Χρ. Μπότζιος: Η αναβάθμιση της Ελλάδας ρεαλιστική και επιβεβλημένη
Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.
Γεωπολιτικές ανακατατάξεις στην Ανατολική Μεσόγειο
Tον μήνα Μάρτιο σημειώθηκαν σημαντικές πολιτικές εξελίξεις στον χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, που ασφαλώς δεν πέρασαν απαρατήρητες από όσους παρακολουθούν τα συμβαίνοντα σε αυτήν την άκρως ευαίσθητη περιοχή. Ιδιαίτερου ελληνικού ενδιαφέροντος η τριμερής συνάντηση Ισραήλ, Ελλάδας, Κύπρου, που έλαβε χώρα στις 20 Μαρτίου στα Ιεροσόλυμα σε επίπεδο πρωθυπουργών. Αξιοπρόσεκτη η παρουσία του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ κ. Μ. Πομπέο, ενδεικτική του ενδιαφέροντος της Ουάσινγκτον για τη συνάντηση.
Αντίστοιχα ενδιαφέρουσα και η διμερής συνάντηση που ακολούθησε ανάμεσα στους υπουργούς Εξωτερικών Τουρκίας – Ελλάδας, κ. Μ. Τσαβούσογλου και Γ. Κατρούγκαλο, στην Αττάλεια, που εντάσσεται στην από ετών θεσπισθείσα διαδικασία Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ), που σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως λόγω των ήκιστα εποικοδομητικών δηλώσεων του τούρκου υπουργού για το Κυπριακό, τα ενεργειακά κοιτάσματα σε ελληνική και κυπριακή ΑΟΖ, την αναφορά σε τουρκική μειονότητα στη Θράκη κ.ά.
Το θετικό ήταν ότι οι διαβουλεύσεις για μείωση της έντασης μεταξύ των δύο χωρών θα συνεχισθούν σε δύο επίπεδα. Εκείνο του γ.γ. του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, πρέσβη κ. Δ. Παρασκευόπουλου και του τούρκου ΥΦΥΠΕΞ, ενώ θα ακολουθήσει συνάντηση σε πλέον ευαίσθητο επίπεδο, εκείνο των υπουργών Άμυνας. Τρίτη εξέλιξη, που έκανε μεγάλη αίσθηση παγκοσμίως για τις δυνατές συνέπειες στην περιοχή και για το γεγονός ότι θίγονται βασικές αρχές του Διεθνούς Δικαίου και αγνοούνται σχετικές αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών, ήταν οι δηλώσεις του Πρόεδρου Τραμπ, ο οποίος επισήμανε ότι οι ΗΠΑ αναγνωρίζουν ως μόνιμη την κατοχή των υψιπέδων του Γκολάν από το Ισραήλ.
Σίγουρα για τον πρωθυπουργό Νετανιάχου, που αντιμετωπίζει εσωτερικές δυσκολίες, οι δηλώσεις Τραμπ –καθαρώς πολιτικού χαρακτήρα– ήταν «μάννα εξ ουρανού» και για τις επικείμενες εκλογές. Η τριμερής συνάντηση των Ιεροσολύμων αποτελούσε συνέχεια προηγουμένων που είχαν δρομολογηθεί επί υπουργίας Ν. Κοτζιά, όπως και ανάλογων μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου, Αιγύπτου καθώς και με άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής, Ιορδανία και Λίβανο. Εντάσσονται δε στη λογική της ανάγκης ενεργούς πολυμερούς συνεργασίας με στόχο την εδραίωση της ειρήνης και σταθερότητας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, που έχει διασαλευθεί από τις πολεμικές καταστάσεις σε Ιράκ και Συρία, τις εξτρεμιστικές δραστηριότητες του ISIS όπως και τις επεμβάσεις της Τουρκίας στα σύνορα Ιράκ και Συρίας.
Τα γεγονότα στον χώρο της Μέσης Ανατολής, με τους πολυετείς πολέμους, τους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων και το κουρδικό ζήτημα, έχουν οδηγήσει στην de facto δημιουργία δύο συνεργασιών. Από τη μία πλευρά μεταξύ Ρωσίας, Τουρκίας, Ιράν και από την άλλη την πάγια ισραηλοαμερικανική και τις άτυπες τριμερείς συνεργασίες που αναφέρθηκαν παραπάνω, με ενεργό και πρωταγωνιστικό ρόλο της Ελλάδας.
Η Τουρκία έχει αποδυθεί σε ένα άνευ προηγουμένου αντιδυτικό μένος, που είναι δύσκολο να γίνει κατανοητό. Ίσως να έχει συντελέσει το φάσμα του Κουρδικού και ο φόβος δημιουργίας κουρδικού κράτους ή οντοτήτων σε Ιράκ και Συρία, που ευνοείται από πολλούς δυτικούς. Είτε και από φιλοδοξίες του Ερντογάν να καταστήσει την Τουρκία ηγέτιδα χώρα της περιοχής και προστάτιδα του Ισλάμ, όπως κατέδειξε και η αντίδραση της Άγκυρας στα θλιβερά γεγονότα στην πόλη Κράιστσερτς της Νέας Ζηλανδίας.
Η τριμερής de facto συνεργασία Ιράν, Ρωσίας, Τουρκίας εμπεριέχει όμως αντιθέσεις που την καθιστούν αμφιβόλου διάρκειας. Σχεδόν θνησιγενή. Η Τεχεράνη, ως γνωστόν, ενισχύει το καθεστώς Άσαντ, το οποίο η Τουρκία μάχεται, ενώ οι σχέσεις Άγκυρας – Μόσχας χαρακτηρίζονται –όχι τυχαία– ως λυκοφιλία. Σε αντίθεση, οι τριμερείς συνεργασίες μεταξύ Ελλάδας, Ισραήλ, Αιγύπτου, Κύπρου, Ιορδανίας, Λίβανου, κ.ά., έχουν ευοίωνες προοπτικές γιατί στηρίζονται σε κοινά συμφέροντα, επιδιώκουν την ειρήνη και την εδραίωση της σταθερότητας στην περιοχή, χωρίς αποκλεισμούς και ηγεμονικές επιδιώξεις και φιλοδοξίες.
Ιδιαίτερα η συνεργασία μεταξύ Ελλάδας, Ισραήλ και Κύπρου αποκτά προοπτική και βάθος χρόνου, με την κατασκευή του αγωγού East Μed για τη μεταφορά φ/α από τα κοιτάσματα στον θαλάσσιό τους χώρο προς τη Δυτική Ευρώπη. Ήδη είναι διαπιστωμένη η εύρεση σημαντικών κοιτασμάτων στο Ισραήλ, όπως και στην κυπριακή ΑΟΖ, ενώ αναμένεται να διαπιστωθεί αν υπάρχουν ανάλογα κοιτάσματα και δυτικώς της Πελοποννήσου.
Ο αγωγός East Med, που θα ξεκινήσει από το Ισραήλ, έχει σχεδιασθεί να διέλθει από την Κύπρο, στη συνέχεια από την Πελοπόννησο, εκείθεν στη Δυτική Ελλάδα (Θεσπρωτία), με κατάληξη υποθαλασσίως στην Ιταλία. Το κείμενο της συμφωνίας κατασκευής του αγωγού, το οποίο, σημειωτέον, έχει εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αναμενόταν να υπογραφεί κατά τη συνάντηση των Ιεροσολύμων, αλλά ανεβλήθη λόγω απουσίας της Ιταλίας, κατόπιν αιτήματος, όπως ειπώθηκε, του συγκυβερνώντος κόμματος των Πέντε Αστέρων, που έχει ισχυρή παρουσία στην Κάτω Ιταλία και έλαβε υπόψη τοπικές αντιδράσεις κατοίκων της Απουλίας. Δεν αποκλείεται να συνετέλεσαν και άλλοι παράγοντες.
Ο αγωγός East Med, που θα παρακάμπτει ολοσχερώς την Τουρκία, μαζί με τον αντίστοιχο ΤΑΡ (Trans Adriatic Pipeline), που μέσω Τουρκίας Ελλάδας, Αλβανίας με κατάληξη την Ιταλία θα μεταφέρει αζέρικο φ/α στην Ευρώπη, αναμένεται –εκτός από τα εξυπακουόμενα οικονομικά οφέλη– να αναβαθμίσουν τη γεωπολιτική σημασία της Ελλάδας και να την καταστήσουν ενεργειακό κόμβο της Ευρώπης.
Οι ανωτέρω αγωγοί, σε συνδυασμό με τις προσδοκίες από την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών, δίνουν τη δυνατότητα στην Ελλάδα να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στη νότια βαλκανική, όπως και στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Εναπόκειται στην ελληνική εξωτερική πολιτική πώς θα το χειρισθεί, όπως και τα πολιτικά κόμματα στο σύνολό τους, χωρίς μεμψιμοιρίες και εσωστρέφειες.
Πολλοί διερωτώνται αν αναγνωρίζεται ο θετικός ρόλος και η συνεισφορά της Ελλάδας για την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή και αν αποδίδει κάποια απτά πολιτικά και οικονομικά οφέλη. Η απάντηση είναι ότι αυτά σπάνια αποκτώνται προκαταβολικά. Κερδίζονται μέρα με την ημέρα. Προϋπόθεση, η άσκηση συνετής αλλά και αποφασιστικής εξωτερικής πολιτικής, με την ευρύτερη δυνατή συναίνεση μεταξύ της κυβέρνησης και των κομμάτων της αντιπολίτευσης.
Φωτο: twitter/priminister