Η Νάντια Βαλαβάνη, πρώην αναπληρώτρια υπουργός Οικονομικών, ξετινάζει τη ρύθμιση των 120 δόσεων
-Αρνούνται τη σεισάχθεια για 1.000.000 ανθρώπους που αδυνατούν να πληρώσουν μέχρι 50 ευρώ
-Κουλτούρα πληρωμών: Ανελέητο φοροκυνηγητό για τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού
-3.900.000 οφειλέτες το 2015 έφτασαν στους 4.070.000 το 2019 και 30 δισ. ευρώ χρέη ανέβηκαν στα 104,5 δισ. ευρώ
Μεταξύ προεκλογικής «μετροκαταιγίδας», αμέσως μετά την κατάθεση του μίνι πολυνομοσχεδίου, που συμπεριλαμβάνει τη ρύθμιση έως «120 δόσεις για χρέη προς την εφορία» (και τα Ταμεία), και της τριήμερης «μονομαχίας στο Ελ Πάσο», που ακολούθησε, η προτεινόμενη ρύθμιση πέρασε στα ψιλά τόσο της συζήτησης στην Επιτροπή της Βουλής, όσο και του δημόσιου σχολιασμού.
Ωστόσο, στο φως της εμπειρίας από την ένταξη, σε λιγότερο από ένα τρίμηνο, περίπου 1 εκατ. φορολογουμένων στη «μονομερή» ρύθμιση του ν. 4324/2015 για τις 100 δόσεις της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ αλλά και του τινάγματός της στον αέρα με πρόβλεψη του τρίτου Μνημονίου, αξίζει να της ρίξουμε μια γρήγορη ματιά. Πριν απ’ όλα, καθώς ο αριθμός των χρεοφειλετών προς ΑΑΔΕ έχει αυξηθεί από 3,9 εκατ. το 2015 σε 4,07 το 2019, ενώ τα χρέη τους κατά 30 δισ., αγγίζοντας τα 104,5. Πίσω απ’ τα νούμερα, η ίδια απόγνωση τότε και σήμερα: Ζωές τσακισμένες κυριολεκτικά για το τίποτα.
Η βασική διαφορά; Τότε εντάσσονταν πρόθυμα, επειδή πίστευαν ότι ήταν εποχή χειραφέτησης απ’ τα Μνημόνια και τον στραγγαλισμό της ζωής – και επειδή ήθελαν να στηρίξουν και οικονομικά την κυβέρνηση που είχε εκλεγεί χάρη σ’ αυτήν τη δέσμευση. Σήμερα υπάρχει δέσμευση στη μιζέρια ενός «μεταμνημονιακού» μνημονιακού καθεστώτος για τα επόμενα 40 χρόνια και ο κυνισμός που διαπότισε την ελληνική κοινωνία μετά την ολοκληρωτική συνθηκολόγηση της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ αμέσως μετά το συγκλονιστικό 62%: H κατάθεση τέτοιων ρυθμίσεων προκαλεί δικαιολογημένη δυσπιστία.
Ρύθμιση 100 δόσεων ή έως 120 δόσεις;
Μια ρύθμιση με 20 επιπρόσθετες δόσεις θα είχε ουσιαστικό αντίκτυπο. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, πρόκειται για πολλαπλάσια αφαίρεση: Οι 100 δόσεις του 2015 ήταν ανοιχτές σε όλους, φυσικά και νομικά πρόσωπα, χωρίς περιορισμούς άλλους από το ύψος της μίνιμουμ δόσης –20 ευρώ– και την επιλογή του καθένα ανάλογα με τις ανάγκες και δυνατότητές του. Στο κείμενο της πρότασης Γιούνκερ, που καταψηφίστηκε στο δημοψήφισμα, υπήρχε και ένα «πακετάκι ενάντια στις 100 δόσεις»: Μεταξύ άλλων όριζε ότι όλοι όσοι εντάχθηκαν στη ρύθμιση θα επανεξεταστούν με νεοπαγή εισοδηματικά κριτήρια και θα απενταχθούν ή θα μειωθούν οι δόσεις τους. Πρόκειται για το μόνο τμήμα της αντιρύθμισης που δεν εφαρμόστηκε – για πρακτικούς λόγους.
Στη σημερινή ρύθμιση οι 120 δεν εξυπηρετούν παρά τη δημιουργία εντύπωσης για «κάτι καλύτερo». Εισάγοντας κριτήρια εισοδήματος για όσους κερδίζουν περισσότερα από 833 ευρώ μεικτά τον μήνα, σε συνδυασμό με μίνιμουμ δόση 30 ευρώ και χάρη στην εξαναγκαστική επιλογή του αριθμού των δόσεων από την εφορία, η ρύθμιση κατορθώνει:
• Να εξαιρέσει εξ ολοκλήρου από σχήμα δόσεων 1.000.000 οφειλέτες που χρωστούν έως 50 ευρώ.
• Οι 1.345.000 οφειλέτες 50 – 500 ευρώ θα έχουν 2 – 16 δόσεις.
• Απ’ όσους πληρούν τα εισοδηματικά κριτήρια, μόνο όσοι χρωστούν περισσότερα από 3.600 ευρώ θα έχουν 120 δόσεις. Μένουν απέξω 2.500.000 άνθρωποι, που χρωστούν 50 – 3.000 ευρώ (2 – 100 δόσεις).
• Εξαιρεί όλες τις επιχειρήσεις, ακόμα και τις πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες, αυξάνοντας την πάγια ρύθμιση των 12 δόσεων στις 18 (!) και έκτακτα στις 30 – όταν όσες χρωστούν λιγότερο από 20.000 ευρώ αποκλείονται ακόμα και απ’ τον εξωδικαστικό…
• Κι απ’ όσους πληρούν τα εισοδηματικά κριτήρια, όσοι χρωστούν μεγάλα ποσά αδυνατούν να τις πάρουν, π.χ., για εισόδημα 10.000 ευρώ και χρέος 50.000 ευρώ θα έπρεπε να καταβάλλεται μηνιαία ο μισός μισθός.
Για χρέος 20.000 ευρώ θα έπρεπε να καταβάλλεται το 20%…
Έτσι, στο όνομα της αποφυγής των στρατηγικών κακοπληρωτών (8.000 άνθρωποι και επιχειρήσεις που χρωστούν το 84% των 104,5 δισ.) και ενώ η εφορία έχει αδειάσει τους λογαριασμούς όλων εκείνων που χρωστάνε έστω και μικροποσά και κινεί σήμερα διαδικασίες πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας για χρέη πάνω από 500 ευρώ, με τη σημερινή ρύθμιση εφαρμόζεται –σε συμφωνία με τους ευρωπαίους δανειστές αν όχι και με το ΔΝΤ– αυτό που οι δανειστές ονομάζουν «κουλτούρα πληρωμών»: Ανελέητο φοροκυνηγητό για τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού προκειμένου να εξασφαλίζεται η ανενόχλητη εξυπηρέτηση ενός μη βιώσιμου χρέους.
Τελικά, υπάρχει «κούρεμα» πέρα από το αρχικό 10%;
Η απάντηση για φυσικά πρόσωπα και ελεύθερους επαγγελματίες είναι «όχι»! (Υπάρχει για τις επιχειρήσεις, αλλά επιλέγοντας 2 – 16 δόσεις…)!
Αν εξαιρέσει κανείς την πλήρη απαλλαγή από βεβαιωμένους τόκους και προσαυξήσεις για τους ελάχιστους, που –όπως και στις 100 δόσεις– θα πληρώσουν εφάπαξ ολόκληρη την οφειλή, κανείς δεν κερδίζει τίποτα ακολουθώντας το εξαναγκαστικό σχήμα δόσεων που του επιβάλλεται μέσω της εφορίας. «Κούρεμα» υπάρχει μόνο στην περίπτωση που αποφασίσει να δεχθεί λιγότερες δόσεις. Η συντριπτική πλειοψηφία όσων ενταχθούν δεν μπορεί να το κάνει αυτό και θα αρκεστούν στο -10% κατά την ένταξη.
Αυτός είναι ο τέταρτος παράγοντας –πλάι στον εξαναγκαστικό αριθμό δόσεων, το ύψος της μίνιμουμ δόσης (50% μεγαλύτερη από του 2015 σε συνθήκες αύξησης χρεών) και το επιτόκιο 5% για όλους με εισόδημα πάνω από 10.000 ευρώ, καθώς και για όσους από τους 10.000 χρωστούν πάνω από 3.000 ευρώ–, που μετατρέπει σε κοροϊδία τις υπουργικές διαβεβαιώσεις, με βάση τις οποίες η ρύθμιση απευθύνεται «σε 4.000.000 φορολογούμενους» (δηλαδή σε όλους όσους χρωστούν από 1 – 100.000 ευρώ, φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις).
Ενώ ως προς το εισπρακτικό μέρος, για να πιαστούν σήμερα τα 7,5 δισ. «κουρεμένου» χρέους που ρυθμίστηκαν το 2015 –τα 2 δισ. πληρώθηκαν μέσα στο έτος–, θα πρέπει να ενταχθούν στη ρύθμιση 3.000.000 πρόσωπα και επιχειρήσεις, δηλαδή, ανεξαιρέτως όλοι όσοι χρωστούν 50 – 50.000 ευρώ – ένα σύνολο «ακούρευτου» χρέους 8,5 δισ.
Και τα «νέα χρέη»;
Ο κρισιμότερος παράγοντας, ωστόσο, για τον οποίο θα βρίσκεται σε διαρκή διακινδύνευση και ο εξαιρετικά περιορισμένος αριθμός όσων καταφέρουν να ενταχθούν, είναι ο όρος για μηδενικά «νέα χρέη» μετά την ένταξη: Αυτή η πρόβλεψη του τρίτου Μνημονίου ενάντια στις 100 δόσεις σε συνθήκες μνημονιακής φοροαπομύζησης τίναξε στον αέρα, πολύ περισσότερο απ’ οποιοδήποτε άλλο αντίμετρο, τη σημαντικότερη κοινωνική συμμαχία με τα λαϊκά και μεσαία στρώματα της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Γι’ αυτό τελικά μια πολιτική που αρνείται τη σεισάχθεια (π.χ., ακόμα και για 1.000.000 ανθρώπους που αδυνατούν να πληρώσουν μέχρι 50 ευρώ) και υπερασπίζεται ένα μέλλον εξίσου οικονομικά και πολιτικά υποτελές στις ανάγκες των δανειστών για τις επόμενες δεκαετίες, δεν μπορεί να αρθρώσει οποιαδήποτε πολιτική ουσιαστικής ανακούφισης με συνοχή και συνέχεια για την υπερχρεωμένη συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας, άλλη απ’ αυτή των (ανεπαρκών) δόσεων για τα πάντα, για την εφορία και τα Ταμεία, για τις τράπεζες και τη ΔΕΗ, ακόμα και για την ΕΥΔΑΠ.
Πρέπει να είναι κανείς αποφασισμένος να αγωνιστεί για να αποτρέψει ένα τέτοιο μέλλον, για να μπορεί να προσφέρει μια ριζικά διαφορετική προοπτική στον τόπο και τους ανθρώπους σήμερα.
Φωτό: Nick Paleologos / SOOC