Από εθιμοτυπική απεργία η 1η Μαΐου να ξαναγίνει καθολική απεργία αιχμής
Του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΙΟΥΤΣΟΥΚΗ
Γεν. Γραμματέα ΓΣΕΕ & Προέδρου ΔΑΚΕ ΙΤ
-Η ανεργία, με τις ποιοτικές και ποσοτικές διαστάσεις της, καθιστά την εργασία από δικαίωμα σε αγωνιώδες ζητούμενο, οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης γίνονται κανόνας
Η 1η Μάη είναι ημέρα ισχυρών συμβολισμών για τον κόσμο της εργασίας και τα συνδικάτα. Τα σημαντικά επιτεύγματα συναντούν τις σύγχρονες διεκδικήσεις, η αλληλεγγύη «μπολιάζει» αξίες που μας καθορίζουν ως κοινωνία, οι αγωνιστικές παραδόσεις εμπνέουν συγκαιρινές δυναμικές δράσεις.
Η εξέγερση των εργατών στο Σικάγο το 1886, οι πρώτοι εορτασμοί Πρωτομαγιάς στην Ελλάδα (1893, 1894), η ογκώδης διαδήλωση του 1924 στην Αθήνα, όπου καταγράφεται το πρώτο θύμα, ο ματωμένος Μάης του 1936 στη Θεσσαλονίκη, η θυσία των 200 αγωνιστών που εκτελέστηκαν από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής το 1944 στην Καισαριανή, οι μαζικές κινητοποιήσεις των επόμενων δεκαετιών συνθέτουν τους κεντρικούς σταθμούς μιας αέναης διαδρομής πάλης για αξιοπρεπή δουλειά και ζωή, δημοκρατία και ελευθερίες, άμβλυνση των ανισοτήτων και διεύρυνση των δικαιωμάτων.
Πρόκειται για Πρωτομαγιές που αποτυπώνονται ανεξίτηλα στη μνήμη μας, πιστοποιώντας ότι όλα κατακτήθηκαν και τίποτε δεν μας χαρίστηκε. Οι μόνες χαμένες μάχες, άλλωστε, είναι εκείνες που δεν δόθηκαν.
Η 1η Μάη, ως διεθνής ημέρα διαμαρτυρίας, είναι απεργία και όχι μία ακόμη τυποποιημένη αργία ή ημέρα των λουλουδιών… Είναι η ημέρα μνήμης και τιμής για τους παγκόσμιους αγώνες του εργατικού κινήματος, που άνθισαν και συνεχίζουν να καρπίζουν.
Τότε απέναντι στους εργαζόμενους ήταν συγκεκριμένα (συμ)πλέγματα μεγαλοεργοδοτικών συμφερόντων, σήμερα πλάι στα «λόμπι» –ή ως εξέλιξή τους– υπάρχουν οι «αγορές», μια λέξη που ακούγεται πολύ συχνά, μια έννοια, όμως, μυστήρια και δυσνόητη στην ολότητα και στις «διακλαδώσεις» της…
Η καθιέρωση της Εργατικής Πρωτομαγιάς, με τροπολογία το 2017, ως επίσημης αργίας υπήρξε μια άστοχη προσπάθεια της κυβέρνησης να «ανασύρει» το φιλεργατικό της προσωπείο, αλλοιώνοντας ουσιαστικά τον χαρακτήρα του εορτασμού.
133 χρόνια μετά το Σικάγο και 126 χρόνια από την πρώτη Πρωτομαγιά στη χώρα μας, τόσο το διακύβευμα, όσο και οι διεκδικήσεις παραμένουν επίκαιρες. Τα αιτήματα αφορούσαν το οκτάωρο, την κυριακάτικη αργία για τα καταστήματα, την κοινωνική μέριμνα και συνταξιοδότηση των θυμάτων εργατικών ατυχημάτων που κατέστησαν ανίκανα προς εργασία ή των συζύγων σε περίπτωση θανάτου, την απαγόρευση της εργασίας των ανηλίκων κ.λπ. Ας αναλογιστούμε πού βρισκόμαστε…
Τα τελευταία εννιά χρόνια πλήθος νομοθετημάτων, με κοινό παρονομαστή το μείγμα ακραίας λιτότητας και εσωτερικής υποτίμησης, ανακύκλωσαν την ύφεση συρρικνώνοντας την αγορά εργασίας, υποβάθμισαν τη θέση των εργαζομένων με έναν συνδυασμό υπερφορολόγησης και μείωσης εισοδημάτων, απορρύθμισαν τις εργασιακές σχέσεις επιδεινώνοντας τους όρους αμοιβής και δουλειάς, καταστρατήγησαν το σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων, υπονόμευσαν τη βιωσιμότητα και επάρκεια του ασφαλιστικού συστήματος.
Η ανεργία, με τις ποιοτικές και ποσοτικές διαστάσεις της, καθιστά την εργασία από δικαίωμα σε αγωνιώδες ζητούμενο, οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης γίνονται κανόνας, αδήλωτη εργασία και παραβατικότητα εντείνονται, εργασιακή επισφάλεια και ανασφάλεια διογκώνονται, η γενιά των 300 ευρώ γενικεύεται, ενώ η ανεξέλεγκτη διαρροή εγκεφάλων απειλεί το παρόν και υποθηκεύει το μέλλον της πατρίδας μας, η μεσαία τάξη καταρρέει, το κράτος φιλανθρωπίας, μια όψη παρακμής του κοινωνικού κράτους, δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη δικαιοσύνη που δεν απονεμήθηκε, την αναδιανομή ευκαιριών και εισοδημάτων που δεν πραγματοποιήθηκε.
Σε αυτήν την κρίσιμη συγκυρία κάποιοι έλαβαν τη στρατηγική απόφαση ή, ορθότερα, την άνωθεν εντολή να πλήξουν τη ΓΣΕΕ και τις οργανώσεις της. Δεν δίστασαν, για να αποκρύψουν την καθήλωση των δυνάμεών τους και την αδυναμία κεφαλαιοποίησης της αντίδρασης των εργαζομένων στα χρόνια της κρίσης, να ματαιώσουν με βιαιότητες και τραμπουκισμούς το 37ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ, οδηγώντας σε διορισμό προσωρινής διοίκησης.
Την ίδια ώρα κυβέρνηση και ανάλγητοι εργοδότες τρίβουν τα χέρια τους. Επειδή το παραμύθι τους έπρεπε να έχει δράκο… επιστράτευσαν λόγια του περιθωρίου, ανυπόστατους ισχυρισμούς και κοινές συκοφαντίες. Σχεδόν το σύνολο των επιχειρημάτων τους έχει απαντηθεί από τα δικαστήρια και το καταστατικό της ΓΣΕΕ. Αν τα υιοθετούσαμε θα εγείρονταν σοβαροί λόγοι ακυρότητας του συνεδρίου. Η τεχνητή κρίση που προξένησαν θα ξεπερασθεί, όπως έχουν ξεπερασθεί οι ιδέες και κυρίως οι μέθοδοί τους.
Χωρίς αμφιβολία, η Πρωτομαγιά δημιουργεί συνειρμούς για την, ομολογουμένως, εσφαλμένη ανάγνωση και διαχείριση της κρίσης. Tο πολιτικό προσωπικό της ΕΕ, λειτουργώντας ως «ζηλωτής» μιας αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας, έθεσε σε κίνδυνο το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο και κεκτημένο, την κορωνίδα της Ένωσης. Κράτη-μέλη, όπως η χώρα μας, εξαιρέθηκαν από την καθολική και ολιστική εφαρμογή του.
Η άνοδος της Ακροδεξιάς είναι μια εξαιρετικά δυσμενής και ανησυχητική επίπτωση. Η μάχη ενάντιά της επιβάλλεται να είναι αδιάκοπη. Αντίστοιχα αδιάκοπη πρέπει να είναι και η διεκδίκηση περισσότερης Ευρώπης. Μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρωτίστως πολιτικής ένωσης, Ομοσπονδίας εθνών-κρατών, όπου η αμοιβαιότητα, η αλληλεγγύη, η ισότητα, η απόλυτη και όχι αποσπασματική ενιαιοποίηση όρων και κανόνων, η κοινωνική διάσταση θα σφραγίζουν τους αρμούς της. Έτσι και μόνο έτσι το ευρωπαϊκό οικοδόμημα θα ανταποκριθεί στα οράματα των ιστορικών του ηγετών και κυρίως στις αυξημένες ανάγκες των λαών που το συναποτελούν.
Οφείλουμε, λοιπόν, από εθιμοτυπική απεργία, να επαναφέρουμε την 1η Μαΐου ως μαζική-καθολική απεργία αιχμής για τα δίκαια αιτήματά μας. Αυτός πρέπει να είναι ο αγώνας μας σε κάθε απεργία, σε κάθε κινητοποίηση, σε κάθε μάχη των συνδικάτων!