάχη της Λιβύης με την Ελλάδα, υποστηρίζοντας ότι η ΑΟΖ της Λιβύης εκτείνεται πολύ βορειότερα απ’ ό,τι δέχεται η Ελληνική πλευρά.
Καταφανώς, η Άγκυρα έχει μεγαλεπήβολα σχέδια και η Αθήνα πρέπει να δώσει τη δέουσα προσοχή στην άμυνα και στις συμμαχίες της και να μην αναλώνεται σε μάταιες και επικίνδυνες συζητήσεις για δήθεν ΜΟΕ.